Η υπόθεση αφορά σε καταστήματα συγκεκριμένου δικτύου και σχετίζεται με ζητήματα κυρίως εσωτερικής λειτουργίας που ίσως όμως έχουν παρενέργειες στην οικονομία.
Ο λόγος για τον οποίο διενεργείται η συγκεκριμένη προκαταρκτική έρευνα, κατόπιν παραγγελίας της Εισαγγελίας Πρωτοδικών, είναι για να διαπιστωθεί εάν έχουν τελεστεί αξιόποινες πράξεις κυρίως γύρω από τον τρόπο που δίνονταν παροχές σε στελέχη και υπαλλήλους.
Νομικοί κύκλοι αναφέρουν πως η έρευνα θα πάει σε βάθος δεκαετίας για να διερευνήσει εάν, σε τι μέγεθος και με ποιο τρόπο έχουν δοθεί παροχές σε υπαλλήλους και στελέχη. Σε πρώτη φάση θα καταθέσουν ενώπιον των αντίστοιχων αρχών περιφερειακά στελέχη της τράπεζας.
Για το ζήτημα πληροφορίες της «Ε» θέλουν να έχει ήδη ενημερωθεί ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος, που όμως περιμένει τα αποτελέσματα των ενεργειών της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Λάρισας. Πρόκειται για ζήτημα κατά το οποίο αν καταλήξουν σε επιβαρυντικά πορίσματα, ενδέχεται να προκληθούν αλυσιδωτές αντιδράσεις με πανελλήνιο ενδιαφέρον. Όλα όμως προς το παρόν βρίσκονται σε αρχικό στάδιο.
Η εισαγγελική έρευνα ξεκίνησε έπειτα από επίμονες καταγγελίες. Επώνυμες και ανώνυμες. Σύμφωνα με μέρος αυτών, ενδέχεται να έχουν φοροδιαφύγει στελέχη τραπεζών μέσω της χρήσης καρτών που τους χορηγούνταν από την Τράπεζα και εξοφλούνταν από την ίδια. Τονίζεται βέβαια πως η επίσημη ερμηνεία είναι πως αφορούν σε δημόσιες σχέσεις, όμως ξεκαθαρίζεται πως προ μνημονίου δικαιολογούνταν ως «παροχή σε είδος» κάτι όμως που άλλαξε μετά την ένταξη της Ελλάδας σε καθεστώς μνημονίων. Η ίδια καταγγελία ζητάει να ελεγχθούν αν αυτοί οι υπάλληλοι ή στελέχη δηλώνουν τα ποσά των καρτών αυτών στη φορολογική τους δήλωση.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, μέρος της καταγγελίας αναλύει την επί σειρά ετών μεθοδολογία υψηλόβαθμων στελεχών της τράπεζας που αφορά σε χρηματικές χορηγίες κατ΄ επιλογή υπαλλήλων λίγο πριν τη συνταξιοδότησή τους. Πρόκειται, σύμφωνα με την καταγγελία, για χρηματικά «δώρα» που δίνονταν «κατά παρέκκλιση των κανόνων δεοντολογίας που διέπουν μια ανώνυμη εταιρεία αλλά και των κανόνων που διέπουν μια εταιρεία εισηγμένη στο χρηματιστήριο», ενώ ξεκαθαρίζει πως δεν επρόκειτο για ιδιότυπη μορφή εθελουσίας εξόδου.
Κάνει λόγο για δημιουργία μιας «τάξης εκλεκτών υπαλλήλων» με προαγωγές και «με έμφαση στις διαστρεβλωμένες εργασιακές και οικονομικές δομές». Επίσης, τονίζει πως οι μέτοχοι δεν λάμβαναν μέρισμα, ενώ την ίδια ώρα «προνομιούχοι υπάλληλοι όλων των βαθμίδων έπαιρναν «δωράκια» ως ευδοκίμως τερματίσαντες».
Ακόμα διερωτάται γιατί παρακάμφηκαν οι μέτοχοι που στηρίζουν σε επίπεδο κεφαλαιακής επάρκειας την τράπεζα. Μεταξύ άλλων, σε δεύτερο βαθμό, μέρος καταγγελίας αναφέρει πως ενδεχομένως να προκύπτει και ζήτημα στις σχέσεις της τράπεζας με ασφαλιστική όσον αφορά στη μετακίνηση πρώην στελεχών της προς την τελευταία.
Του Κώστα Γκιάστα