Οι πρόσφατες εξελίξεις στο διπλωματικό πεδίο με την αναμόχλευση του ζητήματος εδαφικών ανταλλαγών μεταξύ του σερβικού κράτους και της νεοσύστατης «Δημοκρατίας του Κοσόβου» υπό τις «ευλογίες» της Ευρωπαϊκής Ένωσης μόνο ως κακόγουστο αστείο θα ηχούσε πριν από μερικές δεκαετίες.
Η κατάσταση όμως τώρα δείχνει να αλλάζει δραματικά, σε σύγκριση με το πρόσφατο παρελθόν, στη Βαλκανική. Προφανώς και η καταλλαγή των εθνικιστικών παθών που οδήγησαν στο αιματοκύλισμα των αρχών της δεκαετίας του ενενήντα είναι μια θετική εξέλιξη. Το ερώτημα όμως που προκύπτει αβίαστα είναι εάν πίσω από αυτή την «ολική» μεταστροφή της επιθετικής πολιτικής των κρατών της Βαλκανικής υποκρύπτονται πραγματικές προθέσεις ή ισχυρότατες πιέσεις εξωγενών παραγόντων, που ενεργοποιούνται εσχάτως.
Το δέλεαρ της εισδοχής των κρατών των Δυτικών Βαλκανίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ είναι ασφαλώς σημαντικό. Κανείς άλλωστε δεν μπορεί να παραγνωρίσει τις ευκαιρίες για άνοδο του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων των χωρών της εύφλεκτης αυτής περιοχής, που προσφέρει μια τέτοια επιλογή.
Από την άλλη πλευρά, επειδή μιλάμε για Βαλκάνια, η ενεργός ανάμιξη του ξένου παράγοντα, ευρωπαϊκού, αμερικανικού ή ρωσικού, στην περιοχή, προδήλως προκαλεί αναταράξεις. Σε μια εποχή κατακερματισμού της παγκόσμιας ισχύος σε διαφορετικά κέντρα (πολυπολικότητας), η διαφαινόμενη πρόθεση Ευρωπαίων και Αμερικανών για εξοβελισμό της ρωσικής δύναμης από τα Βαλκάνια και παραγκωνισμό τους από τα οφέλη της βαλκανικής οδού προς τις θερμές θάλασσες, δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη.
Ωστόσο, τα κράτη που φέρονται ως «πρόθυμοι» σύμμαχοι αμφοτέρων σε σημείο να απεμπολούν την εθνική τους ιστορία και να παραχωρούν στον «προαιώνιο εχθρό» εδάφη με έντονο συμβολισμό στο εθνικό υποσυνείδητο, με το αζημίωτο βέβαια, ίσως πρέπει να είναι περισσότερο προσεκτικά.
Ασφαλώς τα έθνη και οι λαοί ευημερούν σε συνθήκες καλής γειτονίας και ασφάλειας. Το ιστορικό παρελθόν όμως της περιοχής έχει αποδείξει ότι τυχοδιωκτισμοί και ευκαιριακές επιλογές είναι δυνατό να φέρουν αντίθετα από τα επιθυμητά αποτελέσματα. Πολύ περισσότερο, όταν οι πολιτικές αποφάσεις λαμβάνονται υπό καθεστώς ασφυκτικής πίεσης, που ασκείται από ισχυρούς εξωγενείς παράγοντες.
Συνεπώς, τα κράτη της Βαλκανικής είναι σημαντικό να εκτιμούν τις δυνατότητές τους στο πεδίο της ισχύος και να μην αυταπατώνται ότι μπορούν να διαδραματίσουν ρυθμιστικό ρόλο στις γεωπολιτικές εξελίξεις. Η διαπίστωση αυτή αφορά και στις επιλογές της ελληνικής κυβέρνησης το τελευταίο διάστημα, ιδιαίτερα στη διαχείριση του Σκοπιανού. Η περιοχή των Βαλκανίων παραμένει απρόβλεπτη και κανείς δε γνωρίζει εάν και πότε τα εθνικιστικά φαντάσματα του παρελθόντος θα κάνουν την επανεμφάνισή τους. Προς το παρόν, επικρατεί «περίεργη» και «ύποπτη» σιωπή.
* Του Βασίλη Πλατή, φιλόλογου-δρος Ιστορίας Α.Π.Θ.