Της Σοφίας Ορφανιώτη
Φωτ. Βασίλης Ντάμπλης
Πριν από μερικά χρόνια το να έβλεπε κανείς μια γυναίκα στο τιμόνι ενός ταξί, ήταν μια εικόνα ασυνήθιστη. Σε ένα επάγγελμα αμιγώς ανδροκρατούμενο, αυτό του ταξιτζή, δεν φαντάζονταν ακόμη και ο πιο προχωρημένος νους, ότι το κοινώς λεγόμενο «ασθενές» φύλο, θα μπορούσε να καταρρίψει στερεότυπα και προκαταλήψεις και να αλλάξει τα δεδομένα.
Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερες γυναίκες οδηγούν ταξί, αποδεικνύοντας καθημερινά στους συναδέλφους τους, ότι το επάγγελμα του ταξιτζή δεν είναι πια ανδρική υπόθεση!
Στις πιάτσες των ταξί της Λάρισας, σταθμεύουν για λίγο τα αυτοκίνητά τους ούτε μια, ούτε δύο αλλά ...25 γυναίκες, οι οποίες με την ευγένεια, την εργατικότητα και την αγάπη τους για τη δουλειά που διάλεξαν, κατάφεραν να κερδίσουν τους πελάτες τους.
Αναμφίβολα- λόγω της φύσης της δουλειάς τους-είναι γυναίκες δυναμικές, δραστήριες, που αψηφούν πολλές φορές τον κίνδυνο, ειδικά όταν αναγκάζονται να δουλέψουν σε νυχτερινή βάρδια.
Οι περισσότερες από αυτές πήραν το ταξί και βγήκαν στον δρόμο, για να βοηθήσουν τον άντρα τους, που στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, κρίθηκε αναγκαίο, να συμπληρώσουν το οικογενειακό εισόδημα, κάνοντας άλλη μια βάρδια.
Και τα κατάφεραν, σε σύντομο χρονικό διάστημα και χωρίς ιδιαίτερο κόπο, να κερδίσουν την αναγνώριση και τον σεβασμό των συναδέλφων τους ακόμη και των παλιότερων.
Πλέον νιώθουν ισότιμες με τους άντρες συναδέλφους τους και ικανές να αντιμετωπίσουν οποιοδήποτε περιστατικό.
Η «Ε» συνομίλησε με τρεις γυναίκες-οδηγούς ταξί της Λάρισας, οι οποίες σε μια χαλαρή συζήτηση, αναφέρθηκαν στις συνθήκες της δουλειάς, στους ρυθμούς της καθημερινότητας, αλλά και στα προβλήματα που επέφερε η οικονομική κρίση και στο δικό τους επάγγελμα.
Η Χαρά δουλεύει το ταξί από τη μέρα που έχασε τον πατέρα της. Μετρά 13 χρόνια επαγγελματικής δραστηριότητας.
«Τα πρώτα χρόνια ήταν καλά από οικονομικής άποψης, βγάζαμε καλό μεροκάματο» τώρα η κατάσταση άλλαξε και έτσι εκείνη αναγκάστηκε να κάνει και δεύτερη δουλειά - όταν δεν οδηγεί είναι στο τηλεφωνικό κέντρο και δέχεται τις κλήσεις των πελατών.
«Είναι μια δουλειά που εμένα με «γεμίζει... με φτιάχνει». Κάθε μέρα, κάθε κούρσα είναι διαφορετική, με τα απρόοπτα της. Και μόνο ότι δεν είμαι κλεισμένη σε ένα χώρο με αναζωογονεί», θα συμπληρώσει.
Με τσαγανό, εμπειρία και 14 χρόνια στο τιμόνι του δικού της ταξί η Αγγέλα, η οποία αφού έκανε διάφορες δουλειές, αποφάσισε να αγοράσει το μισό ταξί και να ασχοληθεί με τη συγκεκριμένη δουλειά.
«Η δική μας δουλειά πλήττεται βάναυσα με την οικονομική κρίση και φυσικά δεν είναι η μοναδική. Κάποτε μάλωναν οι πελάτες στην πιάτσα για να προλάβουν να πάρουν το ταξί και τώρα καθόμαστε στην πιάτσα 2 ώρες! Αναμονή για να δεχθούμε κλήση για κάποια κούρσα, ή να έρθει από τον δρόμο κάποιος πελάτης.
Κάποτε βγάζαμε 50 ευρώ τη μέρα και σήμερα μετά βίας 20 εξηγεί η Αγγέλα και οι εργατοώρες πια είναι η αναμονή και όχι η δουλειά.
Κάποτε παίρναμε 25 κούρσες τη μέρα και τώρα 8 και αν.... κάποτε,... κάποτε το πρόβλημα μας ήταν το κυκλοφοριακό της Λάρισας, χάναμε και πελάτες ακόμη από την καθυστέρηση στους δρόμους, τώρα το πρόβλημά μας είναι η αναδουλειά θα πει.
Υπάρχουν δε και μέρες που απλά καθόμαστε και δεν παίρνουμε καμία κλήση και φυσικά οι υποχρεώσεις «τρέχουν», εφορία, εισφορές στον ΟΑΕΕ, συντήρηση του αυτοκινήτου, καύσιμα.
Η συντριπτική πλειοψηφία των συναδέλφων δεν πληρώνει τις εισφορές της, όχι γιατί δεν θέλει, αλλά γιατί δεν έχει, το μεροκάματο δεν επαρκεί ούτε για τα βασικά.
Η Χαρά που παράλληλα εργάζεται και στο τηλεφωνικό κέντρο θα παρέμβει στην κουβέντα λέγοντας ότι το 2009 δεχόταν 1 εκ. κλήσεις τον χρόνο, τώρα ο αριθμός αυτός μειώθηκε ραγδαία και μάξιμουμ λαμβάνουν 5 χιλ. κλήσεις.
Υπάρχουν δε ημέρες που δεν παίρνουν και καμία. «Η μεγάλη πληγή για το δικό μας κλάδο είναι η φορολογία, καλούμαστε να πληρώνουμε φόρους δυσανάλογους με το εισόδημά μας» θα πουν και οι τρεις γυναίκες.
Η τρίτη της παρέας, η Ρούλα δουλεύει ως οδηγός ταξί τα τελευταία 3 χρόνια, ακριβώς στην περίοδο της κρίσης.
Αποφάσισε να δουλέψει για να βοηθήσει τον άντρα της και να ενισχύσει το οικογενειακό εισόδημα, κάνοντας άλλη μια βάρδια.
Στο διάστημα που δουλεύει έχει διαπιστώσει πως τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες εμπιστεύονται τις γυναίκες στο τιμόνι.
Ειδικά οι μητέρες σχολιάζει όταν τα παιδιά τους αργούν να γυρίσουν σπίτι μετά από κάποια διασκέδαση, αισθάνονται μεγαλύτερη ασφάλεια, όταν βλέπουν ότι το παιδί τους το επιστρέφει στο σπίτι μια γυναίκα οδηγός ταξί, παρά ένας άντρας.
Βέβαια υπάρχουν και οι παράξενοι πελάτες, όμως η ίδια έχει τον τρόπο της να τους αντιμετωπίζει, κάνοντας τη δουλειά της.
Όσο για τη σημερινή οικονομική κατάσταση σχολιάζει: «Πλέον ο κόσμος δεν μπαίνει στο ταξί με τόση ευκολία, όπως συνέβαινε παλιότερα, το θεωρεί περιττό έξοδο. Κάνουμε μια κούρσα 5 λεπτών και καθόμαστε, αν χρειαστεί για παράδειγμα να πάμε Γιάννουλη, ή κάπου αλλού εκτός των ορίων της πόλης, το θεωρούμε γεγονός».
Στο ερώτημα πώς τα καταφέρνουν όλα μαζί και δουλειά και οικογένεια, απαντούν ότι μόνο με σωστό προγραμματισμό, μπορεί να βγει η μέρα και φυσικά με τη βοήθεια των υπολοίπων μελών του σπιτιού.
Από τη δουλειά όπως λένε δεν λείπουν και τα απρόοπτα, δυσάρεστα ή ευχάριστα, γεγονότα που μπορεί να συμβούν κατά τη διάρκεια μιας κούρσας, από παρακολούθηση ατόμων που το ζητά ο πελάτης, από συζητήσεις και εξομολογήσεις σε προσωπικό επίπεδο.
Η κουβέντα μας τελειώνει και οι τρεις γυναίκες μπαίνουν η κάθε μια στο ταξί της, περιμένοντας κάποιο πελάτη και πειράζοντας τους άνδρες συναδέλφους τους, που είναι εκεί στην ίδια πιάτσα με κείνες στο κέντρο της πόλης...