Ακολούθησε σχολιασμός για το ποιος φταίει, τι μπορούσε να γίνει και δεν έγινε, γιατί δεν αποφεύχθηκε, πως πρέπει να ενεργούμε σαν πολιτεία και να συμπεριφερόμαστε σαν οδηγοί κ.λπ.
Πριν από λίγες ημέρες, μου διηγήθηκε κάποιος οδηγός το εξής περιστατικό. Κινούμενος στην Εθνική οδό (αυτοκινητόδρομο, εκτός δικαιοδοσίας της Θεσσαλίας),σε κάποιον σταθμό διοδίων δέχθηκε σήμα τροχονόμου για συνήθη έλεγχο. Δεν προηγήθηκε κάποια παράβαση τροχονομική (ας πούμε αντικανονικό προσπέρασμα, παραβίαση διπλής διαχωριστικής γραμμής ή φωτεινού σηματοδότη, αντικανονικό προσπέρασμα προπορευομένου οχήματος, ομιλία σε κινητό ενώ οδηγούσε ή δεν έφερε ζώνη ασφαλείας). Τίποτε από αυτά. Ο οδηγός πλήρωσε τα διόδια και ο τροχονόμος του είπε να σταματήσει δεξιά. Είχε τα νόμιμα έγγραφα τα οποία επέδειξε όταν του ζητήθηκαν (άδεια οδήγησης και άδεια κυκλοφορίας του αυτοκινήτου, ασφαλιστήριο, τέλη κυκλοφορίας και όλα αυτά).Τελικά του ζητήθηκε το έγγραφο από το ΚΤΕΟ (δηλαδή το Δελτίο Τεχνικού Ελέγχου),το οποίο δεν είχε μαζί του. Είχε, όμως, αποδεικτικό στοιχείο ότι έγινε έλεγχος και καταβλήθηκε το αντίστοιχο ποσό (δηλ. την απόδειξη του ΚΤΕΟ, με την ημερομηνία κ.λπ.). Τελικά ο τροχονόμος διεπίστωσε την παράβαση και έκοψε το πρόστιμο (400 €),αφού τελικά δεν έκανε δεκτό το αποδεικτικό έγγραφο (απόδειξη πληρωμής στο ΚΤΕΟ) που σημείωνε την ημερομηνία ελέγχου και από το οποίο προέκυπτε το χρονικό πλαίσιο ισχύος του τεχνικού ελέγχου.
Κατ` αρχήν ο τροχονόμος (που ήταν και ευγενέστατος, όπως μαρτυρεί ο ελεγχθείς οδηγός) ενήργησε σωστά. Σύμφωνα με το γράμμα του Νόμου, που απαιτεί το Δ.Τ.Ε να το έχει μαζί του ο οδηγός. Το πνεύμα του Νόμου (και η ουσία), όμως, είναι να έχει υποστεί τεχνικό έλεγχο το όχημα και να κυκλοφορεί με ασφάλεια (κάτι που μπορεί να αποδεικνύεται με οποιοδήποτε έγγραφο-όπως στην προκειμένη περίπτωση συνέβη -γνήσιο βεβαίως και όχι πλαστό ή παραποιημένο). Ο νομοθέτης θέλει τον τροχονόμο να ενεργεί προληπτικά (έγκαιρα και ουσιαστικά) και δεν τον θέλει «εισπράκτορα προστίμων» τυπικών παραβάσεων.
Τέτοιοι έλεγχοι γίνονται καθημερινά και πολλοί οδηγοί υπάρχει περίπτωση να μην φέρουν μαζί τους τα πρωτότυπα έγγραφα (όπως δίπλωμα, άδεια κυκλοφορίας, ασφαλιστήριο) κατά την οδήγησή τους. Όχι δηλαδή να τα στερούνται (διότι αυτό δεν είναι τυπική, αλλά ουσιαστική και επικίνδυνη παράβαση και πολύ σοβαρή), αλλά να φέρουν κάποιο φωτοαντίγραφο που να αποδεικνύεται η κατοχή τους.
Πόσες φορές δεν γινόμαστε και οι ίδιοι μάρτυρες τέτοιων ελέγχων σε διόδια κυρίως ή σε ορισμένα άλλα σημεία που δεν εγκυμονούν κινδύνους για πρόκληση τροχαίων ατυχημάτων, ενώ την ίδια ώρα να διέρχονται βαριά οχήματα (νταλίκες ή λεωφορεία ) χωρίς να ελέγχονται για υπέρβαρο, για υπερβολική ταχύτητα, για φθαρμένα ελαστικά, για νόμιμη κατοχή και κυκλοφορία οχήματος και νόμιμη κατοχή ή στέρηση εγγράφων του αυτοκινήτου.
Με αφορμή το ίδιο πολύνεκρο, που συγκίνησε το Πανελλήνιο, ομολογήθηκε από τον ίδιο τον Υπουργό Δημόσια Τάξης ότι δεν γίνεται έλεγχος υπερβολικής ταχύτητας στους αυτοκινητοδρόμους και στα άλλα οδικά δίκτυα διότι υπάρχει πρόβλημα οικονομικό.
Δεν γνωρίζω-δεν άκουσα κάποιο τέτοιο σχολιασμό- εάν αυτό συμβαίνει (λόγω οικονομικής δυσχέρειας) και στην ΜΗ διενέργεια ελέγχων οδήγησης για μέθη (αλκοτέστ).
Προβληματισμός υπήρξε –από ειδικούς και από Αξιωματικούς της Τροχαίας- για τον τρόπο εξέτασης των οδηγών, για την έλλειψη παιδείας και την έλλειψη γενικής ενημέρωσης πρόληψης και αποφυγής των τροχαίων ατυχημάτων από τον γενικό πληθυσμό της χώρας.
Σε κάθε περίπτωση εκείνος που φταίει είναι ο άνθρωπος οδηγός, διότι εκείνος τρέχει υπερβολικά, οδηγεί χωρίς δίπλωμα, μεθυσμένος, ομιλώντας στο κινητό του, οδηγώντας εγωϊστικά και χωρίς να υπολογίζει κανένα (παραβιάζει σηματοδότες, σήματα προτεραιότητας, διπλές διαχωριστικές γραμμές, αντικανονικές προσπεράσεις, οδηγεί με φθαρμένα ελαστικά, με υπερβολικό φορτίο, με επιβαίνοντες στην καρότσα του αγροτικού, χωρίς ζώνη ασφαλείας και χωρίς κράνος). Με δυό λόγια ο πρώτος φταίχτης είναι ο οδηγός που γίνεται υπαίτιος ΌΛΩΝ των παραπάνω παραβάσεων ουσίας (και όχι τυπικών), δηλαδή παραβάσεων του Κ.Ο.Κ. που σκοτώνουν και δημιουργούν πόνο και δυστυχία σε ανθρώπους, σε οικογένειες, σε τοπικές κοινωνίες, σε όλους μας.
Οι τροχονόμοι, υπερβαίνοντας ακόμη και τα ανθρώπινα όρια της καλώς νοούμενης απλής εργασίας και φθάνοντας σε εκείνα του λειτουργήματος, δεν αρκούν για να αποτρέψουν την πρόκληση σοβαρότατων τροχαίων ατυχημάτων στους δρόμους. Ούτε θεϊκές ιδιότητες έχουν, ούτε πανταχού παρόντες μπορούν να είναι. Αρκεί να ενεργούν φιλότιμα, με προθυμία και ζήλο την εργασία τους και να είναι ουσιαστικοί και αποτελεσματικοί στους ελέγχους τους.
Πρόληψη και αποτροπή γίνεται όταν εμείς ως άνθρωποι -οδηγοί σεβαστούμε πρώτα τον εαυτό μας, την ίδια μας την ζωή, την ζωή των συνανθρώπων μας (που βρίσκονται στους δρόμους ως οδηγοί τροχοφόρων ή πεζοί) και τηρώντας με σεβασμό και πιστά τους νόμους που η πολιτεία θεσπίζει και οφείλει να εφαρμόζει με κάθε τρόπο.
Γράφει ο Σωτ. Αθαν.Μουντζούρης