Πρόκειται για υπόθεση στην οποία ήταν κατηγορούμενη και μια συνάδελφός του, η οποία απέδειξε την αθωότητά της κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας. Μια διαδικασία που ήταν πολύωρη, γεμάτη ένταση και βαρείς χαρακτηρισμούς και από τις τρεις πλευρές, καθώς εκτός από την πολιτική αγωγή, οι δύο κατηγορούμενοι έριχναν τα βάρη ο ένας στον άλλο.
Ο εν τέλει καταδικασθείς, παραδέχθηκε πως κράτησε το ποσό και το σπατάλησε για λόγους ασθένειας.
Η υπόθεση έχει ως εξής: Ένας Αλβανός χάνει τη ζωή του σε τροχαίο δυστύχημα σε περιοχή των Φαρσάλων πριν πολλά χρόνια. Οι συγγενείς δίνουν εντολή με πληρεξούσιο συμβολαιογράφο Τιράνων και σε δικηγόρους να ενεργήσουν για την αποζημίωση από την ασφαλιστική. Ασκείται αγωγή, βγαίνει η απόφαση του πρώτου δικαστηρίου και μετά εκδικάζεται και η έφεση. Στο πρώτο δικαστήριο παραστάθηκαν και οι δύο δικηγόροι όμως στην έφεση μόνο ο ένας. Εκδίδεται τελεσίδικη απόφαση του Εφετείου Λάρισας, με την οποία επιδικάζεται σε αυτούς ως αποζημίωση από την ασφαλιστική εταιρία για τον θάνατο του συγγενή τους, συνολικά το ποσό των 295.082,34 ευρώ, για κεφάλαιο, τόκους μικτούς και δικαστικές δαπάνες.
Ο νομικός που συνεχίζει εκείνο το διάστημα να ενεργεί ως πληρεξούσιος δικηγόρος σύμφωνα με το κατηγορητήριο εισπράττει αποζημίωση από την ασφαλιστική εταιρία. Τα χρήματα όμως αυτά ουδέποτε δοθήκαν στους συγγενείς. Καταβάλλει ωστόσο τη νόμιμη αποζημίωση στη συνάδελφό του, η οποία είχε απλά μεσολαβήσει για την υπόθεση, όπως είπε και δέχθηκε το δικαστήριο και μετά αφήνει τον συνάδελφό της να συνεχίσει.
Μάλιστα ειδοποιεί και τους συγγενείς για το αποτέλεσμα του δικαστηρίου. Στη συνέχεια κάποιοι συγγενείς του θανόντος Αλβανού πηγαίνουν στον δικηγόρο για να τους δώσει τα χρήματα όμως αυτός τους λέει πως δεν μπορούν να τα πάρουν αν δεν έχουν πληρεξούσιο. Από τότε περνούν πολλά χρόνια για άγνωστο λόγο και οι γονείς βρίσκουν ξανά τη δικηγόρο και την ενοχλούν ειδοποιώντας την πως δεν ξέρουν τι συνέβη. Αυτή τους πάει στην ασφαλιστική εταιρία και έτσι αποκαλύπτεται η υπεξαίρεση που αποδείχθηκε ότι ήταν σε βαθμό κακουργήματος. Επικοινωνούν με τον δικηγόρο ο οποίος όμως τους λέει πως δεν έχει τα χρήματα καθώς τα έχει ξοδέψει για λόγους ασθένειας.
Ο δικηγόρος στην απολογία του δεν αρνήθηκε την παρακράτηση χρημάτων «Δεν μπορούσα να τα βγάλω πέρα. Ο γιος μου σπούδαζε στο εξωτερικό εγώ βγήκα στη σύνταξη και μετά ήταν και η ασθένεια. Οικονομικά δεν ήμουν καλά και έτσι τα χάλασα τα χρήματα. Δεν υπάρχουν τα χρήματα πλέον. Αν γίνει κάτι και μου δοθεί η ευκαιρία να τους τα επιστρέψω θα το κάνω.
*ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Τι σύνταξη παίρνετε;
-ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΣ: 1.070 ευρώ.
*ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Αν θέλατε πραγματικά να τους αποζημιώσετε όλα αυτά τα χρόνια θα μπορούσατε να βάζετε τα 70 ευρώ στην άκρη κάθε μήνα και θα το είχατε κάνει.
«ΘΑ ΠΟΥΛΟΥΣΑ ΤΟ ΝΕΦΡΟ ΜΟΥ»
Από την πλευρά της η δεύτερη κατηγορούμενη, που εν τέλει αθωώθηκε, είπε μεταξύ άλλων πως «Έχω μπλέξει εξαιτίας του και από τα ψεύδη του. Είναι απατεώνας. Στο παρελθόν του είχα δώσει ξανά υποθέσεις και δεν μπορούσα να φανταστώ πως θα κάνει τέτοιο πράγμα. Εγώ συμμετείχα τύποις από ένα σημείο και μετά.
…Εγώ ενημέρωσα τους γονείς για την απόφαση και τους είπα πάρτε τον (σ.σ. συνάδελφό της) να συνεννοηθείτε. Μετά βρήκα τον συνάδελφο και μου είπε πως όλα ήταν εντάξει. Νόμιζα πως η υπόθεση είχε κλείσει. Του είχα απεριόριστη εμπιστοσύνη.
…Εγώ από την πλευρά μου πήρα 27.500 ως αμοιβή. Αν ήμουν στη θέση του δεν θα έλεγα όμως πως ήταν για νοσήλια τα λεφτά. Θα πούλαγα το νεφρό μου για να τα βρω και να τα δώσω» κατέληξε.
Το δικαστήριο αποφάσισε να έχει η έφεση αναστέλλουσα δύναμη.
ΚΩΣΤΑΣ ΓΚΙΑΣΤΑΣ