Της Λένας Κισσάβου
Διατηρητέο χαρακτηρίστηκε το κτίριο του πρώην κινηματογράφου «Παλλάς», στη Λάρισα, που βρίσκεται στη διασταύρωση των οδών Παναγούλη και Κούμα, από το Τμήμα Παραδοσιακών Οικισμών του Υπουργείου Περιβάλλοντος.
Η ταυτότητα του κτιρίου θα παραμείνει με αυτόν τον τρόπο αναλλοίωτη στα χρόνια, ως ο κινηματογράφος μιας άλλης εποχής, μένοντας «ζωντανό» στοιχείο της ιστορίας της στην καθημερινότητα των ρυθμών της και στην πορεία των χρόνων στην πόλη.
Μαζί με τα άλλα ιστορικά κτίσματά της, θα στέκει μάρτυρας του πολιτισμού της νεότερης ιστορίας, χωρίς αυτό να σημαίνει όμως ότι θα παραμείνει κλειστό και αναξιοποίητο, καθώς δρομολογείται η εγκατάσταση ενός εμπορικού καταστήματος αθλητικών ειδών.
Μπορεί να έκλεισε τις πύλες του πριν λίγα χρόνια, με τελευταία χρήση του να στεγάζει το γνωστό κατάστημα ηλεκτρικών ειδών «Electroptica», αλλά με ανάλογες εργασίες, που θα πραγματοποιηθούν στον χώρο του, θα αντισταθεί στη φθορά και κυρίως δεν θα γίνει και αυτό ένα από τα διατηρητέα που ρημάζει.
Όλα ξεκίνησαν πριν 15 μήνες περίπου, όταν ζητήθηκε από την Πολεοδομία να γίνουν εργασίες στο εσωτερικό του. Η υπόθεση παραπέμφθηκε στην Επιτροπή Αρχιτεκτονικού Ελέγχου (ΕΠΑΕ), καθότι πρόκειται για κτίσμα μετά το ’55, το οποίο έκρινε ότι θα πρέπει να χαρακτηριστεί διατηρητέο. Εκτοτε …πήρε το δρόμο του και για το Υπουργείο Περιβάλλοντος, για να φτάσει σήμερα να αναμένει αισίως την έγκριση εργασιών (με προϋποθέσεις προστασίας των αρχιτεκτονικών του στοιχείων) που θα πρέπει να ξεκινήσουν.
Επειδή όμως στην Ελλάδα πολλά θέματα προχωρούν με ρυθμούς χελώνας, δεν έχει πάρει ακόμη το πράσινο φως.
«Δεκαπέντε μήνες αφότου ξεκίνησε αυτή η υπόθεση, έχω ξοδέψει για έγγραφα που χρειάστηκαν, τουλάχιστον 450 σελίδες χαρτιού…!», δηλώνει χαρακτηριστικά ο ιδιοκτήτης του, κ. Κώστας Τζεζαϊρλίδης, παρουσιάζοντας τη γραφειοκρατία σε όλο της το μεγαλείο.
ΑΝΕΓΕΡΘΗΚΕ ΤΟ 1936
Το κτίριο ανεγέρθηκε το 1936 και είναι έργο του ιταλικής καταγωγής αρχιτέκτονα Κολονέλου. Είναι ένα από τα λίγα εναπομείναντα δείγματα αρχιτεκτονικής του μεσοπολέμου της πόλης, με αξιόλογα μορφολογικά στοιχεία στην πρόσοψή του.
Η ιστορία του συνδέεται με εκείνη της οικογένειας Τζεζαϊρλίδη, η οποία έπαιξε σημαντικό ρόλο στην κινηματογραφική ιστορία της Λάρισας. Το Παλλάς ήταν ο δεύτερος κινηματογράφος της πόλης, μετά το Ολύμπια και ξεκίνησε να λειτουργεί το 1937.
Ήταν το πρώτο κτίριο στη Λάρισα που κτίστηκε ως κινηματογράφος.
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση: «Πρόκειται για μεσοπολεμικό κτίριο με ιδιάζουσα αρχιτεκτονική διάρθρωση, ρυθμολογία και μορφολογία, αφού κτίστηκε για να χρησιμοποιηθεί ως κινηματοθέατρο.
Είναι γενικά κτίσμα διώροφης διάρθρωσης, με έντονο ογκοπλαστικό χαρακτήρα και φέρει τοξωτή στέγαση κατά το μεγαλύτερο τμήμα του, από καμπύλη χαρακτηριστική οροφή, φερόμενη από τοξοειδείς δοκούς που ακολουθούν το καμπύλο σχήμα της.
Σε κεντρικό τμήμα της οροφής, υπάρχει φωτιστικό άνοιγμα (που αναφέρεται ως γυάλινο συρόμενο), υπό μορφή διαφώτιστης διπλής οροφής, ημιδιαφανούς υλικού, το οποίο διαχέει με πολύ ενδιαφέροντα τρόπο το φυσικό φως σε ολόκληρη την κεντρική αίθουσα.
Στο εσωτερικό του κινηματοθεάτρου δεσπόζουν οι καμπύλες της οροφής (διαδοκίδωση) με τον διαφώτιστο φεγγίτη, η σκηνή, τα θεωρεία με φόντο τις κόγχες που δημιουργούνται από τα υποστυλώματα και τις δοκούς και ο εξώστης, τα στηθαία των οποίων διακοσμούνται με γραμμικής μορφής προεξέχουσες ταινίες, σήμερα χρωματικά διαφοροποιημένες.
Σε καίρια σημεία της σύνθεσης χρησιμοποιούνται καμπύλες γραμμές κατά επιτυχή τρόπο τόσο στην κάτοψη και τη διάρθρωση των χώρων όσο και σε ορισμένα στοιχεία των όψεων (στρογγυλοί φεγγίτες, τοξωτή οροφή, στέψη του κτιρίου προς την οδό Παναγούλη κ.λπ.).
Το κτίριο χαρακτηρίζεται από ογκοπλαστική διάθεση που εκδηλώνεται
τόσο με την εναλλαγή των υψών των όγκων των χώρων του όσο και του στηθαίου που διαμορφώνεται με εναλλασσόμενα ύψη καθώς διατρέχει το κτίριο στην απόληξή του.
Στη γωνία του κτιρίου επί των οδών Κούμα και Αλ. Παναγούλη, έχει διαμορφωθεί η κυρία είσοδος - έξοδος του κινηματογράφου με μικρό φουαγιέ και τις σκάλες που οδηγούν στον εξώστη και στο θεωρείο, ενώ δευτερεύουσες είσοδοι υπάρχουν τόσο επί της οδού Κούμα όσο και στην Αλ. Παναγούλη.
Προστέγασμα από οπλισμένο σκυρόδεμα, διατρέχει το κτίριο κατά το μεγαλύτερο μήκος της όψης διαχωρίζοντας το ισόγειο από τον όροφο. Οριζόντιες διακοσμητικές προεξοχές γραμμικής μορφής, κοσμούν μαζί με το προαναφερθέν στηθαίο την όψη του. Επίσης πρόσθετα στοιχεία της όψης (τεθλασμένα γραμμικά στοιχεία, παράθυρα, μικροί κυκλικοί φεγγίτες, κατακόρυφες γραμμικές προεξοχές αλλά και τομές) δημιουργούν ενιαία σύνθεση, τονίζοντας τον ειδικό χαρακτήρα του κτιρίου.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το τμήμα της όψης που βρίσκεται επί της οδού Κούμα, όπου στον όροφο κυριαρχούν εισέχοντες και διαφορετικού ύψους επί μέρους κτιριακοί όγκοι, με υψηλότερο στο βάθος αυτόν της κεντρικής αίθουσας του κινηματοθεάτρου».