Παρουσίαση: Νατάσα Πολυγένη
Έναν αιώνα από την παραλαβή και ύψωση της ελληνικής σημαίας στο Θωρηκτό «Αβέρωφ» γιορτάζει το Πολεμικό Ναυτικό και στο πλαίσιο αυτό θα πραγματοποιήσει συναυλία στη Λάρισα στις 28 Ιανουαρίου. Στη συναυλία θα συμμετάσχει μπάντα του Πολεμικού Ναυτικού ενώ οι πολίτες της Λάρισας πέρα από το γεγονός ότι θα έχουν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν ένα σπουδαίο μουσικό πρόγραμμα θα έρθουν σε επαφή με στελέχη του πολεμικού Ναυτικού και θα ενημερωθούν για την ιστορία του ένδοξου Θωρηκτού, που σήμερα λειτουργεί ως Πλωτό Ναυτικό Μουσείο. Η μπάντα του Πολεμικού Ναυτικού αποτελείται από βαθμοφόρους και θα παρουσιάσει ένα ποικίλο μουσικό πρόγραμμα αποτελούμενο από κλασικά ελληνικά και ξένα τραγούδια αλλά και ορχηστρικά κομμάτια ιδιαίτερα αγαπητά στο ευρύ κοινό. Περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με το χρόνο και τον τόπο διεξαγωγής της συναυλίας θα ανακοινωθούν προσεχώς.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΠΑΝΤΑΣ
Μετά την ανεξαρτησία της Ελλάδας και αφού είχε συγκροτηθεί το Πολεμικό Ναυτικό, δημιουργήθηκε αμέσως σε αυτό Μουσικό Tμήμα (Μπάντα), για να καλύψει τις ανάγκες της υπηρεσίας, την εκπαίδευση νεοσυλλέκτων σε πεζικές ασκήσεις καθώς και τις παρελάσεις των αγημάτων του Πολεμικού Ναυτικού. Το τμήμα αυτό το αποτελούσαν Σαλπιγκτές και Τυμπανιστές. Το τμήμα αυτό δημιουργήθηκε το έτος 1875 και μέχρι το 1878 λειτουργούσε με βαθμοφόρους εκπαιδευτές, αποσπασμένους στο Πολεμικό Ναυτικό από το Μουσικό Tμήμα του Στρατού Ξηράς - της τότε Φρουράς Αθηνών. Το 1880 την εκπαίδευση του τμήματος αυτού αλλά και τη διεύθυνσή του ανέλαβαν βαθμοφόροι του Πολεμικού Ναυτικού, κατάλληλοι για τα καθήκοντα αυτά. Το έτος 1889, όπου το Πολεμικό Ναυτικό βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη και εκσυγχρονισμό, η Nαυτική Eπιθεώρηση τότε ηγεσία του αποφάσισε την ίδρυση και Μουσικού Tμήματος (Μπάντας). Έτσι, τον Ιανουάριο του 1890, κατόπιν διαγωνισμού, κατετάγησαν οι πρώτοι είκοσι δύο ιδιώτες ως εθελοντές μουσικοί. Το προϋπάρχον τμήμα των Τυμπανιστών-Σαλπιγκτών στη συνέχεια ενώθηκε με τους είκοσι δύο νεοκαταταγέντες εθελοντές μουσικούς, δημιουργώντας έτσι ένα ενιαίο τμήμα Μπάντας, όπου η αριθμητική της δύναμη ανήλθε περί τους σαράντα πέντε άντρες. Προσωρινά τα καθήκοντα του Αρχιμουσικού εκτελούσε ο αρχαιότερος Υπαξιωματικός εκ των υπηρετούντων του τμήματος Τυμπανιστών - Σαλπιγκτών, Δημοσθένης Αβατάγγελος, ο οποίος καταγόταν από την Κέρκυρα. Η πρώτη δημόσια εμφάνιση της μπάντας αυτής πραγματοποιήθηκε την 25η Μαρτίου του έτους 1890 κατά την παρέλαση της Εθνικής Εορτής, αποσπώντας τα χειροκροτήματα και γενικά τις επευφημίες του κοινού. Η τότε ηγεσία του Πολεμικού Ναυτικού, θέλοντας να δώσει μεγαλύτερη ανάπτυξη στο Μουσικό Tμήμα, αποφάσισε την κατάταξη έμπειρου Αρχιμουσικού. Έτσι, κατόπιν διαγωνισμού, περί το τέλος του 1890, κατετάγη με το βαθμό του Σημαιοφόρου ο πρώτος διπλωματούχος Αρχιμουσικός του Πολεμικού Ναυτικού, Άγγελος Καλαμάς, ο οποίος καταγόταν από τη Ζάκυνθο.
Το μουσικό τμήμα επέβαινε μόνιμα στη Ναυαρχίδα του Στόλου, καλύπτοντας συνάμα και όλες τις ανάγκες του Πολεμικού Ναυτικού γενικότερα, όπως: στο κεντρικό προγυμναστήριο Πόρου κατά τις περιόδους προπαιδεύσεως νεοσυλλέκτων, παρελάσεις, θρησκευτικές τελετές, ορκωμοσίες, ψυχαγωγικές εκδηλώσεις κ.λπ.
Μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, άρχισε πλέον να λαμβάνεται μέριμνα για την ανάπτυξη της Μπάντας του Πολεμικού Ναυτικού. Έτσι κατετάγησαν και άλλοι εθελοντές μουσικοί, οι οποίοι προστίθεντο πάντοτε στο επί της Ναυαρχίδας του Στόλου επιβαίνον Mουσικό Tμήμα. Όμως τα πολεμικά γεγονότα της τότε εποχής, δεν επέτρεψαν σοβαρή εξέλιξη στη μουσική, παρά τις προσπάθειες που καταβάλλονταν από προσωπική πρωτοβουλία των στελεχών που φοιτούσαν σε διάφορα Ωδεία.
Το έτος 1923 η απόδοση της Μπάντας του Πολεμικού Ναυτικού είχε φτάσει σε υψηλό επίπεδο και πολλοί από τους εθελοντές είχαν ανέβει στις ανώτερες βαθμίδες της Ιεραρχίας των Υπαξιωματικών. Δυστυχώς όμως, στις 10 Μαρτίου του 1923, το επίτακτο ναυαγοσωστικό «Αλέξανδρος Ζ» της εταιρίας Ζαροκώστα, το οποίο χρησιμοποιείτο για τη μεταφορά του προσωπικού εξόδου του Πολεμικού Ναυτικού από το Ναύσταθμο Σαλαμίνος προς το λιμένα του Πειραιά, ναυάγησε έξω από τη νήσο Ψυττάλεια. Εκτός των άλλων επιβαινόντων πνίγηκαν και όλοι οι επιβαίνοντες μουσικοί - τριάντα έξι (36) Υπαξιωματικοί και Ναυτοδίοποι. Μετά το ναυάγιο, δεν απέμειναν παρά μόνο οκτώ μουσικοί, όσοι δηλαδή έπρεπε να παραμείνουν την ημέρα εκείνη εντός της υπηρεσίας, οι λεγόμενοι «ένδον». Για τη συμπλήρωση της Mπάντας του Πολεμικού Ναυτικού, στο τέλος του 1923, έγινε –κατόπιν διαγωνισμού– κατάταξη νέων εθελοντών μουσικών από τον βαθμό του Διόπου μέχρι και του Κελευστού (Αρχικελευστού σήμερα), ανάλογα της βαθμολογικής επιτυχίας κάθε ενός στο διαγωνισμό. Έτσι συμπληρώθηκε ξανά η Μπάντα του Πολεμικού Ναυτικού έστω και με μερικές ελλείψεις. Διαγωνισμοί κατατάξεως νέων εθελοντών πραγματοποιήθηκαν και τα επόμενα χρόνια μέχρι της πλήρους συμπληρώσεως της Μπάντας.
Στη συνέχεια εκ της Αρχηγίδος του Στόλου, το 1924 εγκαταστάθηκε στο Ναύσταθμο Σαλαμίνος στις εγκαταστάσεις της Δ.Δ.Ν. (Διεύθυνση Διοικητικής Ναυστάθμου). Στο Αρχηγείο Στόλου, επί του Θ/Κ ΑΒΕΡΩΦ, παρέμεινε μικρό μουσικό τμήμα για κάλυψη αναγκών του Στόλου σε αγήματα και άλλες εθιμοτυπικές εκδηλώσεις, μέχρι το 1945, όπου το τμήμα αυτό εντάχθηκε στο κύριο σώμα της μπάντας. Για την πλέον συστηματική εκπαίδευση του προσωπικού της Μουσικής, το 1925 –κατόπιν Διατάγματος– συστάθηκε η Σχολή Μουσικών, η οποία, εκτός των άλλων, προέβλεπε και τον τρόπο κατατάξεως και προαγωγής των μουσικών με έδρα τη Δ.Δ.Ν. όπου εκεί έδρευε και το μουσικό τμήμα. Τη Διοίκηση της Σχολής –από της ιδρύσεώς της μέχρι το 1928– ασκούσε ο εκάστοτε Αρχιμουσικός, που την εποχή εκείνη ήταν ο Υποπλοίαρχος Γ. Σπινέλης, ο οποίος έφερε πλέον τον τίτλο του Αρχιμουσικού ΠΝ και Διευθυντού της Σχολής Μουσικών. Από του έτους 1928 μέχρι το 1932, όπου τότε, τόσο το Μουσικό τμήμα όσο και η Σχολή Μουσικών μεταφέρθηκαν στο Κεντρικό Προγυμναστήριο ΠΟΡΟΥ, τα καθήκοντα του Διευθυντού ασκούσε ο εκάστοτε Διευθυντής Διοικητικής Ναυστάθμου και τα επόμενα χρόνια ο εκάστοτε Διοικητής Κ.Π. ΠΟΡΟΥ. Τόσο η Mπάντα όσο και η Σχολή Μουσικών παρέμειναν στο Κ.Π. ΠΟΡΟΥ μέχρι το 1936, ενώ στη συνέχεια μεταφέρθηκαν και πάλι στη Δ.Δ.Ν. όπου και παρέμειναν μέχρι τον Ιανουάριο του 1941. Τότε εγκαταστάθηκαν στο κτίριο της Σχολής Πυροβολικού στον Σκαραμαγκά και παρέμειναν μέχρι της καταλήψεως της πατρίδος από τους Γερμανούς. Κατά τη διάρκεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, η Μουσική ακολούθησε την έξοδο του Στόλου στη Μέση Ανατολή, έχοντας εγκατασταθεί στο Επιβατηγό Πλοίο «ΙΩΝΙΑ» (1941-1943) και στη συνέχεια στο Θωρηκτό «Αβέρωφ». Παρόλες τις δύσκολες καταστάσεις, λόγω πολέμου, το μουσικό τμήμα ήταν τέλειο σε οργάνωση και απόδοση, ενώ δεν διέκοψε καθόλου τη δραστηριότητά του.
Το 1946 τοποθετήθηκε στον Σκαραμαγκά, στο Κ.Ε. Παλάσκας και αργότερα στη Ν.Β. Κανελλόπουλος, όπου στεγάζεται μέχρι σήμερα. Το 1936, κατασκευάστηκε και καθιερώθηκε η πρώτη επίσημη στολή του προσωπικού της Μουσικής του Ναυτικού, λόγω της ανομοιομορφίας που υπήρχε μεταξύ των στολών Υπαξιωματικών και Ναυτοδιόπων. Η στολή αυτή, ήταν σύμφωνα με τα πρότυπα της στολής της Μπάντας του Αγγλικού Ναυτικού, με μόνη διαφορά το χρώμα, όπου το μπλε αντικατέστησε το κόκκινο. Το 1956, την θέση του πηλικίου, πήρε η λευκή κάσκα. Η Μουσική του Πολεμικού Ναυτικού γενικότερα, έχει την πρωτοπορία σε πολλά θέματα που έχουν σχέση με τη μουσική στη χώρα μας. Εκτός από την καθιέρωση της επίσημης στολής, είναι η πρώτη που από το 1924, καθιέρωσε ραβδούχο, ο οποίος κατευθύνει και δίνει παραγγέλματα στο μουσικό τμήμα. Επίσης είναι η πρώτη μπάντα που εκτελεί σχηματισμούς επιδείξεων ακριβείας, είτε από μόνη της είτε μαζί με ένοπλο τμήμα, από το 1926. Άλλη μία πρωτοτυπία για τα ελληνικά δεδομένα, υπήρξε η χρησιμοποίηση μιας κατσίκας ντυμένης με ναυτική στολή, ως μασκότ η οποία ακολουθούσε και συνόδευε μόνη της τη Μουσική σε όλες τις εμφανίσεις και δραστηριότητες. Η Μουσική του Πολεμικού Ναυτικού έχει αντιπροσωπεύσει την πατρίδα μας πάρα πολλές φορές στο εξωτερικό, σε παρελάσεις, σε θρησκευτικές τελετές, στρατιωτικά φεστιβάλ, κ.ά. Η πρώτη φορά ήταν το 1899, όταν η Μουσική επιβιβάστηκε στο Θωρηκτό «ΨΑΡΑ», όπου αντιπροσώπευσε την Ελλάδα στις εορταστικές εκδηλώσεις που έγιναν στη Μασσαλία της Γαλλίας. Από το 1999, συμμετέχει κάθε χρόνο σε στρατιωτικά φεστιβάλ όπου λαμβάνει θετικότατα σχόλια για το ρεπερτόριο, την απόδοσή της καθώς επίσης και τους σχηματισμούς που παρουσιάζει. Οι συμμετοχές της μέχρι σήμερα, είναι οι εξής: το 1999 στο Χαιρλέν της Ολλανδίας, το 2000 στην Κρακοβία της Πολωνίας, το 2001 στη Μονς του Βελγίου, το 2002 στη Νίκαια της Γαλλίας, το 2004 στη Μάλτα, το 2006 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, το 2007 στη Νέα Υόρκη της Αμερικής και στο Σομίρ της Γαλλίας και το 2008 στη Μονς του Βελγίου. Επίσης, σε μικτά μουσικά τμήματα των Ενόπλων Δυνάμεων (Ελληνικός Στρατός-Πολεμικό Ναυτικό - Πολεμική Αεροπορία), συμμετέχει από το 1986, σχεδόν κάθε χρόνο, στην παρέλαση των ομογενών στη Νέα Υόρκη της Αμερικής, το 2000 στην Κανγκούν της Ν. Κορέας, για τον εορτασμό των 50 χρόνων από τη λήξη του εμφυλίου πολέμου, το 2001 και το 2002 έλαβε μέρος στις εορταστικές εκδηλώσεις στη Ρώμη της Ιταλίας για την επέτειο της Ιταλικής Δημοκρατίας, το 2004 στη Νορμανδία για την 50ή επέτειο της αποβάσεως και στη Μάλτα το ίδιο έτος σε διεθνές στρατιωτικό φεστιβάλ.
Ακόμη είναι η μόνη Μπάντα που είχε συμμετοχή και στις δύο Ολυμπιάδες που πραγματοποιήθηκαν στη χώρα μας. Το 1896 συμμετείχε στις τελετές έναρξης και λήξης, και το 2004 στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών και λήξης των Παραολυμπιακών Αγώνων. Έχει παρουσιάσει προγράμματα κι εκπομπές στην τηλεόραση, το ραδιόφωνο και έργο στον δισκογραφικό τομέα καθώς επίσης έχουν προβληθεί εκπομπές αναφερόμενες στην ιστορία και το έργο της.