Η σημερινή κρίση – μαζί με το μείζον ζήτημα της υπέρβασής της - επιτάσσει τη στήριξη εκείνων των κοινωνικών ομάδων που έχουν μεγαλύτερες ανάγκες. Και οι ανάγκες αυτές δεν οριοθετούνται μόνο στο οικονομικό πεδίο αλλά με βάση το γενικότερο κοινωνικό και πολιτισμικό, ανθρωπιστικό και εκπαιδευτικό πεδίο. Το πιο μεγάλο μέρος των νέων σχολικής ηλικίας της χώρας μας είναι σήμερα έξω από την εκπαίδευση – στοιχείο πρωτόγνωρο για ευρωπαϊκή χώρα -, απόρροια της ελλειμματικής εκπαιδευτικής πολιτικής των κυβερνήσεων. Ιδιαίτερα για τη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση, η συμμετοχή των νέων αυτών στη «σχολική πραγματικότητα» είναι απαράδεκτα μικρή.
Η Ειδική Αγωγή αποτελεί μια σύγχρονη μεταρρυθμιστική πρόταση στην εκπαίδευση που μπορεί να μετασχηματίσει σε πιο προοδευτικές κατευθύνσεις συνολικά το ελληνικό σχολείο. Προκρίνει ένα «σχολείο για όλα τα παιδιά», τη φοίτηση των παιδιών στο σχολείο της γειτονιάς τους. Συνθέτει ένα νέο περιεχόμενο στην ουμανιστική θεώρηση της εκπαίδευσης, που ανατρέπει παγιωμένες προκαταλήψεις και μεσαιωνικές διακρίσεις της σύγχρονης ιστορίας μας. Είναι μια ριζοσπαστική επιστημονική θεώρηση στην εκπαίδευση και στη γενικότερη μόρφωση των παιδιών και των νέων.
Βασικός παράγοντας για την προαγωγή της Ειδικής Παιδαγωγικής είναι η άρτια επιστημονική και εκπαιδευτική κατάρτιση των εκπαιδευτικών, που θα αναλάβουν αυτό τον κρίσιμο κοινωνικό και μορφωτικό ρόλο. Οποιαδήποτε άλλη λύση όχι μόνο δεν προωθεί τις βασικές αρχές της ειδικής αγωγής αλλά δημιουργεί επιπρόσθετα προβλήματα στην όλη προσπάθεια για μια «ενιαία εκπαίδευση για όλα τα παιδιά, για όλους τους νέους».
Αντί το Υπουργείο Παιδείας να προχωρήσει σε μια ουσιαστική αντιμετώπιση του προβλήματος, διαμορφώνει ένα περισσότερο επιβαρυμένο και ανορθολογικό περιεχόμενο στο ζήτημα των εκπαιδευτικών που θα διδάσκουν στα σχολεία ειδικής αγωγής. Προσπαθεί να λύσει το πρόβλημα της έλλειψης εκπαιδευτικών από την εφαρμογή του 3ου Μνημονίου με ισοπεδωτικό τρόπο παραβλέποντας κάθε επιστημονική και παιδαγωγική αντίληψη και ισοπεδώνοντας τις βασικές αντιλήψεις που προκύπτουν τόσο από τις Διεθνείς Διακηρύξεις όσο και από την αναγκαία εκπαίδευση των παιδιών με αναπηρία. Αντί να προκρίνονται οι εκπαιδευτικοί που είναι κατάλληλα καταρτισμένοι, όπως επιτάσσει η Παιδαγωγική και η επιστήμη, αυτοί υπολείπονται έναντι των υπόλοιπων εκπαιδευτικών με θεσμικό τρόπο μέσα από μια απαράδεκτη νομοθετική ρύθμιση.
Έτσι, το Σεπτέμβριο του 2016 ψήφισε την τροπολογία με ΦΕΚ 159/Α/6-9-2016 «Ρυθμίσεις για την ελληνόγλωσση εκπαίδευση, τη διαπολιτισμική εκπαίδευση και άλλες διατάξεις» το άρθρο 48 της οποίας περιλαμβάνει «Ρύθμιση θεμάτων Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης», όπου αναφέρει ότι «μπορούν πλέον να αποσπώνται σε δομές ειδικής αγωγής μόνιμοι εκπαιδευτικοί ακόμη και χωρίς κανένα απολύτως προσόν» (!) σε περίπτωση αδυναμίας πλήρωσης των κενών.
Είναι απαράδεκτο να γίνεται άλλη μια διάκριση σε βάρος των βασικών φορέων της ειδικής αγωγής, των κατάλληλα καταρτισμένων εκπαιδευτικών, και αντί να ανοίγουμε νέους δρόμους στην εκπαίδευση να γυρίζουμε πίσω στις εποχές των προκαταλήψεων και των αντιεκπαιδευτικών ρυθμίσεων για την ειδική αγωγή αλλά και για όλους τους μαθητές.
Απαιτούμε:
Να ισχύουν τα ίδια κριτήρια διορισμού μεταξύ των αναπληρωτών εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής και των μόνιμων εκπαιδευτικών.
Να αναπτυχθεί αυτόνομα η ειδική αγωγή στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, όπως συμβαίνει σ’ όλες τις χώρες της Ευρώπης.
Να υπάρχει ισονομία στη μοριοδότηση των εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, όπως όλων των υπόλοιπων εκπαιδευτικών».