Αντί να αναζητούνται οι υπεύθυνοι της τεράστιας καταστροφής που προκλήθηκε στην Ελλάδα μετά το 2010, έτσι ώστε να πληρώσουν για τις ζημίες που υπέστη η χώρα μας, η δημόσια συζήτηση στρέφεται σκόπιμα από την αντιπολίτευση κύρια σε άλλα θέματα (διορισμός Καρανίκα, πρωθυπουργικό αεροσκάφος, αξιολόγηση κ.λπ. ) για να συνεχιστεί η ενοχοποίηση και η θυματοποίηση των πολιτών, οι οποίοι σιωπούν ανεξήγητα και δεν επαναστατούν.
Επτά χρόνια μετά την καταδικαστική απόφαση εναντίον της Ελλάδας, με βάση την οποία η τρόικα ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας με στόχο την ολοκληρωτική λεηλασία της, καθώς επίσης την πλήρη μετατροπή της σε αποικία χρέους των ξένων εντολοδόχων της, η παραπλάνηση - χειραγώγηση των εξαθλιωμένων πλέον Ελλήνων συνεχίζεται ακάθεκτη.
Υπενθυμίζουμε πως λόγω του ελλείμματος που ανακοίνωσε ψευδώς το 2009 η τότε κυβέρνηση του ΓΑΠ, το δημόσιο χρέος εκτοξεύθηκε στο 128% του ΑΕΠ από το 112%, κατηγορώντας παράλληλα τους Έλληνες ως διεφθαρμένους, χωρίς να λάβει κανένα απολύτως μέτρο για τον περιορισμό του. Εύλογα λοιπόν η Ελλάδα απομονώθηκε από τις αγορές, μη έχοντας πλέον άλλη δυνατότητα από την αποδοχή της καταδίκης της.
Μεταξύ πολλών άλλων που θα μπορούσε να δρομολογήσει η τότε κυβέρνηση για να αποφευχθεί το εκ προμελέτης έγκλημα των μνημονίων, ήταν ο εσωτερικός δανεισμός μέσω της έκδοσης εθνικών ομολόγων, κάτι που φυσικά ούτε καν επιχειρήθηκε. Επίσης η σύνταξη ενός κρατικού ισολογισμού, έτσι ώστε να μη φαίνονται μόνο τα χρέη της χώρας, αλλά και τα περιουσιακά της στοιχεία οπότε θα προέκυπτε η καθαρή οικονομική της θέση, η οποία ακόμη και τότε ήταν θετική.
Η αιτία τώρα της καταδίκης της Ελλάδας δεν ήταν τόσο το έλλειμμα, ειδικά σε μία χρονική συγκυρία που όλες οι χώρες του πλανήτη αντιμετωπίζουν ανάλογα προβλήματα με ευθύνη των Η.Π.Α., αλλά η στενότητα ρευστότητας, καθώς επίσης και η μετέπειτα απομόνωσή της από τις αγορές, είτε αυτή οφειλόταν σε σκοτεινές υπόγειες σκοπιμότητες, είτε στον ερασιτεχνισμό, την ανοησία και πολύ πιθανόν την προδοσία της τότε κυβέρνησης.
Όσον αφορά το ύψος του χρέους, ήταν χαμηλότερο από το σημερινό της Ιταλίας, ακόμη και αν το έλλειμμα του 2009 ήταν σωστό, πόσο μάλλον όταν η Ελλάδα δεν είχε τραπεζικά προβλήματα όπως η Ιταλία σήμερα ή η Ισπανία τότε, ούτε υπερβολικά κόκκινα δάνεια ούτε μεγάλο ιδιωτικό χρέος.
Εκτός αυτού, απέναντι στο δημόσιο χρέος υπήρχαν περιουσιακά στοιχεία του κράτους αξίας 300δις ευρώ σύμφωνα με το Δ.Ν.Τ., χωρίς να συμπεριλαμβάνεται ο τεράστιος ορυκτός πλούτος, περιουσιακά στοιχεία που σήμερα έχουν απαξιωθεί σκόπιμα, υπολογίζοντας πως η τιμή τους είναι πλέον αρκετά κάτω από τα 50 δισ. ευρώ.
Μετά από την «επιτυχημένη» για τους δανειστές βέβαια πολιτική των μνημονίων, δεν εκτοξεύθηκε μόνο το δημόσιο χρέος στο 180% του ΑΕΠ ( σε απόλυτα νούμερα είναι στα 350 δισ. ευρώ, όταν το 2010 ήταν κάτω από τα 300 δισ., παρά την διαγραφή που υπερέβη τα 120 δισ. ευρώ ), αλλά επίσης το ιδιωτικό, σε επίπεδα που δεν θα μπορούσε ποτέ κανείς να φαντασθεί το 2010. Επί πλέον χρεοκόπησαν οι τράπεζες επιβαρύνοντας με πάνω από 40 δισ. ευρώ το χρέος, έκλεισαν δεκάδες χιλιάδες επιχειρήσεις, πτώχευσαν εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά και χάθηκαν ιδιωτικά περιουσιακά στοιχεία πάνω από 500 δισ. ευρώ.
Αντί λοιπόν να αναζητούνται οι υπεύθυνοι της τεράστιας καταστροφής, έτσι ώστε να πληρώσουν τις ανυπολόγιστες ζημίες που υπέστη η χώρα μας, η δημόσια συζήτηση αποπροσανατολίζει σκόπιμα τους Έλληνες για να συνεχιστεί η ενοχοποίηση τους.
Αυτό δεν σημαίνει φυσικά πως οι Έλληνες δεν έκαναν μεγάλα λάθη, αλλά όχι τέτοια που να δικαιολογούν την υπαγωγή της χώρας στην τρόικα, και την σημερινή οικονομική εξαθλίωσή τους, ενώ ένα μεγάλο μέρος της επιδείνωσης της ελληνικής οικονομίας πριν από το 2010 οφείλεται στα προβλήματα της Ευρωζώνης και ειδικά στην πολιτική φτωχοποίησης που ακολούθησε η Γερμανία.
Περαιτέρω, εκείνο που πρέπει να μας απασχολεί σήμερα δεν είναι το παρελθόν, το οποίο καλώς ή κακώς έχει παρέλθει, αλλά το μέλλον, ενώ παράλληλα δεν πρέπει να δίνεται βήμα σε όλους αυτούς που προσπαθούν να μετακυλήσουν το σύνολο των ευθυνών στους Έλληνες, ευρισκόμενοι στην έμμισθη υπηρεσία του ΔΝΤ, της Τρόικα, της Γερμανίας ή όποιου άλλου επιδιώκει σκόπιμα κάτι τέτοιο.
Στο πλαίσιο αυτό, με δεδομένες πλέον τις αλλεπάλληλες παραδοχές του ΔΝΤ για τα «λάθη» του, η κυβέρνηση πρέπει να καταθέσει αγωγή αποζημίωσης στο ευρωπαϊκό δικαστήριο εναντίον του. Εκτός αυτού πρέπει να καταγγείλει στο ίδιο δικαστήριο τις παράνομες δανειακές συμβάσεις, μέσω των οποίων μεταφέρθηκαν οι απαιτήσεις των γαλλικών και γερμανικών τραπεζών εναντίον της Ελλάδας στους Ευρωπαίους πολίτες, καθώς επίσης να προβεί σε αναστολή πληρωμών, εάν δεν της εγκριθεί η διαγραφή εκείνου του μέρους του χρέους που δεν οφείλεται στη χώρα μας, αλλά στην αποικιοκρατική πολιτική που μας επέβαλλαν οι δανειστές μετά το 2010.
Παράλληλα, οφείλει να εκπονήσει ένα εθνικό σχέδιο εξόδου από την κρίση, έτσι ώστε να μην επικαλούνται όλοι όσοι εξυπηρετούν ξένα συμφέροντα, το ότι δεν μπορεί να υπάρξει άλλο ρεαλιστικό σχέδιο εκτός από τα μνημόνια, κάτι που δεν έχει δυστυχώς ούτε η αξιωματική αντιπολίτευση, η οποία παραμένει υπέρ των μνημονίων, με το γνωστό αποτυχημένο από το παρελθόν «άλλο μείγμα πολιτικής». Το σχέδιο αυτό πρέπει να στηρίζεται σε ίδια μέσα, κυρίως σε δημόσιες επενδύσεις, χωρίς τις οποίες δεν υπάρχει καμία δυνατότητα ιδιωτικών, όσες κρατικές επιχειρήσεις και αν ιδιωτικοποιηθούν, έστω στις σημερινές εξευτελιστικές τιμές. Επειδή όμως είναι αδύνατον να διενεργηθούν δημόσιες επενδύσεις, όταν όλα τα έσοδα του κράτους συμπεριλαμβανομένων και των αποκρατικοποιήσεων οδηγούνται στην εξυπηρέτηση των παλαιών χρεών, τα οποία συνεχώς αυξάνονται παρ’ όλα αυτά, η αναστολή πληρωμών είναι απολύτως απαραίτητη όσο και αν κοστίσει στην πατρίδα μας.
Του Ντίνου Ζήσου