Όπως σημείωσε η κ. Ευθυμίου, οι εξελίξεις της Επανάστασης μας ακολουθούν μέχρι σήμερα, ήταν αυτή που «γέννησε τα μεγάλα μας, αλλά και τα δύσκολά μας». «Η επανάσταση είναι που μας γέννησε» τόνισε η καθηγήτρια Ιστορίας και ανέφερε ότι υπάρχουν πολλές πρωτοπορίες στην Ελληνική Επανάσταση. Είναι για παράδειγμα η πρώτη χώρα που έγινε ανεξάρτητη στα Βαλκάνια, είναι αυτή που ανέδειξε το φιλελληνικό κίνημα.
Η κ. Ευθυμίου αναφέρθηκε ακόμα στον δυτικό προσανατολισμό που επέλεξαν οι Έλληνες την εποχή της Επανάστασης και στο ότι τελικά η χώρα που επελέγη από τους Έλληνες για να στρέφονται σε διάφορες φάσεις της Επανάστασης ήταν η Αγγλία, η πρωτοπόρος του Δυτικού Κόσμου. «Οι Έλληνες επέλεξαν ό,τι πιο Δυτικό υπήρχε και ξέχασαν ό,τι είχαν μάθει και ό,τι είχαν στην καρδιά τους και επέλεξαν ό,τι πιο αντιπροσωπευτικό σύστημα υπήρχε, σαν να είχαν γεννηθεί στο Παρίσι», ανέφερε χαρακτηριστικά η κ. Ευθυμίου.
«Η Επανάσταση συντάχθηκε με ό,τι πιο πρωτοπόρο υπήρχε εκείνη την εποχή, τα τρία Συντάγματα είναι πολύ επαναστατικά, το Σύνταγμα της Τροιζήνας είναι το πιο ριζοσπαστικό σύνταγμα που γράφτηκε ποτέ», είπε και προσέθεσε ακόμα ότι: «Η Ελλάδα συνδέθηκε με τα δύο μεγάλα κινήματα του 19ου αιώνα, του φιλελευθερισμού και του εθνισμού» και ότι: «Όλα αυτά μαζί αποτελούν μια πρωτοπορία για μια περιοχή της οθωμανικής αυτοκρατορίας».
Συνεχίζοντας τις αναφορές της στις συνθήκες κάτω από τις οποίες γεννήθηκε η Ελληνική Επανάσταση, η κ. Ευθυμίου είπε ότι «ο Ελληνισμός όταν ξεκινούσε η Ελληνική Επανάσταση, διέθετε έναν τεράστιο αριθμό εμπόρων και αυτό βοήθησε πολύ την Επανάσταση, στεριανούς εμπόρους και εμπόρους διά θαλάσσης. Όταν ξεκίνησε η Επανάσταση, οι Έλληνες ξεχώριζαν περίπου 70 χρόνια για το ναυτικό τους, διέθεταν 1.000 πλοία, στην Ύδρα, τις Σπέτσες και το Γαλαξίδι» και ότι εκείνοι οι οποίοι χειρίστηκαν την έναρξη της Επανάστασης και δημιούργησαν τη Φιλική Εταιρεία, ήταν έμποροι στη Ρωσία, λόγιοι και προύχοντες και τέλος οι Αρματωλοί και οι Κλέφτες. «Η Επανάσταση ξεκίνησε από το ναυτικό και οι Έλληνες πίστευαν ότι θα κερδηθεί από το ναυτικό γιατί εκεί υπερείχαν», σημείωσε η καθηγήτρια Ιστορίας.
Αναφέρθηκε ακόμα και στα δεινά εκείνης της εποχής που συνοδεύουν ακόμη την ελληνική κοινωνία, όπως οι δύο κύκλοι εμφυλίου το 1824 στην Πελοπόννησο που έληξαν με την ήττα των Πελοποννησίων και τη νίκη της Ύδρας που είχε πολλούς εμπόρους, αλλά και τον εμφύλιο που ακολούθησε το διάστημα 1831-1833, κατά τον οποίο δολοφονήθηκε ο Καποδίστριας, αν και εκείνη την περίοδο έμπαιναν οι βάσεις του νέου ελληνικού κράτους και έγινε για παράδειγμα η πρώτη χάραξη συνόρων.
Μίλησε ακόμα και για τις συγκρούσεις πολιτικών και στρατιωτικών και αυτόχθονων και ετεροχθόνων που σημάδεψαν την εποχή εκείνη, και τόνισε ότι οι Έλληνες κατάφεραν τελικά να ξεπεράσουν την παγίδα του αυτόχθονα και του ετερόχθονα στην εκλογή του Μαυροκορδάτου και του Καποδίστρια, και να επιλέξουν τους καλύτερους, καθώς κανείς δεν είχε τα προσόντα τους. «Έδειξαν οι Έλληνες λοιπόν ότι μπορούν να λειτουργήσουν αξιοκρατικά και να παραμερίσουν νοσηρές πρακτικές», τόνισε η κ. Ευθυμίου.
Στη συνέχεια ανέφερε ότι οι ένοπλοι και σε στεριά και σε θάλασσα ζητούσαν την αμοιβή τους για να πολεμήσουν, και οι καπεταναίοι για να ισορροπήσουν την κατάσταση κατέφευγαν σε λεηλασίες, κάτι που γινόταν γενικευμένα. Αλλά υπήρξε πρόβλημα όταν έφυγαν οι Οθωμανοί από τις περιοχές της Επανάστασης και δεν είχαν ποιον να λεηλατήσουν, και οι καπεταναίοι πλήρωναν σε κάποιες περιπτώσεις τους ενόπλους από τα δικά τους χρήματα. Είπε ακόμα, ότι όταν δημιουργήθηκε το ελληνικό κράτος, οι ένοπλοι δεν δέχονταν να μοιραστούν λάφυρα με το κράτος, έτσι δεν υπήρχε δημόσιο ταμείο αλλά η κυβέρνηση είχε κάποια χρήματα από Έλληνες του εξωτερικού, από φιλέλληνες και από αυτοχρηματοδότηση. Όπως είπε η κ. Ευθυμίου, αν είχαν μοιραστεί τότε κάποια από τα λάφυρα, όπως γίνονταν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, δεν θα υπήρχε ανάγκη για αγγλικό δάνειο.
Μίλησε ακόμα για τις αποζημιώσεις που ζητούσαν οι εμπλεκόμενοι στον αγώνα, για την αντιπολίτευση που έκαναν στον Καποδίστρια επειδή δεν τις έδινε και στο πώς έτσι προέκυψε ακόμα ένας εμφύλιος, καθώς η Ύδρα και η Μάνη πήραν τα όπλα.
ΤΟ ΜΕΓΑΛΕΙΟ
Ανάμεσα σε άλλα, ο Πέτρος Ευθυμίου μίλησε για το μεγαλείο της Επανάστασης που οδήγησε σε μια ιστορία 200 χρόνων επιτυχίας, καθώς το ελληνικό κράτος πενταπλασίασε την έκτασή του, η Ελλάδα κατατάσσεται ως 37η πιο ευημερούσα χώρα του κόσμου, παρά τη δεκαετή κρίση, και επίσης κατέχει μια εξέχουσα θέση στην Ευρώπη.
Όπως τόνισε ο κ. Ευθυμίου, η χώρα αυτή έχει την ευλογία να διαθέτει μια κρίσιμη μάζα ταγών και αυτό συνοδεύει όλες τις κρίσιμες καμπές της ελληνικής Ιστορίας και προσέθεσε ότι αυτή η χώρα ευλογήθηκε να έχει καλές ομάδες και εξέχουσες πολιτικές προσωπικότητες που πήγαν τον τόπο μπροστά.
Ο κ. Ευθυμίου τόνισε ακόμα, ότι πρέπει ένα κράτος να ρυθμίζει τα του οίκου του και όχι να κατηγορεί άλλες χώρες για δυσάρεστες εξελίξεις, όπως έχει συμβεί σε πολλές περιπτώσεις με την Ελλάδα. «Ψάχνουμε πολύ τον ρόλο των ξένων, πρέπει να ψάχνουμε τι θέλουμε εμείς», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Ευθυμίου και τόνισε ότι μια χώρα πρέπει να είναι παραγωγική και ανταγωνιστική.
Λαμβάνοντας τον λόγο ξανά στη συνέχεια η κ. Ευθυμίου τόνισε ότι ποτέ στην Ιστορία, η έκταση, το μέγεθος, δεν είχε σχέση με τη δύναμη μιας χώρας. Εξάλλου, όπως είπε, υπάρχουν περίπου 25 χώρες πολύ μικρότερες από την Ελλάδα. «Αυτό που πρέπει να έχουμε είναι σοβαρή εσωτερική συνοχή», τόνισε η καθηγήτρια Ιστορίας.