τουλάχιστον από πρόσωπα που όφειλαν να έχουν λόγους σχολιασμού. Μέχρι τώρα, παρότι πέρασε σχεδόν ένας χρόνος, δεν έπεσε οτιδήποτε στη δική μου αντίληψη. Η αγνόηση του έργου φαντάζει περίεργη. Ή μήπως όχι;..
Όποια γνώμη κι αν έχει κανείς για τον Κωνσταντίνο και την βασιλεία γενικότερα, θα ήταν χρήσιμο να ρίξει μια ματιά στο βιβλίο. Είναι ιστορία 76 χρόνων με τη ματιά, την γνώση και τις προσεγγίσεις ενός προσώπου, που διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην πρόσφατη πολιτική μας ιστορία. Είτε συμφωνεί, είτε όχι κάποιος με τα ιστορούμενα γεγονότα, είναι καλό να έχει στον νου του αυτό, που έγραψε κάποτε ο Ραλφ Έμερσον. «Στην κυριολεξία δεν υπάρχει ιστορία: μόνο βιογραφία». Ο γράφων δεν είναι υπέρ του θεσμού της βασιλείας, ούτε και είχε ποτέ εγκρίνει- με βάση τα γνωστά σ’ αυτόν γεγονότα- τις ενέργειες του Κωνσταντίνου. Σ’ αυτό-και στο άρθρο μου της επόμενης Τρίτης- θα επισημάνω θιγόμενα από τον Κωνσταντίνο σημαντικά θέματα, για τα οποία υπάρχει ασαφής η αντίθετη ευρύτερα κοινωνική άποψη. Ας τα δούμε λοιπόν όσο πιο συμπυκνωμένα είναι δυνατόν.
Για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον Ανδρέα Παπανδρέου ο Κωνσταντίνος εκφράζεται απαξιωτικά. Καλούς λόγους όμως έχει να πει και γράψει για τον Γεώργιο Παπανδρέου, τον οποίο ιδιαιτέρως φαίνεται πως εκτιμούσε. Αναφέρεται αναλυτικά στις συνομιλίες για οικουμενική κυβέρνηση τον Μάρτιο του 1967. Υπήρξε συμφωνία -γράφει- γι’ αυτό. Τη τελευταία στιγμή ο Γ. Παπανδρέου άλλαξε γνώμη. Στην σελ.203 του 1ου τόμου εκθέτει με ασφαλή γνώση το περιεχόμενο συνομιλίας Γεωργίου και Ανδρέα Παπανδρέου. «Ο Ανδρέας είπε στον πατέρα του: Αν μπεις σε οικουμενική κυβέρνηση, τα εγγόνια σου να τα ξεχάσεις». Στη σελ.192 μεταφέρει δικό του διάλογο με τον «Γέρο» της Δημοκρατίας. Ο τότε πρωθυπουργός (αρχές 1967) φέρεται να λέγει. «Αυτό το παιδί είναι η κατάρα της ζωής μου».Για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή-μετέπειτα πρωθυπουργό και πρόεδρο δημοκρατίας -ο τέως εκφράζεται δυσάρεστα. Τον θεωρεί δημιουργό των παρακρατικών οργανώσεων και υπαίτιο της βίας και νοθείας του ’61. Πολύ νεαρός έζησα τη βία και τη νοθεία. Εδώ, αυτό παρέλκει. «Αν έγινε το ’67 βία και νοθεία, όπως πολλοί πιστεύουν -γράφει- δεν έγινε υπέρ του θρόνου. Το παλάτι ουδεμία σχέση είχε με οτιδήποτε παρακρατικό ..επειδή το απέδειξε η ίδια η πραγματικότητα (εννοεί το πραξικόπημα των συνταγματαρχών). Από τις εκλογές τις αποκαλούμενες «βίας και νοθείας» υπήρχε μηχανισμός, και αυτός ήταν του Καραμανλή..»
Επίσης γράφει ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής τον εξαπάτησε πριν την επιστροφή του τελευταίου στην Ελλάδα, πως δεν θα θέσει πολιτειακό θέμα. Γράφει στη σελ.138 του 2ου τόμου. «Δεν θα ξεχάσω την έκπληξη και την οργή μου, όταν πληροφορήθηκα, ότι ο Καραμανλής ανακοίνωσε την αναστολή του Συντάγματος του ’52 για τη μορφή του πολιτεύματος. Ήταν μια ξεκάθαρη συνταγματική εκτροπή. Ακριβώς στα χνάρια της χούντας την οποία κακά τα ψέματα ο Καραμανλής ουδέποτε πολέμησε… Αλλά ο Καραμανλής τα έκανε όλα παράνομα, και επιπλέον έδειξε την εμπάθειά του αποκαλώντας εμένα και την οικογένειά μου καρκίνωμα, όταν λίγο πριν με χαρακτήριζε ως τη μόνη έκφραση νομιμότητας στην Ελλάδα.
Στη σελ. 228 του 3ου τόμου που αναφέρεται στα γεγονότα της δεκαετίας του ’80 ο τέως γράφει. «Ο Καραμανλής έπεισε τον Ανδρέα να υιοθετήσει η κυβέρνησή του μια απόλυτα εχθρική στάση απέναντί μου χρησιμοποιώντας τον αρχικό νόμο της χούντας που δήμευε ολόκληρη την κινητή και ακίνητη περιουσία μου.» Μέμφεται τον πρώην Πρόεδρο για το γεγονός, ότι πραγματοποίησε το δημοψήφισμα χωρίς να του επιτρέψει να έρθει στην Ελλάδα. Επανερχόμενος στον 1ο τόμο του βιβλίου και με αφορμή τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη στις αρχές τις δεκαετίας του ’60 γράφει επί λέξει. «Δεν πιστεύω ότι είχε άμεση ευθύνη. Δεν είχε γνώση. Ώφειλε όμως να είχε κρατήσει μακριά και υπό έλεγχο όλους αυτούς τους σκοτεινούς ανθρώπους που έως και στο δικό του περιβάλλον είχαν άμεση πρόσβαση. Θέλοντας να βρει διέξοδο και να αποχωρήσει (εννοεί από την Ελλάδα για το Παρίσι, όπου έμενε 11 σχεδόν χρόνια) χωρίς να τον βαρύνει τίποτα, δεν είχε κανέναν ενδοιασμό να υποδείξει ξεδιάντροπα και παρασκηνιακά ως υπεύθυνο τον πατέρα μου (εννοεί τον τότε βασιλιά Παύλο). Οι παλιότεροι θα θυμούνται την περίφημη φράση του Κωνσταντίνου Καραμανλή. «Ποιος επιτέλους κυβερνά αυτόν τον τόπο;». Βαριές κουβέντες τα παραπάνω, τις οποίες ακολούθησε εκκωφαντική σιωπή μέχρι σήμερα. Καμιά κουβέντα, κανένα σχόλιο, καμία διάψευση για τον Κ. Καραμανλή που καταχωρήθηκε στη νεότερη ιστορία ως «εθνάρχης». Πρόκειται λοιπόν για μυθοπλασία και ιστορική διαστρέβλωση; Σε κάθε περίπτωση όσα ελάχιστα καταχωρήθηκαν και εφόσον τα γεγονότα έχουν ακριβώς έτσι, όμως και άλλα που σχετίζονται με τη μετεμφυλιακή οκταετία, δεν συνάδουν και τόσο με εθναρχική ιδιότητα.
Έχω καταγράψει -ελλείψει χώρου για την εφημερίδα και χρόνου για τον αναγνώστη- ελάχιστα σημεία, από τα πολλά που έχουν ενδιαφέρον για κάθε έλληνα πολίτη. Θα έλεγα και για κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο. Είναι γνωστό ότι η ιστορία γράφεται επιφανειακά. Η κοινή αντίληψη επίσης δημιουργείται χωρίς τις απαιτούμενες σε βάθος αναλύσεις γεγονότων, προσώπων, αλλά και της ιστορικής διαδρομής των τελευταίων. Ένα πρόχειρο παράδειγμα από τα εν Ελλάδι συμβάντα. Υπάρχει προσωπικότητα της εθνικής αντίστασης, που βαρύνεται ωστόσο με εγκληματικό παρελθόν. Σε επόμενο άρθρο μας θα αναφερθούμε σ’ αυτό. Είναι σημαντικό λοιπόν, να αποκτά κανείς σφαιρική αντίληψη και κατά το δυνατό ασφαλή γνώση για την ιστορία τουλάχιστον της πατρίδας του. Δεν αρμόζουν οι μυθοπλασίες, όταν και αν τυχόν τα γεγονότα τις διαψεύδουν. Για τον λόγο αυτό θα περίμενε κανείς, να υπάρξουν από ενδιαφερόμενες πλευρές σαφείς θέσεις και τοποθετήσεις στα πολύ σοβαρά ζητήματα που έχουν επίσημα καταγραφεί από τον τέως βασιλιά. Δεν υπήρξαν. Αυτό δεν είναι βέβαια έγκλημα -για να αναφερθώ σε μια ρήση του Ταλλεϋράνδου-, είναι όμως λάθος.
Γράφει ο «Ομηρος»