Από την πλευρά της η πολιτική ηγεσία της Ελλάδος το 1992 πραγματοποιεί την πρώτη σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών για το θέμα υπό τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον κ. Κωνσταντίνο Καραμανλή. Οι κ. Κωνσταντίνος Μητσοτάκης (Πρωθυπουργός) , κ. Αλέκα Παπαρήγα, κ. Μαρία Δαμανάκη και κ. Αντώνης Σαμαράς (Υπουργός Εξωτερικών) συμφώνησαν σε μια κοινή γραμμή η οποία συμπυκνώθηκε στο εξής: «Η Ελλάδα δεν θα αναγνωρίσει στα Σκόπια ονομασία που θα περιείχε τη λέξη «Μακεδονία» ή άλλα παράγωγά της.» Παρόλα αυτά από το 1992 έως το 2007 περισσότερα από 130 κράτη ανάμεσά τους όλα τα ισχυρά κράτη όπως οι Η.Π.Α, η Ρωσία και η Κίνα αναγνώρισαν τα Σκόπια με το όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας».
Τον Απρίλιο του 2008 η Ελλάδα με Πρωθυπουργό τον κ. Κώστα Καραμανλή και Υπουργό Εξωτερικών την κ. Ντόρα Μπακογιάννη στην Εαρινή Σύνοδο του Ν.Α.Τ.Ο στο Βουκουρέστι απείλησε ότι θα ασκήσει βέτο στην πρόσκληση των Η.Π.Α για ένταξη των Σκοπίων με την ονομασία «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Αυτό είχε ως συνέπεια την ομόφωνη απόφαση τωνμελών της Συμμαχίας ότι θα απευθυνθεί πρόσκληση στα Σκόπια (F.Y.R.O.M) για ένταξη στο Ν.Α.Τ.Ο εφόσον λυθεί το πρόβλημα του ονόματος με την Ελλάδα.
Τη χώρα τότε στο Ν.Α.Τ.Ο είχαν στηρίξει η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Γερμανία και η Γαλλία, αντίθετοι ήταν οι ΗΠΑ, η Τουρκία, η Σλοβενία, η Τσεχία, η Εσθονία και η Λιθουανία, ενώ οι υπόλοιπες χώρες κράτησαν σχετικά ουδέτερη στάση. Το σημαντικό είναι ότι μετά τη Σύνοδο του 2008 η θέση της Ελλάδος μετατοπίστηκε σε σχέση με το 1992 και συμπυκνώθηκε στο εξής: «Ναι στη σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό, για όλες τις χρήσεις».
Ο κύριος λόγος που ανακινείται το τελευταίο διάστημα το σκοπιανό ζήτημα αφορά την πολιτική βούληση της κυβέρνησης των Σκοπίων να πάρουν το πράσινο φως για την ένταξή τους στο Ν.Α.Τ.Ο τον Ιούλιο του 2018 που γίνεται η σύνοδος των χωρών μελών του στις Βρυξέλλες. Αυτό βέβαια είναι αδύνατο να συμβεί όσο η Ελλάδα είναι στη γραμμή απειλής για βέτο.
Η ένταξη στο ΝΑΤΟ είναι η ασφαλέστερη εγγύηση των Σκοπιανών για την εδαφική τους ακεραιότητα, αφού το κρατίδιο αυτό κινδυνεύει ανά πάσα στιγμή να διαλυθεί και να διαμοιραστεί ανάμεσα στην Αλβανία και τη Βουλγαρία. Ταυτόχρονα ο νέος Πρωθυπουργός των Σκοπίων φαίνεται να ακολουθεί συγκαταβατική πολιτική σε σχέση με την προηγούμενη άκαμπτα εθνικιστική κυβέρνηση του Νίκολας Γκρουέφσκι. Κατά τη γνώμη μου οι κινήσεις παραχώρησης που φαίνεται να κάνει η κυβέρνηση του κ.Ζάεφ είναι άνευ ουσίας και γίνονται διότι η κυβέρνηση του κ. Κώστα Καραμανλή το 2008 στήριξε όλη την άρνηση της μοιράζοντας στοιχεία για την παραχάραξη της ιστορίας και τις αλυτρωτικές διαθέσεις των Σκοπίων έναντι της Ελλάδος.
Παρακολουθώντας τις δημοσκοπήσεις που γίνονται στη χώρα μας για το θέμα φαίνεται ότι ένα ποσοστό αρκετά πάνω από 65% είναι στη γραμμή ότι τα Σκόπια δεν πρέπει να χρησιμοποιήσουν σύνθετη ονομασία που να περιέχει τον όρο Μακεδονία. Δηλαδή η κυβέρνηση αλλά και η αξιωματική αντιπολίτευση, αν λάβουν υπόψη τη βούληση του λαού, δεν μπορούν να πατήσουν στη θέση της Ελλάδος, όπως αυτή διαμορφώθηκε το 2008, αλλά θα πρέπει να πατήσουν στην απόφαση των πολιτικών αρχηγών όπως αυτή διαμορφώθηκε το 1992. Αυτό το κατάλαβε γρήγορα ο Πάνος, ο βοηθός μηχανοδηγού στην κυβέρνηση και άρχισε να το παίζει «πατριώτης που εμπορεύεται τον πατριωτισμό».
Όλοι καταλαβαίνουμε ότι η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί από το 1992 έως σήμερα είναι πάρα πολύ δύσκολη, ενώ έχουμε χάσει πολλές μάχες. Κανονικά θα έπρεπε όλες οι πολιτικές δυνάμεις να είναι ενωμένες και να μην ανοίγουν τα χαρτιά τους δημόσια σε αυτή τη μάχη που έρχεται και που ίσως είναι και η τελευταία. Σε μια διαπραγμάτευση πας με τα χαρτιά σου κλειστά. Στην Ελλάδα το αλλάξαμε κι αυτό.
Η Ελλάδα κατά τη γνώμη μου σε επίπεδο διαπραγματευτικής τακτικής έπρεπε να ξεκινήσει από το ότι σε καμία περίπτωση δεν θα συναινέσει στην εκχώρηση του ονόματος της Μακεδονίας στα Σκόπια. Άλλωστε όταν προσέρχεσαι σε μια διαπραγμάτευση δεν ξεκινάς να διαπραγματεύεσαι από τη θέση που θεωρείς ως κόκκινη γραμμή. Πόσο μάλλον όταν η αποδοχή του ονόματος της Μακεδονίας θα μας εξευτελίσει διεθνώς και θα μείνει ως ανεξίτηλα χαραγμένη μειοδοσία στα ιστορικά χρονικά για αιώνες.
Αντιλαμβάνομαι ότι το σύνολο των κρατών έχουν αναγνωρίσει τα Σκόπια με το όνομα «Δημοκρατία Μακεδονίας» και ότι αυτό δύσκολα μπορεί να ανατραπεί. Όμως η αποδοχή και η επικύρωση από την Ελλάδα θα έχει τρομακτική νομική και ιστορική βαρύτητα. Τα Σκόπια αυτό τον καιρό παίζουν την ύπαρξη τους ως κράτος και φαίνεται ότι δεν απέχουν πολύ από το να γίνουν βορά των γειτόνων τους από τα ανατολικά και δυτικά. Το γνωρίζουν και δυστυχώς για αυτούς το γνωρίζουμε κι εμείς.
Η Ελλάδα δεν έχει πλέον να χάσει τίποτα, όλα τα κράτη του κόσμου έχουν αναγνωρίσει τα Σκόπια με το συνταγματικό τους όνομα. Τα Σκόπια όμως πρέπει να καταλάβουν ότι με αυτή την τακτική που έχουν ακολουθήσει, κάθε φορά, που θα χρειάζονται την ψήφο μας ή τη βοήθεια μας, δεν θα την έχουν και ότι υπάρχουν περιστάσεις, όπου ένα έθνος επιβάλλεται να στέκεται στο ύψος αυτών, υπερασπιζόμενο τα δίκαια του, ακόμα κι αν έχει απέναντι του πάνω από 130 χώρες να μην το αντιλαμβάνονται.
Κοντινές είναι άλλωστε οι εικόνες όταν 128 χώρες καταψήφισαν την απόφαση του Προέδρου των Η.Π.Α κ. Τράμπ να μεταφέρει την Αμερικάνικη Πρεσβεία από το Τελ Αβίδ στην Ιερουσαλήμ. Υπέρ της απόφασης ψήφισαν μόνο εννέα χώρες, παρόλα αυτά o Πρωθυπουργός του Ισραήλ κ. Μπενιαμίν Νετανιάχου βγήκε και ευχαρίστησε τους οκτώ συμπαραστάτες της χώρας του. Έτσι συμπεριφέρονται τα κράτη που μπορεί να μην έχουν στο λεξικό τους τη λέξη φιλότιμο, αλλά έχουν και υποστηρίζουν με πράξεις τις λέξεις αξιοπρέπεια, αυτοσεβασμό, αυτοπεποίθηση, σταθερότητα απόψεων και πυγμή.
Η Ελλάδα συνεχίζω να πιστεύω ότι έχει πλεονέκτημα σε αυτή τη διαπραγμάτευση, αρκεί η κυβέρνηση να καταλάβει ότι έχει το πάνω χέρι, διότι έχει μαζί της το χρόνο, ενώ τα Σκόπια σήμερα παίζουν την ίδια την ύπαρξη τους σε μια διαπραγμάτευση και πιέζονται από το χρόνο. Αν μάλιστα οι Αμερικάνοι θέλουν πάση θυσία τα Σκόπια στο ΝΑΤΟ, τότε τα πράγματα γίνονται πιο εύκολα. Αν παρ’ ελπίδα οι ΗΠΑ θέλουν να τα δώσουν όλα στα Σκόπια, αρκεί η κυβέρνηση να αφήσει το χρόνο περάσει ή να σταθεί πίσω από μια απειλή για νέο βέτο. Το μόνο που με ανησυχεί σε αυτή τη διαπραγμάτευση είναι ο κακός μας εαυτός ή η κυβέρνηση να μην θέσει βέτο αν χρειαστεί τον Ιούλιο του 2018.
Του Στέλιου Ορφανάκη*
* Ο κ. Στέλιος Ορφανάκης είναι Καθηγητής (M.Sc) Φυσικών και Θετικών Επιστημών στη Δημόσια Εκπαίδευση, έχει εξειδικευθεί στην Τραπεζική Διοίκηση και σε Παράγωγα Προϊόντα, έχει εργαστεί και ως Επενδυτικός Σύμβουλος στην Ιδιωτική Τραπεζική (Alpha Private Bank – Όμιλος ALPHA BANK)