«Έτσι, μετά το «Μακεδονικό» που τη λύση του βλέπει σε ένα απροσδιόριστο μέλλον όταν όλες οι χώρες του ΟΗΕ θα έχουν αναγνωρίσει τη γειτονική χώρα με το «σκέτο» Μακεδονία, σειρά πήρε η αναθεώρηση του Συντάγματος. Κοινό επιχείρημα για τις δύο μεγάλες υπαναχωρήσεις είναι ο απίθανος ισχυρισμός ότι δεν ωρίμασαν οι συνθήκες. Και γιατί, παρακαλούμε, δεν ωρίμασαν οι συνθήκες; Γιατί έχουμε κυβέρνηση Τσίπρα.
Αν έπαιρνε κανείς στα σοβαρά το επιχείρημα της Ν.Δ., θα μπορούσε να ισχυρισθεί ότι Συνταγματική Αναθεώρηση μπορεί και πρέπει να γίνεται μονάχα όταν η ίδια είναι στην κυβέρνηση.
Ωστόσο, είναι μάταιο να αναζητά κανείς πολιτική σοβαρότητα και συνέπεια από τη Ν.Δ. του Κ. Μητσοτάκη όταν:
-Στις 3 Ιανουαρίου του 2016 σε άρθρο του στην εφημερίδα «Καθημερινή», ο Κ. Μητσοτάκης είχε υπογραμμίσει πως «ως πρόεδρος της Ν.Δ στην πρώτη μου συνάντηση με τον πρωθυπουργό θα προτείνω να συμφωνήσουμε στην άμεση δρομολόγηση της διαδικασίας αναθεώρησης του Συντάγματος».
Στις 23 Ιουνίου του 2016 μετά τη συνάντηση με τον Α. Τσίπρα ο Κ. Μητσοτάκης δήλωσε «αυτή η Βουλή με την ευρύτερη δυνατή συναίνεση να προτείνει μια Συνταγματική Αναθεώρηση αρκετά ευρεία».
Στις 16 Φλεβάρη 2018, ο πρόεδρος της Ν.Δ. σε άρθρο του στην ιστοσελiδα enikos.gr αναφέρθηκε στην ανάγκη αλλαγής του νόμου περί ευθύνης υπουργών. Είναι προφανές ότι η υπαναχώρηση του προέδρου της Ν.Δ. συνδέεται άμεσα με τον φόβο της αλλαγής του Συντάγματος σε προοδευτική κατεύθυνση και τη μεγάλη ανησυχία αλλαγής στο Νόμο περί ευθύνης Υπουργών.
Βέβαια μια σχετική κατανόηση πρέπει να τη δείξουμε. Στο «Μακεδονικό» αν έδειχνε συνέπεια στη θέση της Ν.Δ. του Κώστα Καραμανλή, θα έχανε Σαμαρά, Γεωργιάδη και λοιπούς ακροδεξιούς αστέρες και δεν θα μπορούσε να κλείνει πονηρά το μάτι στους χρυσαυγίτες ψηφοφόρους.
Στη συνταγματική αναθεώρηση θα έπρεπε ν’ αποκόψει τον ομφάλιο λώρο με τους πρωταγωνιστές των μεγάλων σκανδάλων. Αυτά θέλουν αρετή και τόλμη. Ε, δεν λες κιόλας ότι στον Κ. Μητσοτάκη τέτοια πράγματα αποδεικνύουν ανεπάρκεια, όταν μάλιστα έχει τα δικά του σχετικά προβλήματα».