Του Δημήτρη Βάλλα
Στης κρίσης τα... παρεπόμενα συγκαταλέγονται και αυτά που έχουν φέρει τα πάνω –κάτω σε πολλά παραδοσιακά καθαριστήρια που έχουν γεμίσει αποθήκες και υπόγεια από αζήτητα ρούχα που δεν ξέρουν πλέον τι να τα κάνουν...
Έτσι ζακέτες, σακάκια, μπουφάν, φουστάνια, δερμάτινα, κουρτίνες, καλύμματα, παπλώματα, ακόμα και ζευγάρια από κάλτσες παραμένουν στα αζήτητα, καθώς όλοι όσοι τα φορούσαν και σε κάποια στιγμή τα πήγαν για καθάρισμα, αδυνατούν ακόμα και να πληρώσουν ένα ποσό που κυμαίνεται από 4 έως 10 ευρώ για να τα παραλάβουν...
Πολλοί καταστηματάρχες, μη έχοντας πλέον χώρους αποθήκευσης αρχίζουν και μοιράζουν τα ρούχα είτε στους φτωχούς της γειτονιάς τους, είτε στο φιλόπτωχο ταμείο της ενορίας τους με προοπτική να δοθούν στους απόρους.
«ΔΥΣΤΥΧΩΣ... ΚΑΘΑΡΙΣΑΜΕ!»
Νέος άνθρωπος και με αρκετή δόση χιούμορ και χαμόγελου ο Ηλίας Δούραλης διατηρεί την οικογενειακή επιχείρηση που παρέλαβε από τους γονείς του, των πιο παλιών καθαριστηρίων στη Λάρισα επί της οδού Παλαιστίνης...
«Μόνο το χαμόγελο, μας έμεινε ακόμα, θα μας πει και γι’ αυτό θα σου τα διηγηθώ χαμογελαστά...
Δυστυχώς ως καθαριστήριο, κοντεύουμε να καθαρίσουμε και αυτό όχι μόνο γιατί έχει μειωθεί η δουλειά μας, αλλά και γιατί λόγω κρίσης πολλοί συμπολίτες μας αδυνατούν να πληρώσουν ακόμα και 5 ευρώ και εγκαταλείπουν τα ρούχα τους στο μαγαζί!
Ο πελάτης πια θα σκεφτεί διπλά και τρίδιπλα για να φέρει ένα ρούχο για καθάρισμα. Θα το φέρει μόνο εάν είναι κάτι που δεν μπορεί να το καθαρίσει μόνος του και μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, για παράδειγμα δηλαδή ας πούμε για καμιά βάπτιση ή κάποιον γάμο.
Τώρα τα τελευταία τρία χρόνια με την κρίση έχουμε και το φαινόμενο να φέρνουν πολλοί τα ρούχα τους, εμείς να τα καθαρίζουμε και να μην έρχονται να τα πάρουν είτε από ντροπή, είτε γιατί δυσκολεύονται να πληρώσουν, είτε από πραγματική πλέον αδυναμία.
Έτσι στο υπόγειο και στο πατάρι έχουν συσσωρευτεί όλων των ειδών ρούχα, από μαξιλαροθήκες, κουρτίνες μέχρι ακόμα και δερμάτινα μπουφάν.
Έχουμε φτάσει σχεδόν στο αδιαχώρητο και πολλά από αυτά τα μοιράζω σε σακούλες και τα δίνω σε φτωχούς, ή τα προωθώ στα φιλόπτωχα ταμεία της Εκκλησίας.
Όμως, η κατάσταση είναι τραγική και πραγματικά σχεδόν μου ήρθε να κλάψω όταν μία μέρα έδωσα μια σακούλα ρούχα σε έναν φτωχό μας συμπολίτη και αυτός άφησε για λίγο τη σακούλα που ήταν βαριά, έξω από το μαγαζί για να πάει λίγο μέχρι απέναντι.
Έπειτα από λίγο, κάποιος προφανώς πέρασε και την πήρε τη σακούλα. Δηλαδή, όπως κατάλαβες, ο φτωχός, έκλεψε τον... φτωχότερο»...
Και διά του λόγου το αληθές εγένετο και η σχετική περιήγηση στο υπόγειο και στο πατάρι.
Στα αζήτητα του καθαριστηρίου λοιπόν τα... άπλυτα τα παραπεταμένα, όχι βέβαια όμως για τους λόγους που θα το ήθελε το γνωστό βαρύ λαϊκό άσμα, αλλά για ακόμα βαρύτερους, αυτούς, της φτώχειας που χτύπησε και τη διπλανή μας πόρτα...