Επίσης υπογραμμίστηκε ότι η ΓΣΕΒΕΕ τάσσεται υπέρ της αύξησης του κατώτατου μισθού μέσα από μια διαδικασία που κυρίαρχο ρόλο θα έχουν οι κοινωνικοί εταίροι αλλά η αύξηση αυτή, όπως είπε ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ Γιώργος Καββαθάς, «για να μην είναι επικοινωνιακού χαρακτήρα και για να έχει όφελος η πραγματική οικονομία, πρέπει να συνοδεύεται από συγκεκριμένα μέτρα όπως η αύξηση αφορολόγητου για τους μισθωτούς, η μείωση του ΦΠΑ στα είδη διατροφής και στα επισιτιστικά επαγγέλματα και να λάβει μέτρα η κυβέρνηση για το μη μισθολογικό κόστος των επιχειρήσεων».
Όπως αναφέρθηκε στη συνέντευξη Τύπου, παράλληλα με την ύπαρξη ενός αριθμού επιχειρήσεων που ανταποκρίνεται και συμβαδίζει με την αναπτυξιακή δυναμική, παραμένει ασθενικό ένα σημαντικό ποσοστό επιχειρήσεων (περίπου 50%) που φαίνεται να διέπεται από τα χαρακτηριστικά της «επιχειρηματικότητας ανάγκης», αλλά συνεισφέρει σημαντικά στην απασχόληση και στην κοινωνική συνοχή.
Τα διαρθρωτικά προβλήματα είναι περισσότερο εμφανή στις πολύ μικρές επιχειρήσεις και τους αυτοαπασχολούμενους, για τους οποίους απουσιάζει ένα συνεκτικό πλαίσιο ενίσχυσης της ρευστότητας και διασφάλισης της βιωσιμότητας τους, είτε μέσα από τη διεύρυνση της συμμετοχής τους σε ευρύτερα επιχειρηματικά σχήματα είτε μέσα από την υπαγωγή τους σε αλυσίδες αξίας και άνοιγμα σε νέες υπερτοπικές αγορές. Οι μικρές μεταποιητικές επιχειρήσεις, οι οποίες παρουσιάζουν τέτοιες δυνατότητες υπέρβασης του στενού επιχειρηματικού ορίζοντα, όπως υπογραμμίστηκε, αδυνατούν να ανταγωνιστούν στο υφιστάμενο περιβάλλον υπερφορολόγησης. Είναι συνεπώς αναγκαίο, είπε ο κ. Καββαθάς, στην «μεταμνημονιακή» εποχή να αναπτυχθούν πολιτικές και δράσεις που θα εστιάζουν στις ανάγκες της μικρής και πολύ μικρής επιχείρησης.
Τα κυριότερα συμπεράσματα της έρευνας του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, που έγινε σε συνεργασία με την εταιρεία ΜARC ΑΕ σε πανελλαδικό δείγμα 1.003 πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων (0-49 άτομα προσωπικό) στο διάστημα 9 έως 20 Ιουλίου 2018, έχουν ως εξής:
* Οι τομείς που εμφανίζουν μια ιδιαίτερη δυναμική είναι η μεταποίηση και οι υπηρεσίες, ενώ οι επιδόσεις του εμπορίου υπολείπονται σημαντικά.
* Ο βαθμός απαισιοδοξίας είναι μεγαλύτερος στους αυτοαπασχολούμενους (ή όσους απασχολούν ως 1 άτομο) στις επιχειρήσεις με χαμηλό κύκλο εργασιών και στο εμπόριο.
* Το 37,6% των επιχειρήσεων αναμένει επιδείνωση (από 47,4% του Ιούλιου 2017), το 17,5% βελτίωση (από 10,9% του Ιουλίου 2017), ενώ το 36,8% των επιχειρήσεων δεν αναμένει καμιά μεταβολή.
* Ο κύκλος εργασιών παραμένει σε υψηλά επίπεδα 8ετίας ενώ οι δείκτες ζήτησης και παραγγελιών σημειώνουν τις καλύτερες επιδόσεις μέσα στην 8ετία.
* Ως προς το δείκτη κερδοφορίας, το 19,1% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι είχε κέρδη κάτω των 5.000 εuro στο 2017, ενώ το 13,8% κατέγραψε ζημίες ή μηδενικό κέρδος. Η πλειονότητα των επιχειρήσεων δηλώνει ότι τα φορολογητέα κέρδη είναι μεταξύ 5.000 και 20.000 (25,4%), ενώ το 13,2% άνω των 20.000Euro.
* Επιδείνωση της κατάστασης ρευστότητας δηλώνουν 1 στις 2 επιχειρήσεις, παρά την ευνοϊκότερη οικονομική συγκυρία.
* Το 45,4% των μικρών και πολύ μικρών εργοδοτών απασχολούν προσωπικό με μερική απασχόληση, ενώ υψηλό παραμένει και το ποσοστό (36,2%) εκείνων που δήλωσαν ότι θα προσλάβουν προσωπικό με μερική απασχόληση το επόμενο διάστημα. Συνεχίζεται, δηλαδή, το φαινόμενο της αύξησης της απασχόλησης, αλλά σε χαμηλότερης κυρίως ποιότητας θέσεις εργασίας.
* Το 30,6% των εργοδοτών δήλωσε ότι αντιμετωπίζει δυσκολίες στην έγκαιρη καταβολή των μισθών (το 9,6% σοβαρές δυσκολίες). Ωστόσο, το ποσοστό αυτό είναι το χαμηλότερο που έχει καταγράφει κατά την 8ετία.
* Σταθερά υψηλότερο είναι το ποσοστό των επιχειρήσεων με καθυστερημένες οφειλές προς το πρώην ασφαλιστικό ταμείο των επαγγελματιών (ΟΑΕΕ, 23,9%).
* Το 23,2% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία.
* Περίπου 1 στις 3 επιχειρήσεις (28,3%) έχουν κάποιο δάνειο σε τράπεζα. Εξ αυτών το 42% έχουν καθυστερημένες οφειλές. Τα συνολικά ληξιπρόθεσμα χρέη νοικοκυριών και επιχειρήσεων προς την εφορία, τα ασφαλιστικά ταμεία και τις τράπεζες πλέον υπερβαίνουν τα 229,1 δισ. (101,6 δισ. στην εφορία, 31,8 δισ. στο ΚΕΑΟ και 95,7 δισ. στις τράπεζες), παραμένοντας σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα.
* Περίπου 69.000 μικρές επιχειρήσεις δηλώνουν ότι έχουν βρεθεί αντιμέτωπες το προηγούμενο εξάμηνο με κατάσχεση/ ή δέσμευση λογαριασμών για οφειλές.
* Το 19,3% του συνόλου των επιχειρήσεων έχει χρέη έως 20.000 Euro (19% τον Φεβρουάριο του 2018 και 27,5% του Ιουλίου του 2017), το 8,2% από 20.000 έως 50.000 Euro και το 10,4% πάνω από 50.000 Euro.
* Μία στις δύο επιχειρήσεις (53%) έχει προχωρήσει σε ρύθμιση των οφειλών της. Από αυτές το 8,3% έχει ενταχθεί ή έχει κάνει αίτηση στον εξωδικαστικό μηχανισμό, 14,3% στην ρύθμιση των 120 δόσεων και το 30,9% σε άλλη ρύθμιση (πάγια κλπ).