Από την πλευρά του, ο κ. Φλέικ αναγνώρισε την πολυπλοκότητα της σχέσης με την Τουρκία, την οποία χαρακτήρισε έναν απαραίτητο σύμμαχο για τις ΗΠΑ. Σημειώνεται όμως ότι, χρειάστηκε να αφιερώσει το μεγαλύτερο μέρος της κατάθεσής του για να απαντήσει σε ερωτήσεις που σχετίζονταν με τις αποσταθεροποιητικές ενέργειες της Αγκυρας, αλλά και τη δημοκρατική διολίσθηση στο εσωτερικό της γειτονικής χώρας. Υπό αυτό το πρίσμα, έκανε ειδική αναφορά στον αρνητικό ρόλο που διαδραματίζουν οι Τούρκοι στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ και στην Ανατολική Μεσόγειο.
Αναφορικά με την Κύπρο, ο κ. Φλέικ ξεκαθάρισε ότι δεν υφίσταται λύση δύο κρατών και επισήμανε ότι οι πρόσφατες δηλώσεις και ενέργειες για το μερικό άνοιγμα των Βαρωσίων συνιστούν ξεκάθαρη παραβίαση των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Σε αυτήν τη βάση, εξέφρασε την ικανοποίησή του διότι τόσο η αμερικανική κυβέρνηση όσο και ο ΟΗΕ μίλησαν ανοιχτά και καταδίκασαν τις τουρκικές ενέργειες στην περιοχή. Ο υποψήφιος πρέσβης των ΗΠΑ στην Τουρκία τόνισε ότι η απόκτηση του ρωσικού συστήματος S-400 παραμένει ένα «αγκάθι» στη διμερή σχέση, καθώς πρόκειται για μια ενέργεια που είναι αντίθετη με τις νατοϊκές δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει όλες οι χώρες της Συμμαχίας.
Ως εκ τούτου, ξεκαθάρισε ότι οι κυρώσεις CAATSA (Νόμος για την Αντιμετώπιση των Αντιπάλων της Αμερικής Μέσω Κυρώσεων) θα παραμείνουν στο τραπέζι έως ότου η Άγκυρα αποφασίσει να εγκαταλείψει οριστικά το σύστημα S-400. Επιπλέον, δεν παρέλειψε να στείλει το μήνυμα ότι οποιαδήποτε νέα μεγάλη αγορά ρωσικού αμυντικού εξοπλισμού θα οδηγήσει στην επιβολή νέων κυρώσεων CAATSA.
Στο σημείο αυτό, ο κ. Φλέικ είπε ότι θα εργαστεί για να γίνουν διαθέσιμα νέα αμερικανικά οπλικά συστήματα προς αγορά στην Τουρκία. Ωστόσο, ο γερουσιαστής Μενέντεζ υπενθύμιζε ότι η Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας καλείται να παίξει ρόλο σε αυτή τη διαδικασία και διαμήνυσε ότι δεν πρόκειται να υπάρξουν νέες πωλήσεις στην Τουρκία εάν δεν ξεκαθαριστεί πρώτα το ζήτημα των S-400.