Εκεί έχτισαν τα σπίτια τους, εκεί άρχισαν τις δουλειές, εκεί μπόλιασαν τα όνειρά τους για πρόοδο και καλύτερη ζωή. Λίγο με τα ζώα, πολύ με τα χωράφια και η Λάρισα είναι δίπλα. Κάποιοι πάνε κι έρχονται αφού απασχολούνται τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο τομέα. Και ξαφνικά σε μια νύχτα… «Ζήσαμε μια κατάσταση πολέμου που δεν την πιστεύαμε» και τώρα το μόνο που κάνουν είναι να μαζεύουν τα κομμάτια τους, ηττημένοι από έναν αντίπαλο που ούτε καν τον περίμεναν.
Η Ευτυχία Μανδραβέλη γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Λάρισα. «Περαμαχαλιώτισσα» δηλώνει, αλλά βρέθηκε στο Κουλούρι με την οικογένειά της. Σαν κι εκείνη αρκετοί και μάλιστα νέοι άνθρωποι. Το σπίτι της δεν έπαθε μεγάλη ζημιά και γι’ αυτό ανέλαβε δράση με σκοπό να βοηθήσει ως ενδιάμεσος κρίκος για τη διανομή των φαγητών από το Δήμο Λαρισαίων και τον «Άλλο άνθρωπο» που κάνει σπουδαία πράγματα τέτοιες ημέρες.
«Είμαστε ένας οικισμός που είναι πολύ ζωντανός αλλά τώρα όλα άλλαξαν» λέει και δείχνει τα σπίτια που φαίνονται διαλυμένα.
«Υπάρχουν σπίτια που άντεξαν τον σεισμό αλλά δεν τα κατάφεραν από την πλημμύρα. Υπάρχουν σπίτια που γέμισαν νερό μέχρι το στήθος και καταστράφηκαν όλα τα πράγματα. Καναπέδες, στρώματα» και αυτό φαίνεται ξεκάθαρα. Όπου και να γυρίσει κάποιος το βλέμμα του στο Κουλούρι θα δει μόνο καταστροφή.
Έχει όμως και μια έντονη δυσοσμία. Ίσως εντονότερη από άλλα μέρη που επλήγησαν. Ανεξήγητα έντονη. «Αυτό δεν αντέχουμε. Είναι υπερβολικό» λένε οι κάτοικοι και εξηγούν πως όλα όσα είχε το ποτάμι βρέθηκαν στα σπίτια τους και τις αποθήκες τους. Στην πλατεία τους και την εκκλησία τους. «Μα έχει και νεκρά ζώα μέσα στο νερό. Ψάρια ψόφια έξω από το νερό. Λάσπη, λύματα που δεν πέρασαν από τον βιολογικό καθαρισμό».
Τα σχολεία δεν θα ανοίξουν ούτε αυτή τη Δευτέρα. Η είδηση αυτή έφερε μια ανακούφιση στις μητέρες του χωριού. Κάποιες όμως είδαν τα ρούχα των παιδιών τους μέσα στα βρωμόνερα. Άλλες μητέρες άπλωσαν μια χείρα βοηθείας για να βάλουν πλυντήρια στα δικά τους σπίτια. «Όσο κι αν τα πλύνουμε αυτά τα ρούχα δεν ξέρω αν ποτέ θα φορεθούν ξανά. Τόσα μικρόβια…» αναρωτιούνται.
Θυμούνται όλοι εκείνη τη βραδιά που άρχισε να πλημμυρίζει ο οικισμός. «Δεν μπορούμε να το ξεχάσουμε. Τα νερά ήρθαν από τη Γυρτώνη. Μας έπιασε η καρδιά. Κοιτούσαμε με τα τρακτέρ και προσωπική δουλειά να σώσουμε ό,τι μπορούμε. Οι άντρες έφτιαχναν αναχώματα για να αποτρέψουν τις καταστροφές. Οι παλιοί γνώριζαν το ποτάμι κι αυτό βοήθησε. Είχαν την εμπειρία να κάνουμε μια άμυνα» σημειώνουν οι νεότεροι.
Το νερό στην πλατεία του χωριού είχε 1.80 ύψος, λέει η Ευτυχία και αναρωτιέται πότε θα ξαναπάνε να καθίσουν. Πότε τα παιδιά θα μπορούν να ξαναπαίξουν στην παιδική χαρά.
«Το Κουλούρι θα αργήσει να πάρει ξανά τα πάνω του» και συμπληρώνει πως το ακόμα πιο οδυνηρό είναι το ότι «πρόκειται για φτωχό κόσμο. Είναι βιοπαλαιστές. Είναι πολύ δύσκολο να επανέλθουν στη φυσιολογική τους ζωή γρήγορα» με την ψυχολογία όλων να είναι πεσμένη.
Κάπου σε μια άκρη του οικισμού ένας 80χρονος προσπαθεί να αδειάσει το σπίτι του από τα νερά με το τρακτέρ. Η πόρτα του έχει κλείσει και βγάζει τα πράγματα από το παράθυρο. Ο εγγονός του προσπαθεί να εξηγήσει πως πρέπει να μετακομίσει, μα εκείνος αναρωτιέται «πού να πάω;» δείχνοντας πως όλη του η ζωή βρίσκεται εκεί μέσα. Φωτογραφίες, αναμνήσεις, χαρές, λύπες, οικονομίες και ιδρώτας. Ένα άλλο Κουλούρι που τώρα θάφτηκε κάτω από τις λάσπες…