Ένα απόσπασμα απ’ όσα είπε ο δημοφιλής ηθοποιός και για τη σχέση του με την «Ε» είναι το εξής:
...Εκείνο το καλοκαίρι δούλευα στο εργοστάσιο ζαχάρεως στη Λάρισα. Δούλεψα τρία καλοκαίρια εκεί. Μία χρονιά ήμουν στην ενσάκιση.
Συζητούσαμε τότε όλοι εμείς οι εποχιακοί, γιατί να δίνουν δωρεάν γάλα μόνο στους μόνιμους εργαζόμενους, αφού όλοι μαζί εισπνέαμε ό,τι μολυσμένο υπήρχε στον αέρα.
Αποφάσισα να γράψω ένα άρθρο, ήμουν στο πρώτο έτος στη Νομική, η «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» το δημοσίευσε αυτούσιο και ξαφνικά έγινα ο ήρωας στο εργοστάσιο ζαχάρεως, γιατί μετά από αυτό το άρθρο αποφασίστηκε να δοθεί δωρεάν γάλα σε όλους τους εργαζόμενους.
Το άρθρο μου άκουσα να το διαβάζει φωναχτά ο πατέρας μου εκείνο το μεσημέρι και πολύ μου άρεσε, που παρότι ένιωθα πως είχε συγκίνηση μέσα του, το διάβασε όπως διάβαζε και τα χρονογραφήματα του Ψαθά.
Ο περιπτεράς που ήταν στην επόμενη γωνία της Γαλάτη, στον δρόμο για το σχολείο μας, μου έδωσε συγχαρητήρια την άλλη μέρα.
Μετά άρχισαν όλοι «γράψε και γι’ αυτό, γράψε και για κείνο, γράψε και για τ’ άλλο». Κατάλαβα ότι ο τρόπος που έγραφα μπορούσε να μεταφέρει απόλυτα σωστά το δίκαιο ενός ανθρώπου, γιατί οι λέξεις είναι ακριβές, είναι μοναδικές, κάθε λέξη είναι λόγος και σκέψη. Μου άρεσε που μπορούσα να μεταφέρω τις σκέψεις και μου άρεσε που από το πρώτο κιόλας άρθρο μου είχε κιόλας το αποτέλεσμα αυτό.
Η «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» από τότε μπήκε στη δική μου καρδιά. Έγινε η «Ελευθερία» μας, η εφημερίδα μας. Πήγαινα εγώ στο περίπτερο και την έπαιρνα, μαζί με τα «ΝΕΑ».
Ο πατέρας μου πέθανε ξαφνικά, πολύ ξαφνικά. Από καρδιά. Μία κι έξω. Όταν πήγα μετά 5-6 μέρες να πάρω από το περίπτερο εφημερίδες και να θυμηθώ που με έστελνε ο πατέρας μου, είχε φύγει το περίπτερο. Έκαναν κάτι έργα εκεί στα πεζοδρόμια και αποφάσισε αυτός και πήρε το περίπτερο και έφυγε. Δεν τον βρήκα ποτέ ξανά αυτόν τον περιπτερά, όπως και τον πατέρα μου. Άρχισα να πηγαίνω στο περίπτερο του σταθμού για να παίρνω τις εφημερίδες μου.
Ο πατέρας μου σήμερα, αν ζούσε, θα ήταν 101 χρονών, όσο και η εφημερίδα. Αλλά αυτή είναι η δύναμη του γραπτού. Ο άνθρωπος φεύγει, τα γραπτά μένουν».