Με αφορμή τη διεθνή μέρα μουσείων, το μέλος του Δ.Σ. της Δημοτικής Πινακοθήκης Λάρισας Κατερίνα Γκρίμπα, εκ μέρους της δημοτικής παράταξης του ΚΚΕ «Λαϊκή Συσπείρωση» σε ανακοίνωσή της σημειώνει τα εξής:
«Το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων (ΙCOM), έχει καθιερώσει από το 1977τη 18η Μαΐου ως Διεθνή Μέρα Μουσείων. Για το 2016 το ICOM έχει επιλέξει το θέμα : «Μουσεία και πολιτιστικά τοπία». Φετινό μήνυμα είναι το εξής: «τα Μουσεία είναι άμεσα συνδεδεμένα με το τοπίο που τα περιβάλλει. Κύρια αποστολή τους είναι η διατήρηση και διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς είτε αυτή βρίσκεται μέσα στο κτιριακό κέλυφος του μουσείου είτε έξω από αυτό. Θα πρέπει, λοιπόν, παρέχοντας τεχνογνωσία, να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους στο ευρύτερο περιβάλλον συνδιαμορφώνοντας το πολιτιστικό τοπίο, ώστε να αποτελέσουν δυναμικά κέντρα πολιτισμού.»
Εορτασμοί- εκδηλώσεις πραγματοποιούνται σε μουσεία και στη χώρα μας. Η είσοδος στα μουσεία τη 18η Μαΐου είναι δωρεάν .
Αν μη τι άλλο το θέμα μπορεί να θεωρηθεί ενδιαφέρον . Ωστόσο πολλές είναι οι πτυχές που μπορούν να απασχολήσουν. Το θέμα μιλάει για τη διαχείριση και διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς. Μπαίνει εύλογα το ερώτημα , ποιος θα τη διαχειρίζεται, ποιος έχει την ευθύνη της διατήρησης, και τελικά ποιος θα «ωφελείται» από αυτές τις διαδικασίες.
Προσανατολισμός και της σημερινής και προηγούμενων κυβερνήσεων όσον αφορά τα Μουσεία είναι να γίνονται ποιο ευέλικτα, να λειτουργούν επιχειρηματικά, με τους νόμους του κέρδους. Το κράτος να μην έχει ευθύνη για τη λειτουργία τους. Πάγια τακτική στην προσπάθεια υλοποίησης αυτού του στόχου των αστικών κυβερνήσεων της χώρας μας είναι η υποστελέχωση των μουσείων, η υποχρηματοδότησή τους, η ανταποδοτική λειτουργία τους. Η επίσκεψη ενός μουσείου δηλαδή αφορά αυτόν που έχει να πληρώσει το εισιτήριο. Η συντήρηση των έργων , η διαχείριση της πλούσιας πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας μας, γίνεται με γνώμονα το κέρδος και όχι το τι ανάγκες υπάρχουν πραγματικά.
Άλλη πλευρά που μπορεί να απασχολήσει είναι πως ακόμα και αν υπάρχει η δυνατότητα δωρεάν επίσκεψης στα μουσεία τη 18η Μαΐου, τελικά θα αξίζει τον κόπο να παρακολουθήσει την κάθε εκδήλωση ο κάθε επισκέπτης. Για παράδειγμα στο Διαχρονικό μουσείο της πόλης, μουσείο με πλούτο εκθεμάτων, οι επισκέπτες καλούνται να παρακολουθήσουν δρώμενο «που αναφέρεται στην αρχαία Θεσσαλή γυναίκα, τη μύστρια και θεραπεύτρια, τη μάντισσα και μάγισσα, που είχε την ικανότητα να «κατεβάζει τη σελήνη και τον ουρανό με τ΄ άστρα». Μια ομάδα, σε μια σύγχρονη προσέγγιση του αρχαίου, θα μεταφέρει τη μυστηριακή ατμόσφαιρα της εποχής, τη σχέση γενικά των αρχαίων Θεσσαλών με το θείο, το μαγικό, τη μετάβαση στον Κάτω Κόσμο και τη ζωή μετά θάνατο». Αφήνονται πολλά ερωτηματικά για το πώς θα προσεγγιστεί το θέμα. Αν το δρώμενο θα προάγει τη γνώση, θα βοηθά ώστε να αποκαλυφθούν οι συνθήκες μέσα στις οποίες δημιουργήθηκαν συγκεκριμένες αντιλήψεις για την θρησκεία, όπως και συμπεριφορές. Θα αποκαλύπτει την πραγματικότητα. Ή αν τελικά θα συσκοτίζει.
Η δημοτική αρχή Λαρισαίων αντιμετωπίζει τον πολιτισμό ως εργαλείο κέρδους. Αυτό φαίνεται και από τις απόπειρές της να διεκδικήσει τον αντιδραστικό θεσμό της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας, να αλλάξει τις χρήσης γης πέριξ του Αρχαίου Θεάτρου, αλλά και την πρεμούρα της να γίνει λειτουργικό άμεσα. Εξάλλου το συνδέει με την τουριστική ανάπτυξη της πόλης που κύρια ωφελεί τους ξενοδοχειακούς ομίλους της περιοχής και τους εργολάβους του πολιτισμού. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε πρόσφατη συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου με την σύμφωνη γνώμη και των άλλων παρατάξεων (πλην Λαϊκής Συσπείρωσης) την στιγμή που προχωράει σε χιλιάδες αφαιρέσεις υδρομέτρων από λαϊκά νοικοκυριά, παίρνει από το ταμείο της ΔΕΥΑΛ 400 χιλιάδες ευρώ για παρεμβάσεις στο Αρχαίο Θέατρο, απαλλάσσοντας το κράτος από τις ευθύνες του.
Ο πολιτισμός δεν είναι προνόμιο, είναι δικαίωμα. Ζητούμενο είναι η χρηματοδότηση των Μουσείων και η ανάδειξη των αρχαιολογικών μνημείων από τον κρατικό προϋπολογισμό, κάτι που μόνο το η Λαϊκή Συσπείρωση που στηρίζεται από το ΚΚΕ αναδεικνύει και προβάλλει σαν αίτημα. Απαιτούμε να καταργηθούν τα εισιτήρια σε μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους, ώστε η επίσκεψη σε αυτά να μην αποτελεί προνόμιο, αλλά δικαίωμα όλων».