Το υπουργείο Εργασίας εκτιμά ότι η διάταξη που μειώνει το τσουχτερό πρόστιμο των 10.500 ευρώ ανά αδήλωτο εργαζόμενο , με εναλλακτική την ασφάλιση του εργαζόμενου θα συμβάλλει ακόμα περισσότερο στην καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας η οποία ήδη εμφάνισε κάμψη το 2017.
Για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο επιβάλλεται πρόστιμο 10.500 ευρώ στον εργοδότη και αναδρομική καταβολή ασφαλιστικών εισφορών τριών μηνών. Το πρόστιμο προσαυξάνεται σε περιπτώσεις υποτροπής: α) κατά 100% για την πρώτη μετά την αρχική παράβαση, και β) κατά 200% για κάθε μεταγενέστερη παράβαση.
Ωστόσο προβλέπεται η δυνατότητα έκπτωσης του προστίμου, εφόσον προσληφθεί άμεσα ο αδήλωτος εργαζόμενος με σύμβαση εργασίας πλήρους απασχόλησης και τρίμηνη αναδρομική καταβολή ασφαλιστικών εισφορών. Η έκπτωση θα είναι ανάλογη της διάρκειας της σύμβασης, ενώ ο εργοδότης υποχρεούται να διατηρεί το σύνολο των θέσεων εργασίας και το καθεστώς απασχόλησης. Δηλαδή το πρόστιμο θα μειώνεται:
α) στο ποσό των επτά χιλιάδων (7.000) ευρώ, σε περίπτωση πρόσληψης με σύμβαση εργασίας διάρκειας τουλάχιστον τριών (3) μηνών,
β) στο ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, σε περίπτωση πρόσληψης με σύμβαση εργασίας διάρκειας τουλάχιστον έξι (6) μηνών, και
γ) στο ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, σε περίπτωση πρόσληψης με σύμβαση εργασίας διάρκειας τουλάχιστον ενός (1) έτους.
Στις περιπτώσεις εποχικών εργασιών (πχ τουριστική περίοδος) εφόσον ο χρόνος λειτουργίας της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης δεν επαρκεί για τη συμπλήρωση του ελάχιστα απαιτούμενου χρόνου απασχόλησης ο εργοδότης μπορεί να συμπληρώσει τον ασφαλιστικό χρόνο, προσλαμβάνοντας τον ίδιο εργαζόμενο την επόμενη σεζόν.
Όπως προέκυψε από τους στοχευμένους ελέγχους του ΣΕΠΕ και του ΕΦΚΑ το ποσοστό αδήλωτης εργασίας (αδήλωτοι εργαζόμενοι στο σύνολο των απασχολούμενων) στους κλάδους υψηλής παραβατικότητας βαίνει μειούμενο : 12,4% το 2017, έναντι 13,58% το 2016, 16,48% το 2015 και 19,17% το 2014. Το ίδιο ποσοστό είχε χτυπήσει κόκκινο τον Φεβρουάριο του 2013, όταν έφτασε στο 40,47%. Ειδικά για πέρυσι, αρνητική πρωταθλήτρια αναδεικνύεται η Δυτική Ελλάδα, όπου το ποσοστό της αδήλωτης έφτασε στο 18,37% στους κλάδους υψηλής παραβατικότητας.