Είναι μία επιβεβαίωση, ιστορική δικαίωση! Αξίζει ένα σχόλιο. Έχει ιδιαίτερη σημασία, επειδή ήταν ελληνίδα ή ελληνόφωνη, από το Δρέπανον της Βιθυνίας (μετέπειτα Ελενόπολη). Ήταν όμως και Ρωμαία αυγούστα, αυτοκράτειρα, ως μητέρα του αυγούστου Κωνσταντίνου, ιδρυτή του νέου ρωμαϊκού κράτους (312-330κ.εξ), αυτού που άλλαξε τον κόσμο (διοικητικά, νομοθετικά, στρατιωτικά) από τις αρχές του 4ου αιώνα. Δεν πρόκειται βέβαια για τερτίπια ηγεμόνων που κινούνται στο προσκήνιο της εξουσίας για να αποφύγουν την ανία. Ήταν παλαιά ρωμαϊκή παράδοση η μητέρα, η γυναίκα του αυτοκράτορα να τον συμπαρίσταται έχοντας θεσμικό ρόλο όχι τόσο για τα διοικητικά θέματα, όσο για τα κοινωνικά, για να έχει ανεξαρτησία κινήσεων, να μην προσκρούουν οι πράξεις της στα νομικά στεγανά. Η ρωμαϊκή κοινωνία ήταν στρατοκρατική, σε διαρκή πολεμική ετοιμότητα και στρατιωτικό νόμο. Δεχόταν απειλές μέσα κι έξω. Μία γυναίκα της κυβερνώσης δυναστείας αναλάμβανε να εξισορροπήσει τα πράγματα με το φιλανθρωπικό της έργο, το γεγονός ότι καθόταν και άκουγε όσους το σύστημα δεν ευνοούσε. Αυτό έκαναν και οι μετά την Ελένη αυτοκράτειρες. Ας δούμε λίγο πως ανέβηκε αυτή η απλή γυναίκα στο ύπατο αξίωμα. Αλλά και πως ανταποκρίθηκε.
Η Ελένη, Χριστιανή ούσα, ήταν η αυτό που λέγεται σήμερα η «αγαπημένη» γυναίκα του μετέπειτα αυτοκράτορα Κωνσταντίου Χλωρού, καταγομένου από τη Βόρεια Βαλκανική. Aπέκτησαν τον Κωνσταντίνο που γεννήθηκε στην Ναϊσσό (σήμερα Νις της Σερβίας) στις 27 Φεβρουαρίου 270. Ο Κωνστάντιος ήταν απόλυτα τίμιος και νουνεχής άνθρωπος, στην επικράτεια που έλεγχε ως τετράρχης (Γαλατία, Ισπανία, Βρετανία) δεν εφάρμοσε ποτέ τα διατάγματα των τρομερών διωγμών από το 303/304 έως το 311. Έτσι εξηγείται πως ο Κωνσταντίνος διεκπεραίωσε νέα θρησκευτική πολιτική, αντικαθιστώντας την παλαιά διωκτική πολιτική 250 ετών!
Μετά την επικράτησή του Κωνσταντίνου το 324 η Ελένη, ως αυγούστα πλέον, ανέλαβε το έργο για το οποίο έμεινε γνωστή στην ιστορία. Μετέβη το 325 στην Ιερουσαλήμ, όπου άρχισε την έρευνα για την ανακάλυψη του Τιμίου Σταυρού.
Δεν έψαξε τυχαία, αφού ήδη ο Μακάριος επίσκοπος Αιλίας (ρωμαϊκό όνομα της Ιερουσαλήμ από το 135) είχε λάβει σχετικές διαταγές από τον Κωνσταντίνο. Όλοι γνώριζαν ότι στο μέρος όπου είχε στηθεί ο σταυρός και υπήρχε ο τάφος του Χριστού είχε κτισθεί από τον Αδριανό μετά το 135 ένας μεγάλος ναός της Αφροδίτης, όχι της ελληνικής, αλλά της Ανατολής με μητρική αναφορά. Κι ενώ, όταν περί το 30 μ.Χ. συνέβησαν τα δραματικά γεγονότα του Ιησού Χριστού, η περιοχή αυτή ήταν εκτός τειχών, τον 2ο-3ο αιώνα ήταν στο κέντρο της νέας ρωμαϊκής Ιερουσαλήμ (Aelia Capilonina). Οι Ρωμαίοι επίτηδες αναμόρφωσαν τον χώρο, θέλοντας να αφομοιώσουν την ήδη καθιερωθείσα λατρεία των Χριστιανών. Άλλωστε ο Αδριανός μετέφερε Χριστιανούς εξ εθνών στην πόλη, ενώ εξεδίωξε όλους τους Εβραίους.
Δεν είναι γνωστό κάτι επισήμως, δηλαδή από συγγραφείς, αλλά το κενό καλύπτει ένα λαϊκό κείμενο που σώθηκε στα λατινικά (το πρωτότυπο ήταν ελληνικό), η Inventio Crucis, το οποίο νομίζω πλησιάζει την πραγματικότητα. Αναφέρει ότι η ανακάλυψη έγινε στις 3 Μαΐου. Υπήρχε μία όχι πολύ γνωστή ρωμαϊκή συνήθεια να αναδεικνύουν τελετουργικά γεγονότα σε σημαδιακές ημέρες της ρωμαϊκής παράδοσης. Η 3η Μαΐου είναι η τελευταία ημέρα των Φλωραλίων, της γιορτής των Ανθέων! Ο σταυρός, όργανο φρικτού θανάτου, φαινόταν πλέον να ευωδιάζει άρωμα ανθέων! Συμβολισμοί μεν, αλλά εδώ δεν λανθάνει γυναικεία ευαισθησία; Δείχνει μία ουσιαστική πλευρά της ρωμαϊκής ψυχής να αναδημιουργεί το νέο, να ανανεώνει τη ζωή με ελπίδα. Αν λοιπόν η αυγούστα Ελένη έφτασε την άνοιξη του 325 όπως υπολογίζεται εντός ολίγου είχε τα αποτελέσματα που όλοι περίμεναν και τέλεσε με λαμπρή γιορτή την αποκάλυψη, επίσημη παρουσίαση, αλλά όχι ακόμη Ύψωση του σταυρού. Αυτό θα συνέβαινε μετά από δέκα χρόνια, το 335, στις 14 Σεπτεμβρίου. Έτσι η Ελένη στο όνομα του γιου της συνέβαλε τα μέγιστα στο να ενοποιηθεί το ρωμαϊκό κράτος, να επιβληθεί η ειρήνη, να σταματήσει το κακό.
Η Ελένη ήταν μία απλή γυναίκα, ευσεβής. Όμως βρέθηκε σε ύψιστο αξίωμα λόγω συζύγου και υιού και ανταποκρίθηκε ανάλογα. Αυτή είναι η αξία τόσων και τόσων απλών μικρών (ασήμων) και ταυτόχρονα μεγάλων ανθρώπων, που αναβαίνουν σε υψηλές θέσεις, στη διοίκηση. Από αυτούς εξαρτάται αν μετά θα κάνουν καλό, ακόμη και να μείνουν στην Ιστορία, ή να μείνουν για πάντα στην αφάνεια ως κοινοί καταναλωτές συνθημάτων της εποχής τους. Η Ελένη, μια μητέρα όπως όλες, συνέβαλε στο ακατόρθωτο.
Τελικά η μέρα που η Ελένη γέννησε τον Κωνσταντίνο έμεινε στην Ιστορία. Το 270 ήταν η αρχή, αλλά το 380 (27 Φεβ.) από τη Θεσσαλονίκη ο Θεοδόσιος Α΄ εξέδωσε το διάταγμα με το οποίο επέβαλε τον Χριστιανισμό μοναδική επίσημη θρησκεία του ρωμαϊκού κράτους. Το έκανε για να τιμήσει τη Ρωμαία αυγούστα με την ελληνική καταγωγή: γέννησε τότε τον άνθρωπο που θα είχε προορισμό να αλλάξει τον κόσμο.
Σταύρος Γουλούλης
δρ. ιστορικός