να καταγράψει ανελλιπώς η στήλη αυτή με απλό και κατανοητό τρόπο, με βάση όσα έχει προσφέρει η ιστορική έρευνα.
Σήμερα θα κάνουμε έναν περίπατο στον πεζόδρομο της οδού Παπαναστασίου[1]. Θα ξεκινήσουμε από την οδό Κύπρου με κατεύθυνση προς την οδό Βενιζέλου, ακολουθώντας τα κτίρια της δεξιάς πλευράς. Έπειτα από λίγα μέτρα φθάνουμε στη στοά Μπούρα, ένα στενό, μικρό και τυφλό δρομάκι με γραφεία και καταστήματα και από τις δύο πλευρές, το οποίο απέναντί του αντικρίζει την οδό Ύδρας, ίσως τον μικρότερο σε μήκος δρόμο της Λάρισας (20-25 μέτρων). Στη συνέχεια, με οδηγό τη δημοσιευόμενη φωτογραφία, θα περιγράψουμε τα καταστήματα της πλευράς αυτής από τη στοά Μπούρα μέχρι τη διασταύρωσή της με τη Βενιζέλου, όπως ήταν προπολεμικά.
—Το πρώτο κατάστημα που συναντάμε είναι του Στυλ. Παπαγεωργίου (1848-1925). Αγοράστηκε το 1898 και αρχικά εμπορευόταν σιδηρικά, ραπτομηχανές, κ.λπ. Το 1902 το κατεδάφισε και στη θέση του κατασκεύασε νέο λιθόκτιστο. Εν τω μεταξύ εμπλούτισε το κατάστημά του με αγροτικά μηχανήματα και ήταν ο γενικός εισαγωγέας για ολόκληρη τη Θεσσαλία των Αμερικανικών θεριστικών μηχανών Mac Cormick [2]. Το 1917 τον διαδέχθηκε ο γιος του Γεώργιος και η επιχείρηση έφερε την επωνυμία «Έκθεσις Στυλ. Παπαγεωργίου και Σια» μέχρι τον σεισμό του 1941, όταν το κατάστημα καταστράφηκε ολοσχερώς[3].
—Δίπλα ήταν το κατάστημα ηλεκτρικών ειδών του Γεωργίου Παπαγιάννη. Πολύ παλιά στο σημείο αυτό ήταν το πρώτο αρτοποιείο που ίδρυσε ο Γεώργιος Αντωνιάδης ερχόμενος στη Λάρισα. Το 1931, όταν ο τελευταίος εγκαταστάθηκε στο ιδιόκτητο κατάστημά του που υπάρχει μέχρι σήμερα στον ίδιο δρόμο από τον συνονόματό του εγγονό, το ενοικίασε ο Γ. Κυπαρίσσης, ο οποίος το ευπρέπισε και το λειτούργησε σαν ζαχαροπλαστείο με το όνομα «Αίγλη». Φαίνεται όμως ότι δεν μπόρεσε να αντεπεξέλθει στον ανταγωνισμό με το ζαχαροπλαστείο «Κυβέλεια» των αδελφών Βρεττόπουλου που βρισκόταν απέναντι και ο Κυπαρίσσης το εγκατέλειψε. Τότε βρήκαν την ευκαιρία και το ενοικίασαν οι γιοι του Στυλ. Παπαγεωργίου και επέκτειναν το ιδιόκτητο κατάστημά τους, στο οποίο εν τω μεταξύ είχαν δημιουργήσει και έκθεση σύγχρονων για την εποχή γεωργικών μηχανημάτων (τρακτέρ, θεριστικές και χορτοσυλλεκτικές μηχανές).
—Ακολουθούσε το κατάστημα του Ναούμ Ωρολογόπουλου που διέθετε γραμμόφωνα με χωνιά, δίσκους, ποδήλατα, μέχρι και γαλότσες για να προστατεύονται τα παπούτσια από τις λάσπες των χωμάτινων δρόμων της Λάρισας τον χειμώνα, τις οποίες μάλιστα διαφήμιζε σαν «φάρμακο κατά της υγρασίας»[4]. Ο Ναούμ Ωρολογόπουλος ήταν επίσης ερασιτέχνης δημοσιογράφος. Διετέλεσε επί σειρά ετών μόνιμος ανταποκριτής της εφημερίδας «Θεσσαλία» του Βόλου[5]. Επιπλέον ασχολήθηκε και με την τοπική αυτοδιοίκηση. Διετέλεσε για πολλά χρόνια δημοτικός σύμβουλος και επί δημαρχίας Δημητρίου Καραθάνου (1951-1954) κατέλαβε την προεδρία του Δημοτικού Συμβουλίου Λαρίσης.
—Το επόμενο κατάστημα δίπλα από του Ωρολογόπουλου το είχε ενοικιάσει ο Δημήτριος Δαφνόπουλος, ο οποίος εμπορευόταν ραπτομηχανές, γραφομηχανές και ποδήλατα. Όταν αυτός το εγκατέλειψε, το πήρε ο Ωρολογόπουλος και επέκτεινε το αρχικό του κατάστημα.
— Δίπλα του λειτούργησε για πολλά χρόνια το φανοποιείο του Θωμά Βενέτη. Παρ’ όλο που είχε την επιγραφή «φανοποιείον», κατασκεύαζε και άλλα αντικείμενα, όπως ποτιστήρια, σκάφες, μαγκάλια, σωλήνες για θερμάστρες και άλλα.
—Πάνω από τα καταστήματα αυτά υπήρχε όροφος, η είσοδος του οποίου γινόταν από μια σκάλα που βρισκόταν στο πίσω μέρος των καταστημάτων. Στον όροφο αυτό αρχικά στεγάστηκε το Εργατικό Κέντρο Λαρίσης και κατά την περίοδο του 1928-29 βρίσκουμε να είναι εγκατεστημένα τα γραφεία της Ομοσπονδίας Επαγγελματιών και του Εμπορικού Συλλόγου. Ο χώρος διέθετε μια μεγάλη αίθουσα, όπου γίνονταν συνελεύσεις των μελών σωματείων και οργανώσεων. Ακόμη πραγματοποιούνταν πνευματικές εκδηλώσεις και πολιτικές συγκεντρώσεις γιατί δεν υπήρχε τότε άλλη μεγάλη αίθουσα στην πόλη. Μάλιστα την περίοδο αυτή στεγάστηκε στους χώρους του και η Ομάδα Προσκόπων Λαρίσης [6].
—Το κτίριο διέθετε πίσω από τα καταστήματα μεγάλη αυλή και στο βάθος υπήρχε μια σειρά από μικρά κτίσματα, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν κατά καιρούς για καφενεία και ψυχαγωγικά κέντρα. Για πολλά χρόνια υπήρχε στην αυλή αυτή το καφενείο του Κωσταρέλου, το οποίο εξυπηρετούσε σε καφέδες όλα τα μαγαζιά της οδού Ακροπόλεως που βρίσκονταν από τη διασταύρωση της οδού Κύπρου μέχρι την οδό Βενιζέλου. Όταν ο Κωσταρέλος αποσύρθηκε, το ενοικίασε ο Μήτσος Αγραφιώτης, αφού έκλεισε το «Καφέ-Σαντάν» που για χρόνια διατηρούσε στην οδό Απόλλωνος και δημιούργησε μια ταβέρνα που ονόμασε «Κήπο του Αλλάχ». Δεξιά και αριστερά στην αυλή είχε φυτέψει άφθονο πράσινο με άνθη και η ατμόσφαιρα τα βράδια του καλοκαιριού ήταν γοητευτική. Τον χειμώνα στα μικρά δωματιάκια συγκεντρώνονταν παρέες φιλόμουσων, μέλη του Μουσικού Συλλόγου.
Όλα αυτά τα καταστήματα που διακρίνονται στη σημερινή φωτογραφία και έχουν περιγραφεί, υπέστησαν σοβαρές ζημιές κατά τη διάρκεια της κατοχής και ιδίως από τον σεισμό του 1941. Μεταπολεμικά κατεδαφίστηκαν και στη θέση τους κατασκευάστηκαν στη σειρά η πολυώροφη οικοδομή, στο ισόγειο της οποίας στεγάζεται σήμερα η Alpha Bank, στη συνέχεια ο κινηματογράφος «Γαλαξίας» και το ξενοδοχείο «Διβάνη Παλλάς». Σήμερα στη θέση του κινηματογράφου υπάρχει μια μεγάλη και όμορφη αίθουσα εκδηλώσεων του ξενοδοχείου.
—Ακολουθεί το κτίριο που καταλαμβάνει τη γωνία των σημερινών οδών Παπαναστασίου και Βενιζέλου. Παλιά ήταν το κατάστημα του Δημητρίου Αλεξάνδρου[7]. Στα μέσα της δεκαετίας του 1920 ο γιος του Ιωάννης Αλεξάνδρου αγόρασε το διπλανό οικόπεδο και έκτισε το τριώροφο μέγαρο που υπάρχει μέχρι σήμερα. Στη θέση του παλιού καταστήματος Αλεξάνδρου κτίστηκε το κτίριο που στέγασε την Τράπεζα Λαρίσης. Κύριοι μέτοχοι αυτής της Τράπεζας ήταν ευκατάστατοι Λαρισαίοι, οι οποίοι αποτελούσαν έναν ευρύτατο οικογενειακό κύκλο. Αναφέρονται οι οικογένειες των Κων. Οικονομίδη, Μιλτ. Ζαρίμπα, Βασ. Αρσενίδη, Κων. Δημητριάδη, Κων. Σκαλιώρα και άλλων. Διοικητής τοποθετήθηκε ο δικηγόρος Κώστας Οικονομίδης, ένας μεγαλοπρεπής άνθρωπος που τηρούσε όλους τους τύπους του αξιώματός του.
Το 1929, με την παγκόσμια οικονομική κρίση, δεν έμεινε ανεπηρέαστη και η χώρα μας. Το 1930 η Τράπεζα Κοσμαδοπούλου του Βόλου, με την οποία η Τράπεζα Λαρίσης είχε ισχυρούς οικονομικούς δεσμούς, χρεοκόπησε. Το γεγονός αυτό επηρέασε σοβαρά και τη δική μας Τράπεζα. Ωστόσο η τελευταία κατέθεσε το χαρτοφυλάκιό της στην Εθνική Τράπεζα, από την οποία χρηματοδοτήθηκε για να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της. Από τότε συνέχισε τη λειτουργία της αλλά με περιορισμένο κύκλο εργασιών. Το κτίριο της Τραπέζης Λαρίσης εκποιήθηκε κατά την κατοχή και περιήλθε στην ιδιοκτησία των αδελφών Αμπαριάν. Εν συνεχεία κατεδαφίστηκε, κατασκευάστηκε νέο διώροφο οίκημα, στο οποίο στεγάστηκε το κατάστημα νεωτερισμών του Τάκη Αγραφιώτη, και το «Μονακό» ενώ στον όροφο είχε για ένα διάστημα τα γραφεία και το εντευκτήριο των μελών του ο Ορειβατικός Σύλλογος. Σήμερα το κτίσμα αυτό, μαζί με το διπλανό παλιό μέγαρο Αλεξάνδρου, έχουν αγοραστεί από γνωστούς επιχειρηματίες της πόλης μας.
[1]. Ο δρόμος αυτός από το 1881 μέχρι σήμερα άλλαξε πολλές φορές ονομασία. Επί δημαρχίας Γαλάτη (1887-1891) ονομάστηκε Ακροπόλεως, καθώς ξεκινούσε από την ακρόπολη της Λάρισας και έφθανε λίγο πιο κάτω από την εκκλησία του Αγ. Νικολάου. Όπως παρατηρούμε, την εποχή εκείνη ο λόφος ονομαζόταν Ακρόπολη. Η σημερινή κοινή ονομασία Φρούριο είναι μεταγενέστερη και σαφώς εσφαλμένη.
[2]. Γρηγορίου Αλέξανδρος. Στυλιανός Παπαγεωργίου (1848-1925). Ο ιδρυτής μιας επιχειρηματικής αυτοκρατορίας-Α’, εφ. «Ελευθερία», Λάρισα, φύλλο της 22ας Απριλίου 2018.
[3]. Για το μέγεθος της καταστροφής βλέπε τη γερμανική φωτογραφία του 1941, η οποία δημοσιεύεται στο βιβλίο: Η Μνήμη της Πόλης. Λάρισα. Κατοχή-Απελευθέρωση (1941-1944). Αρχείο Φωτογραφιών Βύρωνα Μήτου, Λάρισα (2018) σελ. 166.
[4]. Ο Ναούμ Ωρολογόπουλος καταγόταν από την Καστοριά. Ο πατέρας του Νικόλαος με τον θείο του Βασίλειο και τις οικογένειές τους λίγα χρόνια μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας εγκατέλειψαν την Καστοριά, εγκαταστάθηκαν στη Λάρισα και εργάστηκαν σαν Ωρολογοποιοί.
[5]. Τις δύο πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα η Λάρισα δεν διέθετε καθημερινή εφημερίδα, ενώ ο Βόλος είχε εκτός από τη «Θεσσαλία», τον «Κήρυκα», ανταποκριτής του οποίου ήταν στη Λάρισα ο δικηγόρος Αδαμάντιος Νικολαΐδης και η «Πανθεσσαλική», ανταποκριτής της οποίας ήταν ο Κώστας Κατσουλίδης.
[6]. Πληροφορία από τον παλιό πρόσκοπο και μέλος της Φωτοθήκης Λάρισας Βαγγέλη Ρηγόπουλο.
[7]. Το 1879, σε ηλικία 17 ετών, ο Δημήτριος Αλεξάνδρου μετακόμισε από τον Τύρναβο στη Λάρισα και άνοιξε κατάστημα υαλικών με συνέταιρο τον Κυριακό Γεωργ. Διδάσκαλο. Η συνεργασία όμως αυτή διήρκησε μικρό διάστημα. Πληροφορία από τον συνονόματό εγγονό του Δημητράκη Αλεξάνδρου.
Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου (nikapap@hotmail.com)