Σήμανση, καταγραφή, στείρωση και υποχρεωτικό ετήσιο προληπτικό αντιλυσσικό εμβολιασμό, όλων των δεσποζόμενων και αδέσποτων ζώων, σκύλων και γατών, προκειμένου να αντιμετωπιστεί, αλλά και να ελεγχθεί πιθανός κίνδυνος εξάπλωσης της νόσου, ζήτησαν απόψε στο πλαίσιο ημερίδας στο «Χατζηγιάννειο» Πνευματικό κέντρο της Λάρισας, ειδικοί επιστήμονες, μετά τα κρούσματα λύσσας που εμφανίστηκαν, στην Ελλάδα αλλά και στη Θεσσαλία ειδικότερα το τελευταίο διάστημα.
Στην ενημερωτική ημερίδα με θέμα «Λύσσα και δημόσια υγεία» οι εισηγητές -αν και όπως τόνισαν στην περιοχή μας η νόσος επιδημιολογικά εμφανίζεται σε χαμηλά επίπεδα σε σχέση με την υπόλοιπη χώρα, την Μακεδονία για παράδειγμα- επεσήμαναν ότι οι αρχές αλλά και οι ιδιοκτήτες των ζώων, δεν θα πρέπει να εφησυχάζουν, ή να αδιαφορούν και πρωτίστως να προβαίνουν στον εμβολιασμό των ζώων τους.
Για τη λύσσα στα ζώα μίλησε η Δρ. Β. Σπύρου, Αν. Καθηγήτρια Τμήματος Τεχνολόγων Γεωπόνων ΤΕΙ Θεσσαλίας, η οποία επικεντρώθηκε στους τρόπους μετάδοσης της νόσου, αλλά και στις μορφές στις οποίες αυτή εκδηλώνεται στα ζώα. «Τη μανιακή και την παραλυτική. Στη μανιακή μορφή σημείωσε παρατηρούνται τα εξής συμπτώματα: Αλλαγή της συμπεριφοράς του ζώου το οποίο, ή απομονώνεται σε σκιερά μέρη, ή παρουσιάζει νευρικότητα και περιφέρεται ανήσυχο χωρίς συγκεκριμένο σκοπό. Τα αντανακλαστικά του αυξάνονται και τρομάζει με το παραμικρό. Το ζώο είναι ανόρεχτο και παρουσιάζει ερεθισμό στο σημείο που δαγκώθηκε -το οποίο συνήθως δαγκώνει. Στις επόμενες 24- 72 ώρες αυξάνονται σημαντικά τα συμπτώματα του φόβου και της ανησυχίας. Το ζώο γίνεται πολύ επιθετικό και δαγκώνει στην κυριολεξία ότι βρεθεί μπροστά του, αντικείμενα, άλλα ζώα και ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένου του αφεντικού του αλλά και του ιδίου προκαλώντας σοβαρούς αυτοτραυματισμούς. Από το στόμα του ζώου ρέουν άφθονα σάλια που αδυνατεί να τα καταπιεί λόγω σπασμού των μυών της κατάποσης. Επίσης, λόγω της παράλυσης των φωνητικών χορδών το γαύγισμα του αλλάζει και μεταβάλλεται σε βραχνό και τραχύ ουρλιαχτό. Οι σκύλοι που βρίσκονται σε αυτή τη φάση περιφέρονται διατρέχοντας συχνά μεγάλες αποστάσεις μακριά από το σπίτι τους και επιτίθενται σε όσα ζώα ή ανθρώπους συναντήσουν στο δρόμο τους. Στην καταθλιπτική μορφή παρατηρείται παράλυση του τραχήλου και των μυών της κατάποσης που συνοδεύεται από άφθονη σιαλόρροια. Πολλοί ιδιοκτήτες πιστεύουν ότι ο σκύλος τους κατάπιε κάποιο κόκαλο και προσπαθούν να το βγάλουν για να βοηθήσουν το ζώο, εκθέτοντας έτσι τον εαυτό τους στη μόλυνση. Η νόσος συνεχίζεται με παράλυση των άκρων, γενικευμένη παράλυση και θάνατο. Η νόσος διαρκεί από 1 - 11 ημέρες».
Για επιτακτική ανάγκη της συνέχιση του προγράμματος εμβολιασμού των αλεπούδων, που είναι το κατά κύριο ζώο που μεταδίδει τη νόσο, για να δημιουργηθεί ένας πρώτος βιολογικός φραγμός και κατά δεύτερο με την ευθύνη των δήμων να γίνει καταγραφή όλων των αδέσποτων και δεσποζόμενων ζώων, ηλεκτρονική σήμανση για να οχυρωθεί ακόμη περισσότερο ο άνθρωπος από τη νόσο, έκανε λόγο με τη σειρά του ο Δρ. Α. Κωνσταντινίδης -Διεύθυνση Κτηνιατρικής Θεσσαλίας, ο οποίος αναφέρθηκε εκτενώς στο πρόγραμμα επιτήρησης και καταπολέμησης της λύσσας.
Ενδιαφέροντα στοιχεία για το πώς η νόσος επηρεάζει τον άνθρωπο έδωσε στην ομιλία της η αναπληρώτρια Καθηγήτρια Μικροβιολογίας -Διευθύντρια Μικροβιολογικού Εργαστηρίου Πανεπιστημιακού νοσοκομείου Λάρισας κ. Ε. Πετεινάκη. Όπου ανέφερε μεταξύ άλλων ότι « Στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Λάρισας κατά το χρονικό διάστημα από τον Αύγουστο μέχρι σήμερα προσήλθαν 62 άτομα τα οποία ανέφεραν ύποπτη επαφή με ζώα. Από αυτά σε ποσοστό 45% δεν χορηγήθηκε καμία θεραπεία , σε ποσοστό 40% χορηγήθηκε εμβόλιο και ορός και τέλος σε ποσοστό 15% χορηγήθηκε μόνο εμβόλιο.
Παρότι η λύσσα είναι μια θανατηφόρος ασθένεια του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος, επεσήμανε η κ. Πετεινάκη, σήμερα υπάρχουν αποτελεσματικοί τρόποι παρέμβασης σε περίπτωση δήγματος ατόμων από λυσσύποπτα ζώα.
Το κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι σε περίπτωση που κάποιος έχει υποστεί εκδορές ή δήγματα από ζώο, πέρα από την προσπάθεια να εντοπιστεί και να παρακολουθηθεί το ζώο, επιβάλλεται να γίνει άμεσα ενδελεχής καθαρισμός του τραύματος και στη συνέχεια, μέσα σε 24-72 ώρες, να απευθυνθεί στο Νοσοκομείο της περιοχής του όπου ειδικός ιατρός θα αποφασίσει για την χορήγηση ή όχι προφυλακτικής θεραπείας. Η προφυλακτική θεραπεία περιλαμβάνει τη χορήγηση του αντιλυσσικού εμβολίου με ή χωρίς συγχορήγηση αντιλυσσικού ορού και οι παρενέργειες σήμερα είναι ελάχιστες.
Τέλος για τον εξέχοντα ρόλο του κτηνιάτρου στην διασφάλιση της δημόσιας υγείας, αναφέρθηκε η πρόεδρος του Κτηνιατρικού Συλλόγου Λάρισας κ. Κ. Σκυλογιάννη, η οποία έκρινε άκρως απαραίτητο τον εμβολιασμό των ζώων από παρασιτώσεις, τον τακτικό έλεγχο από τον κτηνίατρο, στείρωση των ζώων και δη των αδέσποτων για να αποφεύγεται η μετάδοση των αφροδίσιων νοσημάτων, ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης, καρκίνων και τροχαίων στην προσπάθεια τους να ζευγαρώσουν.
Ακόμη η κ. Σκυλογιάννη κατέστησε σαφές ότι ένα κουτάβι στην ηλικία των δύο μηνών δεν θα πρέπει να απομακρύνεται από τη μητέρα του, ότι θα πρέπει μέχρι να τελειώσει τους εμβολιασμούς του στην ηλικία των 4 μηνών να μην εκτίθεται σε υπαίθριους χώρους, διότι δεν έχει την ανοσία και σε περίπτωση ασθένειας δεν θα μπορέσει να την αποτρέψει. Κάτι ανάλογο ισχύει και για τις γάτες, «να εμβολιάζονται ανά δύο μήνες και να αποπαρασιτώνονται και να στειρώνονται σε μικρή ηλικία για την αποφυγή νοσημάτων, επίσης να τοποθετούν το μικροτσίπ.
Χαιρετισμό στην ημερίδα απηύθυναν ο αντιπεριφερειάρχης Λάρισας Χρ. Καλομπάτσιος, ο αντιδήμαρχος Λαρισαίων Αθ. Μαμάκος, ο πρόεδρος του ΤΕΙ Θεσσαλίας Παν. Γούλας και ο διευθυντής Κτηνιατρικής της Περιφέρειας Θεσσαλίας Αθ. Γκουντέλας.
Την ημερίδα συνδιοργάνωσαν, ο Δήμος Λαρισαίων, το ΤΕΙ Θεσσαλίας, η Διεύθυνση Κτηνιατρικής Περιφέρειας Θεσσαλίας, ο Κτηνιατρικός Σύλλογος Λάρισας και η Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης Θεσσαλίας.
Σοφία Ορφανιώτη