Και τα δύο φέρουν το αποτύπωμα της ψυχής του Μίλτου. Γιατί ο Μίλτος σε όλα του τα έργα έβαζε ψυχή. Και τα δύο αποτελούν την ανεκτίμητη καλλιτεχνική του κληρονομιά στην πόλη που αγαπούσε.
Ζούσε και δημιουργούσε στην Αθήνα. Η Λάρισα όμως ήταν η πόλη των παιδικών και των εφηβικών του χρόνων. Ήταν τα όμορφα χρόνια της νιότης, της τρέλας και της ανεμελιάς. Τα χρόνια του χαμόγελου και των ονείρων για το μέλλον. Στο μυαλό μας θα έχουμε πάντα αυτή την εικόνα, την εικόνα του παιδιού του ζωντανού και του χαρούμενου. Θα θυμόμαστε το καθαρό του βλέμμα, το κοφτερό μυαλό του, την καλοσύνη, την ειλικρίνειά του και το πηγαίο γέλιο του!
Η είδηση του ατυχήματός του ήταν ένα σοκ για μας, τους συμμαθητές του. Δυσκολευτήκαμε να αποδεχτούμε την άλλη εικόνα του, αυτή στο αναπηρικό καροτσάκι. Αυτός όμως μας συμφιλίωσε και με την άλλη εικόνα. Αυτή που αποδέχτηκε και ο ίδιος γι’ αυτό και δε λύγισε. Δεν το έβαλε κάτω, όσες ατυχίες κι αν τον βρήκαν, όσα εμπόδια κι αν συνάντησε. Η ψυχική δύναμή του ήταν πολύ μεγάλη. Η δίψα του για ζωή, δημιουργία και προσφορά του έδωσε τη δύναμη να παλέψει. Συνέχισε να εργάζεται με πάθος και δημιούργησε πλήθος εικαστικών έργων και γλυπτών και κέρδισε μια θέση σημαντική στον καλλιτεχνικό χώρο.
Όταν του ζητήθηκε να φιλοτεχνήσει ένα άλογο για τον Δήμο της Λάρισας, το είδε σαν ευκαιρία να κάνει ένα έργο για την πόλη του. Έβαλε όλη του την τέχνη για να φτιάξει την εικόνα του αλόγου που πίστευε πως ταίριαζε σε μια πόλη του κάμπου. Ο κάμπος της Λάρισας ασκούσε μια ιδιαίτερη έλξη, αλλά και επίδραση στον Μίλτο. Είχε ασχοληθεί με μια σειρά από άλογα. Ήθελε αυτό ειδικά το άλογο να είναι το άλογο του κάματου του κάμπου… να συνδέεται με τον αγώνα και τον μόχθο του ανθρώπου της θεσσαλικής γης, να είναι ο υπομονετικός βοηθός στις αγροτικές εργασίες, ο σύντροφος στους αγώνες, ο αφοσιωμένος φίλος. Το έργο αυτό το δούλεψε με πολλή αγάπη. Αυτήν τη φορά όμως η Λάρισα του φέρθηκε περίεργα. Το γλυπτό του άλογο κάτω από τον Άγιο Αχίλλιο δέχτηκε πολλές αρνητικές κριτικές από κάποιους «ειδήμονες», που θεωρούσαν ότι το άλογο- σύμβολο της πόλης θα έπρεπε να είναι ακμαίο.
Ο Μίλτος μιλούσε με θλίψη για την πόλη που έχασε το φως της! Έλεγε αυτή τη λέξη κι έλαμπε το πρόσωπό του. Γιατί του θύμιζε τη Λάρισα των παιδικών του χρόνων. «Το φως! Τότε έμπαινε φως από παντού και υπήρχε παντού έξω, στις πλατείες… τώρα με τα ψηλά κτίρια έχει σκοτεινιάσει όλη η πόλη» είπε σε φίλο δημοσιογράφο. Τον έθλιβε η εικόνα μιας Λάρισας γεμάτης με πολυκατοικίες. Απαριθμούσε τα λίγα σημεία που του θύμιζαν την πόλη του. Θεωρούσε πως αυτή η ραγδαία ανάπτυξη της Λάρισας είχε ως αποτέλεσμα να σβήσει τη «μνήμη της πόλης». «Χρειάζεται και ένας σεβασμός στη μνήμη», έλεγε.
Όταν ερχόταν στη Λάρισα ξέραμε πού θα τον βλέπαμε. Βλέπαμε μια φιγούρα να περιδιαβαίνει τους πεζοδρόμους γύρω από το Αρχαίο Θέατρο και να κάνει τη διαδρομή στην Καραϊσκάκη, από το σπίτι του μέχρι τον Νικόδημο.
Είχα την τύχη να παρευρεθώ στην ατομική του έκθεση με τίτλο «Ντυμένα Γυμνά» σε επιμέλεια Λουίζας Καραπιδάκη, τον Σεπτέμβριο του 2021, στην CONTEMPORARY ATHENS FINE ART GALLERY, που προκάλεσε μεγάλη αίσθηση στον καλλιτεχνικό κόσμο της Αθήνας.
Ήταν η τελευταία του.
«Σπαθιές» ονόμασε το έργο του στον Σταθμό του Αγίου Αντωνίου στο Μετρό της Αθήνας. Για να μας θυμίζει πως η ζωή θέλει θάρρος και γενναιότητα. Αυτά που ο Μίλτος τα έκανε πράξη. Γι’ αυτό θα τον θυμόμαστε πάντα.
Απόστολος Σουρλαντζής,
φιλόλογος