Του Κ. Γκιάστα
«Είναι σαν ένα πρόσωπο. Αν το βλέπεις μια φορά τον χρόνο δεν μπορείς να διακρίνεις τις αλλαγές του. Αν όμως το βλέπεις μετά από πολλά χρόνια θα δεις σε ποιους τομείς έχει αλλάξει ριζικά και σε ποιους έμεινε το ίδιο» και ο κ. Δημήτρης Σ. έχει να πάει στο παζάρι 25 ολόκληρα χρόνια.
Από το 1989 λόγω φιλοσοφίας και άποψης όπως μας λέει «Είχα πάει τελευταία φορά όταν το Παζάρι γινόταν δίπλα από τον Πηνειό στο Κηποθέατρο. Από τη στιγμή που άλλαξε ο τόπος διεξαγωγής δεν μου άρεσε, καθώς πιστεύω πως χάθηκε η μαγεία της διοργάνωσης με την ταυτότητα της πόλης. Η Λάρισα με τον Πηνειό είναι άρρηκτα συνδεδεμένες έννοιες καθώς και το παζάρι».
Τοποθετημένος λοιπόν εξ αρχής και ξεκάθαρος ενάντια στις όποιες αλλαγές ο εν λόγω κύριος και εμείς από την πλευρά μας προσπαθήσαμε απλά να κρατήσουμε το κοντράστ των δύο εποχών. Έστω και μονόπλευρο το αποφασίσαμε λοιπόν.
Μας ζήτησε να πάμε μαζί μια «βόλτα» και να μας απαριθμεί όλα όσα του κάνουν εντύπωση. Κάναμε λίγη ώρα να παρκάρουμε και ξεκίνησε «Τότε το Παζάρι ήταν σε χώρο που επέτρεπε στον καθένα να πάει με τα πόδια και να μην υπάρχει αυτός ο πανικός. Το πάρκιγκ πάει να ξεπεράσει το παζάρι. Φαντάσου του αυτό. Κανονικά έπρεπε να γίνεται το αντίθετο». Κάτι που γίνεται σε όλη την πόλη άλλωστε.
Καθώς μπήκαμε κοιτάζει προς τα πάνω την οροφή: «Στο Κηποθέατρο υπήρχαν μόνο πανιά που έβαζαν πάνω από τον κάθε πάγκο. Όταν λέμε παζάρι το εννοούμε. Αυτό τώρα είναι μια κατάσταση μπαρόκ. Θέλουμε την Ανατολή αλλά μας αρέσει και η πολυτέλεια της Δύσης. Ο συνδυασμός ξεθωριάζει το απόλυτο στυλ». Είμαστε και λίγο γκρινιάρηδες σαν λαός γενικότερα.
Σταματάμε σε μια γωνιά για να κάνουμε ένα πλάνο στη βόλτα μας αλλά του κάνει παρατήρηση ένας έμπορος «Φίλε κάνε πιο κει γιατί μου κρύβεις τον πάγκο, άντε και δεν έχουμε κάνει ακόμα σεφτέ». Ο κ. Δημήτρης γυρίζει και βάζει το δείκτη στο μυαλό του και λέει «Πρόσεξέ το οι έμποροι γενικότερα είναι πολύ πιο αγχωμένοι από τότε. Νευρικοί όπως και όλοι σχεδόν οι Έλληνες. Τρέχουν και δεν φτάνουν. Τότε υπήρχε άγχος δημιουργικότητας γιατί οικονομικά οι εποχές ήταν δημιουργικές, τώρα υπάρχει άγχος επιβίωσης και δεν συμβαίνει βέβαια μόνο στο παζάρι». Η κρίση βρίσκεται παντού.
Στο βάθος βλέπει τους χώρους υγιεινής και παρατηρεί «Τότε ο κόσμος έψαχνε μια γωνιά να πάει για την ανάγκη του και δεν ήταν ό,τι καλύτερο. Τώρα τουλάχιστον υπάρχουν αυτοί οι χώροι που σίγουρα εξυπηρετούν πολλά άτομα». Να και το πρώτο θετικό.
Κοιτάζοντας τα καρτελάκια των τιμών δεν θα μπορούσαμε να μην του ζητήσουμε να κάνει μια σχετική σύγκριση: «Πάντοτε εδώ στο παζάρι οι τιμές είναι λίγο χαμηλότερες από την αγορά. Όμως θα πρέπει να το δούμε αναλογικά με την ποιότητα και την εποχή. Και τότε το ίδιο ήταν. Οι επιλογές ποικίλλουν. Όμως δεν μπορεί σε μια τέτοια εποχή να βλέπουμε τη ρόκα για παράδειγμα να την έχουν πολλοί στα 2 ευρώ. Μιλάμε για 700 δραχμές...».
Περνώντας δίπλα από κάποια άδεια σημεία χωρίς πάγκους λέει: «Οι άδειες παράγκες σημαίνουν πολλά. Αυτό θα πρέπει να το δούμε με προσοχή διότι παλιότερα έκανες αγώνα δρόμου για να εξασφαλίσεις κάποια θέση. Τώρα...». Από την άλλη όμως και οι έμποροι τέτοιες μέρες περιμένουν για ένα μεροκάματο.
Βγαίνοντας από μια γωνιά σταματάει και κοιτάζει πίσω από τα εσώρουχα και κάνει μια τελευταία σημείωση: «Ερχόμασταν στο παζάρι για να πάρουμε μάλλινες κάλτσες για μας, σοσόνια για τις γυναίκες και σκελέες για τον παππού. Τώρα τα στριγκάκια μας έχουν κατακλύσει...».
Να και ένα τσούρμο παιδιά τρέχουν με λαχτάρα μέσα στους διαδρόμους. Κρατάνε παιχνίδια και πάνε για το λούνα παρκ. Ασυγκράτητα και γεμάτα ενθουσιασμό. Σπρώχνουν κατά λάθος ένα ζευγάρι αγκαλιασμένο που χαζεύει τους πάγκους και οι τρεις κυρίες πιο κει χαμογελάνε. Κανένας δεν ενοχλείται. Στο παζάρι άλλωστε πας για βόλτα και χαζευτήρι. Αυτό δεν θα αλλάξει ποτέ. Το παζάρι απλά προσαρμόζεται σε ό,τι επιτάσσει η εποχή. Οι άνθρωποι αλλάζουν μάλλον. Εμείς.