Για έξι περίπου χρόνια σύμφωνα με το δικαστήριο με την ιδιότητα του άμισθου υποθηκοφύλακα (σε μεγάλο Δήμο της Θεσσαλίας) έπαιρνε χρήματα κατά την είσπραξη Τελών και Δικαιωμάτων υπέρ του Δημοσίου και δεν τα απέδιδε εμπρόθεσμα, μεταχειριζόμενος ιδιαίτερα τεχνάσματα. Συγκεκριμένα καταχωρούσε στο βιβλίο εισπράξεως τελών και δικαιωμάτων τις αξίες των τίτλων πολύ μικρότερες από τις πραγματικές που όφειλε να καταχωρεί. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τα δικαιώματα του Δημοσίου να εμφανίζονται πολύ μικρότερα των πραγματικών, αφού τα υπολόγιζε σε μικρότερες αξίες τίτλων, ιδιοποιούμενος έτσι το ποσό. Σύμφωνα με όσα κατηγορείτο, το έτος 1999 αφορούσε στο ποσό των 28 χιλιάδων ευρώ, για το 2000 στο ποσό των 11 χιλιάδων ευρώ, το 2001 των 24 χιλιάδων ευρώ, το 2002 των 19 χιλιάδων ευρώ, το 2003 των 16 χιλιάδων ευρώ και για το 2004 των 8 χιλιάδων ευρώ. Συνολικά το ποσό που υπεξαίρεσε ο υποθηκοφύλακας ξεπερνούσε τις 100 χιλιάδες ευρώ ενώ στο κατηγορητήριο υπήρξαν και ποσά που αφορούσαν σε πρόστιμα και άλλες προσαυξήσεις.
Επίσης κατηγορείτο για το γεγονός πως ελάττωσε τη δημόσια περιουσία κατά 66 χιλιάδες ευρώ, καθώς δεν απέδωσε εμπρόθεσμα στο Δημόσιο το πλεόνασμα των δικαιωμάτων του ανά τρίμηνο κάνοντας δικές του νοθείες στο Βιβλίο Εισοδημάτων.
*Κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας κατέθεσαν μάρτυρες οικονομολόγοι που έκαναν τον έλεγχο στην εν λόγω υπηρεσία. Ο πρώτος είπε πως «πραγματοποιήσαμε δειγματοληπτικό έλεγχο και βρήκαμε μία οικονομική διαφορά. Σε μας δεν έδωσε καμία εξήγηση». Ο δεύτερος ισχυρίστηκε μεταξύ άλλων ότι «διαπιστώσαμε μία συστηματική διαφορά».
Ο συνήγορος υπεράσπισης ισχυρίστηκε πως ο πελάτης του και κατηγορούμενος έχει αποζημιώσει και με το παραπάνω το Δημόσιο αφού όπως τόνισε έδωσε 290 χιλιάδες ευρώ συνολικά.
Σε ερώτηση του εισαγγελέα της έδρας για το αν ήταν τόσο απλό να γίνεται λάθος με τόσα χρήματα απάντησε πως «αφού δεν γινόταν έλεγχος…».
* Οι πράξεις για τις οποίες κατηγορείτο ο υποθηκοφύλακας ήταν δύο. Η υπεξαίρεση στην υπηρεσία από υπαίτιο, ο οποίος μεταχειρίσθηκε ιδιαίτερα τεχνάσματα και το αντικείμενο της πράξης είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας. Η δεύτερη πράξη ήταν η απιστία και η ελάττωση της περιουσίας του Δημοσίου στα αντίστοιχα ποσά. Καταδικάστηκε σε συνολική ποινή φυλάκισης 4 ετών με τριετή αναστολή.
ΚΩΣΤΑΣ ΓΚΙΑΣΤΑΣ