Ένα παρακλάδι αυτής της διαρκούς κινδυνολογίας έκανε την εμφάνισή του στις δικαστικές αίθουσες της Λάρισας και οδήγησε μια οικογένεια σε μεγάλη αναστάτωση αλλά και τρία μέλη της στο εδώλιο. Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων επέβαλε ποινές κάθειρξης από 10 έτη έως και ποινές φυλάκισης 3 ετών σε ένα ζευγάρι αλλά και τη μητέρα της γυναίκας.
Όλα έγιναν, σύμφωνα με τον εισαγγελέα που συνέταξε την πρόταση προς το αρμόδιο συμβούλιο, με φόντο τις επενδύσεις σε ασφαλιστικά προγράμματα, που εμφάνιζαν ως «σίγουρες» ένας ασφαλιστής – δημόσιος υπάλληλος, η γυναίκα του και η πεθερά του. Θύματα ήταν μέλη της ίδιας οικογένειας που τους εμπιστεύτηκαν καθώς πείστηκαν από τα λεγόμενά τους πως η Ελλάδα ήταν ένα βήμα πριν τη χρεοκοπία.
Οι δύο πλευρές είχαν άριστες σχέσεις κάτι που μαρτυρούσαν και οι συχνές επισκέψεις κατά τη διάρκεια των εορτών. Ο κατηγορούμενος ήταν επί σειρά ετών ασφαλιστής. Κάποια στιγμή όμως διορίστηκε ως δημόσιος υπάλληλος. Λίγα χρόνια αργότερα η Λαρισαία γυναίκα του σύστησε μια μονοπρόσωπη εταιρία περιορισμένης ευθύνης με την ίδια ως μοναδική εταίρο και διαχειρίστρια και με αντικείμενο εργασιών την παροχή ασφαλιστικών υπηρεσιών. Σύναψε και σύμβαση εργασίας ασφαλιστικού συμβούλου και με ασφαλιστική εταιρία.
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΠΕΘΕΡΑΣ
Αφού ξεκίνησε η εταιρία, η μάνα της (πεθερά του δημόσιου υπαλλήλου) λέει να βοηθήσει. Παίρνει τηλέφωνο την πρώτη της ξαδέρφη (τη μητέρα των παιδιών που έκαναν τη μήνυση εκ των υστέρων) με αφορμή τη γενικότερη οικονομική κρίση στην Ελλάδα. Επικαλείται «έγκυρες και από πρώτο χέρι πληροφορίες» που της έδωσε ο γαμπρός της. Μιλάει για επικείμενη πτώχευση της οικονομίας της Ελλάδας και κατά συνέπεια κατάρρευση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Την προτρέπει να πείσει τα παιδιά της να δώσουν τις αποταμιεύσεις τους στον γαμπρό της, καθώς τον συστήνει ως «ειδικό» στον χώρο των ασφαλίσεων και των επενδύσεων.
Για να την πείσει της λέει πως τόσο η κόρη της όσο και ο γαμπρός της έκαναν το ίδιο πρόγραμμα και πως έχουν εξασφαλίσει τα χρήματά τους, με αποτέλεσμα να μην επηρεάζονται από τα οικονομικά δρώμενα της Ελλάδας. Της μιλάει για ένα «σίγουρο» ασφαλιστικό πρόγραμμα.
Την επόμενη ημέρα η κόρη παίρνει τη σκυτάλη και τηλεφωνεί η ίδια στη θεία της και της λέει τα ίδια. «Θεία, πρέπει τα ξαδέρφια μου να εξασφαλίσουν τα χρήματά τους». Δεν αργεί μάλιστα να εμφανιστεί και ο γαμπρός που πάει ο ίδιος και ενημερώνει τα ξαδέρφια. Τους μιλάει για πτώχευση της ελληνικής οικονομίας. Τους αναλύει τα προγράμματα και τους εξηγεί τα επιτόκια. Για σιγουριά τονίζει πως εάν θέλουν να αποσύρουν τα χρήματά τους από το εν λόγω πρόγραμμα θα μπορούν να το κάνουν εντός δέκα ημερών από τη σχετική δήλωσή τους προς την ασφαλιστική. Μάλιστα δεν σταματάει εκεί αφού πάει ακόμα και στο καφενείο και μιλάει και με άλλο ξάδερφο.
ΜΗΝ ΠΕΙΤΕ ΤΙΠΟΤΑ…
Έτσι λοιπόν πείθονται τα ξαδέρφια και άρχισε να πέφτει το χρήμα. Δίνουν αρκετές δεκάδες χιλιάδες ευρώ. Ωστόσο το ζεύγος λέει στα ξαδέρφια να μην αναφέρουν σε κανέναν υπάλληλο της τράπεζας ή σε ασφαλιστή ή σε δικηγόρο τον λόγο για τον οποίο αναλαμβάνονται τα χρήματα, διότι το πρόγραμμα είναι καινούργιο και απευθύνεται σε «λίγα άτομα». Μόλις παίρνουν τα χρήματα τους δίνουν κάποιες βεβαιώσεις συμμετοχής στο πρόγραμμα και τους διαβεβαιώνουν πως θα τους δώσουν και τραπεζικές επιταγές με τα καταβληθέντα χρηματικά ποσά.
Ο χρόνος περνούσε και τα ξαδέρφια άρχισαν να καλούν το ζεύγος αλλά δεν τους έβρισκαν. Ο ένας ξάδερφος μάλιστα ζητούσε επιτακτικά από τον γαμπρό την εκταμίευση του συνολικού χρηματικού ποσού. Αυτός τους παρέπεμπε στο τραπεζικό υποκατάστημα προκειμένου να πιστοποιήσουν την κατάθεση των χρηματικών ποσών, ενώ δεν είχε προβεί σε οιανδήποτε κατάθεση.
Τα ξαδέρφια παίρνουν τηλέφωνο τους υπευθύνους της ασφαλιστικής για να ενημερωθούν για το ασφαλιστικό πρόγραμμα στο οποίο εκτιμούν πως έχουν επενδύσει τα χρήματά τους. Οι υπεύθυνοι όμως της ασφαλιστικής τούς συστήνουν να μεταβούν στα γραφεία της εταιρείας στην Αθήνα με όλα τα έγγραφα που είχαν στην κατοχή τους. Αυτοί πηγαίνουν και πληροφορούνται ότι τα έγγραφα που τους είχαν χορηγήσει είναι πλαστά. Σύμφωνα μάλιστα με τις καταθέσεις του διευθυντή δικτύου διανομής και πωλήσεων της ασφαλιστικής το έντυπο δεν είναι της εταιρίας, καθώς η ασφαλιστική σε περίπτωση αγοράς ασφαλιστών προϊόντων εκδίδει και χορηγεί στους πελάτες της ασφαλιστικά συμβόλαια και όχι βεβαιώσεις συμμετοχής.
Οι κατηγορούμενοι ισχυρίζονται ότι τα χρήματα αφορούσαν σε προσωπικό δανεισμό με αποτέλεσμα να υφίσταται αποκλειστικά μία αστικής φύσεως διαφορά μεταξύ τους χωρίς ποινικές προεκτάσεις.
ΕΓΓΥΗΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΣ
Ο γαμπρός κρίθηκε ένοχος για τις πράξεις της απάτης κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια με όφελος ή ζημία άνω των 30.000 ευρώ από κοινού και της πλαστογραφίας κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια με συνολικό όφελος ή ζημία άνω των 30.000 ευρώ από κοινού. Γι’ αυτό το λόγο τον καταδίκασε σε συνολική ποινή κάθειρξης δέκα ετών. Αποφάνθηκε όμως η έφεση να έχει αναστέλλουσα δύναμη με περιοριστικούς όρους μεταξύ αυτών και την καταβολή χρηματικής εγγύησης 10 χιλιάδων ευρώ.
Η σύζυγός του κρίθηκε ένοχη για τις πράξεις της απλής συνέργειας σε πλαστογραφία και της απλής συνέργειας σε απάτη. Καταδικάστηκε σε συνολική ποινή φυλάκισης τεσσάρων 4 ετών, η οποία αναστέλλεται για τρία χρόνια υπό τον όρο ότι η κατηγορούμενη θα βρίσκεται υπό την επιμέλεια και επιτήρηση επιμελητή κοινωνικής αρωγής. Η έφεση έχει αναστέλλουσα δύναμη.
Όσο για την πεθερά με τις… σίγουρες πληροφορίες καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 3 ετών.
Η ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΕΝΟΣ ΠΑΘΟΝΤΑ
«Καταστράφηκε η υγεία μας»
«Εγώ έδωσα 400.000 ευρώ και δεν τα πήρα πίσω. Πήγαμε στην Αθήνα και τον περιμέναμε να έρθει αλλά δεν ήρθε ποτέ» είπε μεταξύ άλλων ένας παθών που τόνισε ως συμπέρασμα «καταστράφηκε η υγεία μας».
*Πρόεδρος: Τι τα έκανε τα λεφτά;
- Δεν ξέρουμε
*Εσείς γιατί τα δώσατε;
-Για να έχουμε κάποιο εισόδημα. Πήρε τα λεφτά από μένα για να τα δώσει σε κάποια ασφαλιστική ότι τάχα θα μας δώσουν κάποιο κέρδος.
Του Κώστα Γκιάστα