Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΤτΕ που περιλαμβάνονται στην επισκόπηση του Ελληνικού Χρηματοπιστωτικού Συστήματος το σύνολο των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων διαμορφώθηκε σε 107,6 δισ. ευρώ και το σύνολο των ανοιγμάτων ανήλθε σε 238 δισ. ευρώ, με τον λόγο μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων προς το σύνολο των ανοιγμάτων να διαμορφώνεται σε 45,2%. Στο τέλος του πρώτου εξαμήνου το σύνολο των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων διαμορφώθηκε σε 108,4 δισ. ευρώ, σε σύνολο ανοιγμάτων 240,3 δισ. ευρώ, σημειώνοντας οριακή αύξηση κατά 0,4% σε σχέση με το τέλος του 2015.
Από την επί μέρους ανάλυση των «κόκκινων» δανείων προκύπτει ότι πολύ υψηλά ποσοστά μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων παρατηρούνται στους κλάδους της εστίασης (76,3%), των αγροτικών δραστηριοτήτων (62,7%), των τηλεπικοινωνιών, πληροφορικής και ενημέρωσης (58,4%), της μεταποίησης (53,2%) και των κατασκευών (52,8%), ενώ τα χαμηλότερα ποσοστά παρατηρούνται ενδεικτικά στους κλάδους της ενέργειας (3,7%), της δημόσιας διοίκησης (7%), των χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων (27%) και της ναυτιλίας (30,9%).
Επισημαίνεται ότι το 70% του συνόλου των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων που εμπίπτουν στην κατηγορία καθυστέρησης μεγαλύτερης των 90 ημερών (χωρίς να συμπεριλαμβάνονται οι καταγγελμένες απαιτήσεις) έχουν καθυστέρηση μεγαλύτερη του ενός έτους. Το αντίστοιχο ποσοστό για τα στεγαστικά διαμορφώνεται στο 75%, τα επιχειρηματικά σε 68%, ενώ για τα καταναλωτικά στο 81%, τα οποία έχουν καθυστέρηση μεγαλύτερη του εξαμήνου.
ΒΓΑΙΝΟΥΝ ΣΤΟ «ΣΦΥΡΙ»
Πάντως καταγγελμένα επιχειρηματικά και καταναλωτικά δάνεια είναι τα πρώτα που θα βγάλουν στο «σφυρί» οι τράπεζες προκειμένου να αποφορτίσουν τους ισολογισμούς τους. Σύμφωνα με τα όσα περιγράφονται στην έκθεση της ΤτΕ οι τράπεζες θα μπορούσαν να μεταβιβάσουν τα προβληματικά δάνειά τους σε τιμή αρκετά χαμηλότερη από την ήδη απομειωμένη ισολογισμού, χωρίς να επηρεάζεται ο δείκτης κεφαλαιακής τους επάρκειας.
Ενδεικτικά, το σύνολο των καταγγελμένων δανείων ύψους 48 δισ. ευρώ, με αξία εξασφαλίσεων ύψους περίπου 22 δισ. ευρώ, θα μπορούσε δυνητικά να μεταβιβασθεί στο 30% της αξίας τους, ήτοι 14 δισ. ευρώ χωρίς να γίνει χρήση του υφιστάμενου υπερβάλλοντος κεφαλαιακού αποθέματος. Ήδη οι τράπεζες βρίσκονται σε συζητήσεις με funds και η στόχευση είναι η μείωση των προβληματικών δανείων κατά 10 δισ. ευρώ τον χρόνο την επόμενη τετραετία χωρίς εκτεταμένη απομείωση της αξίας ενεργητικού των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων μέσω αναγκαστικών πωλήσεων.
"ΚΟΚΚΙΝΙΖΟΥΝ" ΞΑΝΑ
Στο μεταξύ 4 στα 10 δάνεια που έχουν ήδη ρυθμίσει οι τράπεζες απαιτούν νέο διακανονισμό, δεδομένο ότι δεν εξυπηρετούνται ξανά… Η αποτυχία των ρυθμίσεων –εκτός από την επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης- οφείλεται και στις ατελέσφορες λύσεις που δόθηκαν από τις τράπεζες.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μεταξύ αυτών που απαιτούν νέα ρύθμιση, περίπου το 44% είχε διακανονιστεί με βραχυπρόθεσμες λύσεις (όπως η παροχή περιόδου χάριτος ή η καταβολή μόνο τόκων για μια συγκεκριμένη περίοδο), ενώ ένα 35% είχε διακανονιστεί με πιο μακροπρόθεσμες λύσεις (όπως η επιμήκυνση της διάρκειας του δανείου ή η μείωση του επιτοκίου). Την ίδια στιγμή, τα δάνεια που έχουν ρυθμιστεί με λύσεις οριστικής διευθέτησης, δηλαδή μέτρα όπως ο διακανονισμός της απαίτησης εξωδικαστικά ή η διαγραφή μέρους της οφειλής, περιορίζονται στο 2% των ρυθμισμένων δανείων. Πάντως τα στεγαστικά δάνεια είναι αυτά με τις περισσότερες ρυθμίσεις και ακολουθούν τα καταναλωτικά και τα επιχειρηματικά.