Οι Ευαγγελιστές αναφέρονται στο ασύλληπτο αυτό στον ανθρώπινο νου θαύμα και μυστήριο. Στην κένωση του Θεού Λόγου, όπως λέγεται η ταπείνωσή του να κατεβεί στην ταπεινή γη μας και να λάβει την ανθρώπινη σάρκα. Προσέλαβε αυτό που δεν ήταν, την ανθρώπινη φύση, χωρίς να στερηθεί η ν’ αποβάλλει αυτό που ήταν, τη Θεότητά του. Εισήλθε στο χώρο και στο χρόνο ο Άχρονος και Αιώνιος. Και έγινε κατά πάντα όμοιος με μας, εκτός της αμαρτίας. Εκστατικός ο υμνωδός μπροστά στο μυστήριο της Θείας Ενανθρώπησης μελωδεί:“ Ο εν κόλποις του Πατρός, πως εν αγκάλαις της Μητρός;…. Άσαρκος γαρ ων, εσαρκώθη εκών και γέγονεν ο ών, ο ουκ ήν δι ημας και μη εκστάς της φύσεως , μετέσχε του ημετέρου φυράματος”.
Στο ερώτημα: Πώς συνέβησαν όλα αυτά; Ο ιερός Χρυσόστομος απαντά :“Εγένετο γαρ ως οίδεν Αυτός” .
Η δική μας αδυναμία να κατανοήσουμε το μυστήριο της Θείας οικονομίας, της συγκαταβάσεως δηλαδή του Θεού να γίνει άνθρωπος, δεν σημαίνει ότι αυτό ανήκει στο χώρο της φαντασίας ή ότι αποτελεί ευσεβή ρομαντισμό . Άλλωστε τόσο μεγάλη ταπείνωση του Ύψιστου Θεού δεν ήταν δυνατό να επινοήσει ο ανθρώπινος νους. Αλλά θα φανταζόταν την κάθοδό του στη γη μεγαλειώδη και επιβλητική. Mε τη συνοδεία επουρανίων δυνάμεων. Ούτε θα φανταζόταν μια τόσο ταπεινή αρχή του Χριστιανισμού από τον στάβλο και τη φάτνη των αλόγων ζώων. Από το αχούρι, με κατάληξη το ικρίωμα του Σταυρού. Τον Οποίο εξαγίασε και κατέστησε ποθεινό και εράσμιο. Σύμβολο της παντοδυναμίας της αγάπης του.
Είναι αξιοσημείωτο ότι η Ενανθρώπιση του Θεού έγινε “ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου ”. Όταν δηλαδή ο κόσμος είχε φτάσει σε τραγικό αδιέξοδο από κάθε πλευρά. Ηθική, πνευματική, κοινωνική. Τότε “εξαπέστειλεν ο Θεός τον Υιόν Αυτού γενόμενον εκ γυναικός”(Γαλ. 4,4).
Ο ερχομός στη γη του Σωτήρος, παρότι δεν έγινε με επιβλητικότητα, χαιρετίσθηκε από αγγέλους και ανθρώπους. Και επέδρασε βαθιά στην ιστορία και στον πολιτισμό. Άλλαξε τα ήθη του κόσμου. Έδωσε νέα πνοή στην καταπονημένη ανθρωπότητα. Άλλαξε τη ροή της ιστορίας.
Αυτή η αλλαγή συντελέσθηκε με το λόγο και τη θυσία. Με το κήρυγμα της αγάπης και της ειρήνης, στο οποίο ο αντίθεος κόσμος αντέταξε σκληρή βία, διωγμούς και μαρτύρια , αίματα και θυσίες. Όχι μόνο τους τρεις πρώτους χριστιανικούς αιώνες, αλλά σε όλη τη διαδρομή του χρόνου μέχρι σήμερα. Ως τις ημέρες μας. Γιατί και σήμερα, στον 21ο αιώνα μετά Χριστόν, ρέει άφθονο το χριστιανικό αίμα στις χώρες της Μέσης Ανατολής, της Ασίας και της Αφρικής. Βασανίζονται οι άνθρωποι για το Χριστό . Για το “έγκλημα ” τους να είναι χριστιανοί. Να πιστεύουν στον Ιησού τον Ναζωραίο, κάτω από την ταπεινή ανθρώπινη φύση του Οποίου κρυβόταν ολόκληρη η Θεότητα. Ανταύγειες της Θεότητάς του άστραψαν στο όρος Θαβώρ κατά τη Θεία του Μεταμόρφωση. Τότε έλαμψε το πρόσωπό αυτού ως ο ήλιος, τα δε ιμάτια του έγιναν λευκά ως το χιόνι! Ήταν τόσο στιλπνά, ώστε οι Μαθητές του Χριστού συγκλονίσθηκαν. Έμειναν έκθαμβοι. Και όταν άκουσαν τη φωνή του Θεού Πατέρα : «Ούτος εστίν ο υιός ο αγαπητός…» τους κατέλαβε τέτοιος τρόμος , ώστε έπεσαν πρηνείς. Τόση ψυχοσωματική δόνηση αισθάνθηκαν καθώς αξιώθηκαν να δουν, όσο μπορούσαν με τα πήλινα μάτια τους, το Χριστό στη θεϊκή του δόξα. Δόξα «ως Μονογενούς παρά Πατρός» και όχι στο ταπεινό σχήμα « του υιού του ανθρώπου».
Τρανή απόδειξη της θεότητας του Χριστού αποτελεί και η ύπαρξη του Χριστιανισμού επί τόσους αιώνες. Η ύπαρξη της Εκκλησίας εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια. Βεβαιώνει αυτό το γεγονός τη θεία καταγωγή του Χριστιανισμού. Το ακλόνητο της χριστιανικής πίστης.
Ο Χριστός, λοιπόν, το νήπιο της Βηθλεέμ, δεν είναι απλώς ένας άνθρωπος, οσονδήποτε μεγάλος και σπουδαίος , αλλά ο Θεάνθρωπος Λυτρωτής του κόσμου, που δεν χωράει στα ανθρώπινα μέτρα. Είναι ο Υιός του Θεού, η αρχή και το τέλος της ιστορίας. Αυτός, ενώπιον του Οποίου «παν γόνυ κάμψει επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων» (Φιλιπ.2,10).
Ο Χριστός είναι το φως του κόσμου. Φως η ζωή του. Φως η διδασκαλία του. Φως τα θαύματα και η ανάστασή του.
Ο Χριστός είναι και η ελπίδα του κόσμου. Ελπίδα, όχι σαν τις ελπίδες του κόσμου, που ζει μακριά από το Θεό. Είναι γνωστές οι απογοητεύσεις που ένιωσαν άνθρωποι οι οποίοι στήριξαν την ελπίδα τους στην αδηλότητα του πλούτου και ενώ κολυμπούσαν στο χρήμα, βρέθηκαν ξαφνικά στους πέντε δρόμους. Είναι επίσης γνωστό πόσο αδύνατη αποδείχθηκε η επιστήμη να στηρίξει όσους εναπέθησαν σε αυτήν την ελπίδα τους, μα λύγισαν στις ποικίλες δοκιμασίες της ζωής (ανίατες ασθένειες, θάνατοι προσφιλών κ. α.). Και είναι επίσης γνωστό πόσο αδύναμη και ανίκανη αποδείχθηκε η ασταθής στρατιωτική και πολιτική δύναμη να σώσει τους στρατοκράτες και τους πολιτικούς ηγέτες. Πόσο επίκαιρος είναι ο λόγος της Εκκλησίας «Μη πεποίθατε επ’ άρχοντας, επί υιούς ανθρώπων…».
Ο Χριστός είναι η ελπίδα του κόσμου, που δεν συγκρίνεται με τις φρούδες, τις μάταιες κι απατηλές ελπίδες, τις οποίες υπόσχονται οι καιροσκόποι και δημοκόποι. Και που διαψεύδονται και κλονίζουν άτομα και λαούς ολόκληρους. Τους βυθίζουν στο χάος και στην καταστροφή . Τους κόβουν της ψυχής τα φτερά. Τους στερούν το κουράγιο να ζουν και να ελπίζουν. Να προσμένουν αλλαγή και βελτίωση , έξοδο από τη δυστυχία.
Εξόριστος στο νησί της Αγίας Ελένης ο Μέγας Ναπολέων διακήρυξε την αλήθεια ότι «πάντες εκείνοι, τους οποίους θαυμάζει η ιστορία, ήσαν άνθρωποι. Ουδείς εξ αυτών δύναται να παραβληθή προς τον Ένα, ο Οποίος λέγεται Ιησούς. Ο Ιησούς δεν είναι απλούς άνθρωπος: είναι ο Θεάνθρωπος».
Στο Χριστό λοιπόν ας στρέψουμε την προσοχή και την ελπίδα μας στους δύσκολους καιρούς που ζούμε. Στο χαλασμό της εποχής μας, που σαρώνει και ευτελίζει τα πάντα και γεμίζει απελπισία τις ψυχές. Στο Χριστό, που είναι ο μόνος αξιόπιστος και αδιάψευστος. Εύστοχα ψάλλει ο ποιητής: «Όλοι μας γέλασαν φοβερά, μας κόψαν της ψυχής τα φτερά Αυτός μονάχα μας μένει πια, ελπίδα και χαρά».