Για να επισημάνει στην ανακοίνωσή της: «Η κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα το δημόσιο σύστημα υγείας και τα νοσοκομεία της Λάρισας, είναι το αποτέλεσμα της αντιλαϊκής πολιτικής που ακολούθησαν νεοφιλελεύθερες και σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις, που θεωρεί τη λαϊκή υγεία «κόστος» και ταυτόχρονα ευκαιρία επιχειρηματικής δράσης. Το έδαφος έχει στρωθεί χρόνια τώρα από όλες τις κυβερνήσεις και τα κόμματα που προωθούν τις πολιτικές ενίσχυσης των επιχειρηματικών ομίλων. Με επιχειρηματολογία «καρμπόν», όπως ο «εξορθολογισμός», το «νοικοκύρεμα», το «χτύπημα της σπατάλης», κ.λπ., ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση συνέχισε την ίδια πολιτική της υποχρηματοδότησης και των περικοπών στην Υγεία, δεν προχώρησε ούτε στις απαραίτητες προσλήψεις για να καλυφθούν τα κενά των 30.000 και πλέον οργανικών θέσεων που λείπουν εδώ και χρόνια από τον χώρο της Υγείας, απορύθμισε ακόμα περισσότερο τις εργασιακές σχέσεις των υγειονομικών, άνοιξε το νοσοκομείο ΑΕ της Σαντορίνης, διατήρησε τα εργολαβικά συμφέροντα στο ΕΣΥ, εισήγαγε νέους «κόφτες» για την καρατόμηση των υπηρεσιών Υγείας που παρέχονται «δωρεάν». Χρειάζεται θράσος, λοιπόν, να παίρνει σβάρνα τα νοσοκομεία ανά τη χώρα, να εκμεταλλεύεται τον ανθρώπινο πόνο και την οργή για τους δεκάδες νεκρούς, σαν να μην έχει κι αυτός ευθύνες. Μπορεί σήμερα να πρότεινε την ένταξη του νοσηλευτικού προσωπικού στα βαρέα και ανθυγιεινά, όσο όμως ήταν στην κυβέρνηση δεν έκανε τίποτα από αυτά. Όσο για το άλλοθι που επικαλέστηκε, δηλαδή των μνημονίων και της τρόικας του αφιερώνουμε το ρητό «καθ’ εις εφ’ ω ετάχθη». Άλλωστε και η ΝΔ τα ίδια επικαλείται για να μη χρηματοδοτήσει γενναία το δημόσιο σύστημα υγείας: «τις αντοχές της οικονομίας, τη δημοσιονομική σταθερότητα». Ακόμη και σήμερα ως αντιπολίτευση, έδωσε χρόνο με το «θα λογαριαστούμε μετά», όταν η Κυβέρνηση περνούσε τη μία πίσω από την άλλη τις ΠΝΠ με τα αντιλαϊκά μέτρα, ενώ ταυτόχρονα έκανε «κριτική» για καθυστέρηση στο άνοιγμα του Τουρισμού, το οποίο έγινε με τους γνωστούς όρους των μεγάλων επιχειρήσεων στον συγκεκριμένο κλάδο και στις μεταφορές και έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αναζωπύρωση της πανδημίας. Μάλιστα, λίγες μέρες πριν, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, έφτασε στο σημείο να προτείνει να τοποθετηθεί υπουργός Υγείας «κοινής αποδοχής», προφανώς για να επισφραγίσει πανηγυρικά την ταύτιση των δύο κομμάτων σε αυτήν την εγκληματική πολιτική. Ουσιαστικά ο ΣΥΡΙΖΑ αξιοποιεί πολιτικά την πανδημία, προσπαθώντας να προβληθεί ως ικανότερος διαχειριστής της αντιλαϊκής πολιτικής, ως «εναλλακτική» διακυβέρνηση σε αυτήν της ΝΔ, επαναλαμβάνοντας ότι η Κυβέρνηση της ΝΔ «κινείται με πρωτοφανή ανικανότητα». Όσον αφορά στην Εστίαση, αλλά και άλλους κλάδους, τα μέτρα που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ προσανατολίζονται στην παροχή περισσότερου «ζεστού χρήματος» στις μεγάλες επιχειρήσεις, ενώ είναι ανεπαρκή για εργαζομένους και αυτοαπασχολούμενους. Ο ΣΥΡΙΖΑ, εφόσον εφάρμοσε και αποδέχεται τη «φοροασυλία» του μεγάλου κεφαλαίου, επί της ουσίας «επιστρέφει τον λογαριασμό» στην κοινωνική πλειοψηφία που θα αναγκαστεί να καλύψει πάλι από την τσέπη της «ελλείμματα» και «δημοσιονομικά κενά». Η Κυβέρνηση έχει σαν κεντρικό στόχο, τη διασφάλιση της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων, θυσιάζοντας τα δικαιώματα των εργαζομένων. Με αυτήν την έννοια η κριτική που κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ και λέει ότι είναι «ανίκανη», δεν στέκει, γίνεται σκόπιμα και συνειδητά για να διαφυλαχθεί σαν κόρη οφθαλμού ο πυρήνας της πολιτικής που υπηρετούν τα κόμματα του κεφαλαίου, δηλαδή η πολιτική στήριξης των μονοπωλιακών ομίλων, που δεν μπορεί να έχει ως προτεραιότητα την υγεία και την ανθρώπινη ζωή… Οι εργαζόμενοι, ο λαός έχουν την απαιτούμενη πείρα για να βγάλουν συμπεράσματα. Τέρμα πια οι θυσίες και οι αντοχές για τα κέρδη του κεφαλαίου. Σε συμπόρευση με το ΚΚΕ μπορούμε να τα καταφέρουμε και να βγούμε νικητές και από αυτήν τη δοκιμασία».