Εκείνη την εποχή δεν υπήρχε η κοινωνική δικτύωση, όπως υπάρχει σήμερα, ενώ οι ταξιδιωτικές καταγραφές μέσω διαδικτύου ήταν σχεδόν μηδαμινές. Έτσι γεννήθηκε το godimitris.gr που αποτέλεσε ίσως τον πρώτο αποκλειστικά τουριστικό ιστότοπο με εμπειρίες που τις έγραφε ο ίδιος. Ζούσε, έγραφε και ζούσε ξανά...
«Πού θα πας; Δεν ξέρεις καλά ισπανικά. Πού θα πας; Δεν έχεις χρήματα...» του έλεγαν και του ξαναέλεγαν οι φίλοι, η οικογένεια, οι συνάδελφοι.
«Μα αν τους άκουγα όλους αυτούς ποτέ δεν θα ξεκινούσα» λέει και είναι σίγουρος πως έκανε το σωστό, καθώς «αν περιμένουμε κάποια βασικά στοιχεία για να υλοποιήσουμε το όνειρό μας, το μόνο που θα κάνουμε είναι να καθυστερήσουμε. Εγώ απλά πήρα το εισιτήριο και έφυγα».
Μεγάλωσε στην Ολλανδία και στην Ορεστιάδα. Δίπλα, δηλαδή, από τα σύνορα για τα οποία ο ίδιος ποτέ δεν κατάλαβε πώς μια γραμμή μπορεί να αλλάζει.
«Περνάς μια γραμμή και ο κόσμος μιλάει άλλη γλώσσα, έχει άλλη θρησκεία, έχει άλλα ήθη και έθιμα και φαγητά. Τα πάντα αλλάζουν από μια γραμμή».
Ο ίδιος επιμένει πως με το ταξίδι δεν μεταφέρεσαι σε άλλο τόπο, αλλά κυρίως σε άλλο χρόνο, «αν πάρεις το αεροπλάνο και πας για παράδειγμα σε κάποιες από τις χώρες της Λατινικής Αμερικής είσαι 30 χρόνια πίσω. Αν το πάρεις και πας στην Καλιφόρνια είσαι 20 χρόνια μπροστά» εξηγεί κι έχει τη σημασία του στη δική του ιστορία.
Μέχρι το 2012 κατάφερε να καλύψει πολλές δεκάδες χώρες και να γράψει χιλιάδες ιστορίες, μα κάπου στέρεψε. Όχι από έμπνευση, αλλά από χρήματα. Οι υποσχέσεις που είχε κρατήσει από ανθρώπους και εργασίες βούλιαξαν μεταξύ Ατλαντικού και Ειρηνικού. Κάπου στον Παναμά...
ΣΤΟΙΧΗΜΑ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ, ΣΠΙΤΙ
«Έπρεπε να αναζητήσω έναν τρόπο για να επιβιώσω» υπογραμμίζει. «Πλησίαζα τα 40 και με πίεζαν οι καταστάσεις. Τότε ήταν που σκέφτηκα να γυρίσω τον χρόνο και να δω τι ήταν αυτό που στην Ελλάδα είχε άνθιση πριν από χρόνια. Σκέφτηκα να φτιάξω περιοδικό για προβλέψεις στοιχηματισμού στο Περού και ήταν το πρώτο».
Παρά το γεγονός πως ο ίδιος δεν είχε και ιδιαίτερη σχέση με το ποδόσφαιρο και γενικά με τον αθλητισμό, «Το περιοδικό κατάφερε να αλλάξει σε μεγάλο βαθμό την ιστορία του αθλητισμού στη χώρα» λέει για το Datero bet, όπως ήταν η ονομασία του. Μα δεν έμεινε μόνο εκεί, καθώς δημιούργησε και μία ακόμα εταιρεία μάρκετινγκ και μία ακόμα διανομών με δεκάδες εργαζόμενους. Παράλληλα, δεν ξέχασε τη δημοσιογραφία, καθώς δίδασκε μαθήματα ερευνητικής δημοσιογραφίας στο Πανεπιστήμιο της Λίμα.
Μέχρι το 2017, αφού προχώρησε και στην αγορά σπιτιού και γενικά αφού «νοικοκύρεψε» οικονομικά τη ζωή του, βρέθηκε εκ νέου σε δίλημμα: «Ή μένω στη Λίμα και συνεχίζω να μαζεύω χρήματα που δεν ξέρω τι να τα κάνω ή τα πουλάω όλα και συνεχίζω το ταξίδι μου».
Δεν χρειάζεται να είσαι βέβαια μάντης για να μαντέψεις την επιλογή του, καθώς «Όταν έφτασα στα 500 τεύχη του περιοδικού, πούλησα το σπίτι, τα παράτησα όλα και είπα να πάω να δω τις υπόλοιπες χώρες που δεν είχα προλάβει να δω. Λέω, μου μένουν 15 χρόνια περίπου. Δεν μπορώ να πάρω τα χρήματα μαζί μου. Αυτό που παίρνουμε μαζί μας είναι εικόνες και εμπειρίες. Όμορφες και άσχημες. Ακόμη και οι άσχημες, όμως, μας κάνουν καλύτερους ανθρώπους. Εγώ ξύπνησα από τον λήθαργο του επιχειρείν και είπα να συνεχίσω το ταξίδι μου στον κόσμο».
Μα εκεί που ήταν στα ταξίδια, ήρθε ο κορονοϊός που αποτέλεσε μια καλή αφορμή για γερή στάση στην Ελλάδα. Πριν λίγες ημέρες έχασε τη μητέρα του, μα ξέρει πως έχει τους φίλους του, τους οποίους συνάντησε μετά από πολλά χρόνια και θυμήθηκε πόσο σημαντικό είναι να τους έχεις.
ΟΝΔΟΥΡΑ, ΒΡΑΖΙΛΙΑ, ΟΥΡΟΥΓΟΥΑΗ ΚΑΙ ΠΟΡΣΕ...
Ο godimitris.gr στα καλά ταξιδιωτικά χρόνια είχε κάθε μέρα και από μια ιστορία να γράψει. Από τις καλές που λένε, τις διαβαστερές. Του ζητήσαμε τρεις. Έτσι για τη γεύση.
«...Στην Ονδούρα για παράδειγμα μπήκα 3 φορές και δεν μπόρεσα να γράψω καλά λόγια. Για τη Βραζιλία δεν μπορούσα να περιγράψω την ομορφιά της... Καλοκαίρι ταξιδεύω πάντα. Αν χρειαστώ ρούχα τα αγοράζω. Ήμουν μια φορά στη Νικαράγουα και ήθελα να πάω σε ένα πάρτι ρεβεγιόν. Επί 15 μήνες δεν είχα δει σούπερ μάρκετ. Βρήκα ένα που είχε από κοστούμια μέχρι και φασόλια. Μπήκα και αγόρασα. Όταν γύρισα σπίτι, είδα έναν νεαρό στο μέγεθός μου. Τον είδα πως είχε ανάγκη και του τα έδωσα. Γύρισα πίσω με το εσώρουχό μου μόνο, μα δεν με ένοιαζε, αφού έκανα έναν άνθρωπο ευτυχισμένο. Αυτό σε κάνει το ταξίδι. Καλύτερο άνθρωπο. Υπάρχουν, όμως, άνθρωποι που έχουν δει τόσα και έχει συμβεί το αντίθετο.
...Στην Ουρουγουάη πήρα συνέντευξη από έναν εκ των πρωταγωνιστών της ιστορίας που έπεσε το αεροπλάνο και αναγκάστηκαν να φάνε μέρη άλλων επιβατών για να επιβιώσουν.
Διαπίστωσα, όμως, πως αυτός ο άνθρωπος που είδε τον θάνατο μπροστά του, τώρα έχει δύο πόρσε στο γκαράζ του. Ζούσε από αυτήν την ιστορία για την οποία έγραφε. Τον ρώτησα γιατί δύο. Απάντησε πως του άρεσε και η κίτρινη και η γκρι και είπε να τις πάρει και τις δύο».
Για τον Δημήτρη Παρούση, πλέον, δεν έχουν σημασία οι εποχές. Για εκείνον είναι πάντα καλοκαίρι.
Δεν έχουν σημασία, πλέον, οι ημέρες. Για εκείνον είναι πάντα Κυριακή...
Όπως Κυριακή θα φύγει πάλι για το τρίτο μέρος του μεγάλου του ταξιδιού. Τώρα για να γνωρίσει μέσα από τα ταξίδια του τον ίδιο του τον εαυτό.