Η διάσωση από την καταστροφή του αρχαιότερου αναγνώσιμου χειρογράφου της Ευρώπης και η παράδοσή του στην παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά υπήρξε ένας πραγματικός άθλος: πρώτα των αρχαιολόγων, μετά των συντηρητών, και στη συνέχεια των φιλολόγων παλαιογράφων. Ο πάπυρος χρονολογείται ανάμεσα στο 340 και στο 320 π.Χ., το βιβλίο, ωστόσο, το οποίο αντιγράφεται σε αυτόν είναι παλαιότερο περίπου έναν αιώνα. Ο συγγραφέας του ήταν πιθανότατα ο Ευθύφρων από τα Πρόσπαλτα Αττικής, ένας μάντης και θεολόγος σύγχρονος του Σωκράτη, που παρουσιάζεται στον διάλογο του Πλάτωνα «Ευθύφρων».
Ο Πάπυρος του Δερβενίου αποτελεί την πρώτη ελληνική εγγραφή στον διεθνή κατάλογο «Μνήμη του Κόσμου» της UNESCO. Σύμφωνα με την UNESCO, «Ο Πάπυρος του Δερβενίου έχει τεράστια σημασία, όχι μόνο για τη μελέτη της ελληνικής θρησκείας και της φιλοσοφίας, που αποτελεί τη βάση της δυτικής φιλοσοφικής σκέψης, αλλά και επειδή αποδεικνύει την πρώιμη χρονολόγηση των Ορφικών ποιημάτων προσφέροντας μια ξεχωριστή εκδοχή των προσωκρατικών φιλοσόφων. Ο Πάπυρος του Δερβενίου, που αποτελεί το πρώτο βιβλίο της δυτικής παράδοσης, έχει παγκόσμια σημασία καθώς αντανακλά παγκόσμιες ανθρώπινες αξίες: την ανάγκη μας να κατανοήσουμε τον κόσμο, την επιθυμία να ανήκουμε σε μια ανθρώπινη κοινωνία με κοινώς αποδεκτούς κανόνες και την αγωνία να αντιμετωπίσουμε το τέλος της ζωής». Η έκθεση, ένας σιωπηλός εικαστικός διάλογος ανάμεσα στις εξαϋλωμένες μορφές – δαίμονες του Rovella και τις γλυπτικές συνθέσεις από πηλό του Hope αποτελούν ένα σχόλιο στη συγκλονιστική ιστορία διάσωσης του παπύρου χάρη στην ‘καταστροφή’- απανθράκωσή του.
Επιφάνειες, σχήματα και μορφές που αποσυντίθενται και ανασυντίθενται αποκαλύπτουν τη διττή ανθρώπινη φύση και μας εισάγουν σε έναν υβριδικό κόσμο όπου η φθορά και η αφθαρσία συνυπάρχουν και αλληλοσυμπληρώνονται διαχρονικά, ένα σχόλιο για την αέναη μάχη του ανθρώπου ενάντια στην εύθραυστη φύση και την αναπόδραστη φθαρτότητά του.
Σε μια αντιστικτική λειτουργία, υπό την εμπνευσμένη επιμέλεια του Francesco Piazza, οι «Ορφικοί διάλογοι» στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης επιβεβαιώνουν την ικανότητα της τέχνης να συνδιαλέγεται με το παρελθόν την ώρα που αφουγκράζεται το σήμερα, και να εκφράζει κάθε φορά αυτή τη συνομιλία με τρόπο μοναδικό.