Του Σωτ. Κέλλα
Ο τεχνικός της ΑΕΛ Σάκης Τσιώλης έχει δίκαια χαρακτηριστεί ως ο προπονητής των ανόδων καθώς για πέμπτη φορά πέτυχε άνοδο ομάδας στη Σούπερ Λίγκα και τις οδηγεί εκ του ασφαλούς από τη μιζέρια της Β' Εθνικής όλες στη χλιδή (ιδιαίτερα στο προ οικονομικής κρίσης παρελθόν...) της Σούπερ Λίγκα.
Αρχικά ο Πανηλειακός, συνέχισε ο Λεβαδειακός, ο Θρασύβουλος, ο Ολυμπιακός Βόλου και φέτος η ΑΕΛ...
Ποια ήταν η πιο δύσκολη... Ο Σάκης Τσιώλης μας λέει: «Η πιο δύσκολη άνοδος που πέτυχα με ομάδα ήταν αυτή του Θρασύβουλου διότι δεν είχε η φανέλα του το ειδικό βάρος της ΑΕΛ και είχαμε ελάχιστους φιλάθλους. Μόλις 45 σε κάθε παιχνίδι... Και όμως ανεβήκαμε κατηγορία και φθάσαμε μέχρι τα ημιτελικά του κυπέλλου αποκλείοντας τότε τον ΠΑΟΚ και την ΑΕΛ».
*Με την ΑΕΛ ήταν σαφώς πιο εύκολα...
«Με την ΑΕΛ ήταν ιερή υποχρέωση η άνοδος και θέλαμε οπωσδήποτε αυτή την επιτυχία. Το άγχος της ανόδου ήταν μονόδρομος».
*Γιατί μετά από χρόνια «φλερτ» συνεργασίας με την ΑΕΛ ήρθες φέτος;
«Πρώτα απ’ όλα δεν υπήρχε επίσημη πρόταση σε συνδυασμό εγώ να μην δουλεύω σε καμία ομάδα. Φέτος υπήρξε επίσημη πρόταση ενώ ήμουν ελεύθερος από ομάδα. Άρα λοιπόν με δεδομένο και το γεγονός ότι υπήρχε δυνατό συναίσθημα με την ΑΕΛ θέλησα να αναλάβω και να συνδέσω το όνομά μου με μια άνοδο που την ήθελα όσο τίποτα άλλο...»
*Πού πιστεύεις από τη μέρα που ήρθες στην ΑΕΛ φέτος ότι κρίθηκε η άνοδος;
«Για μένα το οριακό παιχνίδι ήταν με τον Απόλλωνα Σμύρνης καθώς η ομάδα προερχόταν από δυο ήττες με Παναιγιάλειο και Λαμία. Βρέθηκε στην τρίτη θέση της βαθμολογίας και ήταν ένας αγώνας ρώσικη ρουλέτα. Αυτό το παιχνίδι για μένα ήταν το σημαντικότερο. Η ομάδα έβγαλε ενέργεια , υπήρχε θετική ανταπόκριση από τον κόσμο και πήραμε τους τρεις βαθμούς που ουσιαστικά μας έβαλαν σε θέση ανόδου μέχρι το τέλος της σεζόν»
*Η ομάδα μετά τον Απόλλωνα Σμύρνης έπαιρνε αποτελέσματα αλλά δεν έπαιζε καλό ποδόσφαιρο... Έδειξε να παίζει μόνο για τα αποτελέσματα...
«Στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο υπάρχουν δυο τομείς που δουλεύεις. Ο πρώτος αφορά την επιθετική λειτουργία της ομάδας και ο δεύτερος την ανασταλτική λειτουργία. Ποτέ δεν πήρε κανένας πρωτάθλημα χωρίς να προσέχει και τους δυο τομείς. Αυτό που έπρεπε να δει κάποιος ήταν η άριστη ανασταλτική μας λειτουργία αφού αν εξαιρέσουμε το παιχνίδι με τα Τρίκαλα σε κανένα άλλο δεν δεχθήκαμε κανένα τέρμα. Σπάνια μια ομάδα μας δημιουργούσε ευκαιρία και αν εξαιρέσουμε το μπλακ άουτ με τα Τρίκαλα σε κανένα άλλο δεν είχαμε προβλήματα. Η άμυνα είναι αυτή που δίνει πρωταθλήματα και ανόδους. Καμία ομάδα χωρίς καλή ανασταλτική λειτουργία δεν το κατάφερε αυτό. Στην άμυνα από την πρώτη στιγμή δώσαμε τη βαρύτητα».
*Έζησες τρεις μεγάλες στιγμές με την ΑΕΛ...
«Ναι, κύπελλο Ελλάδας το 1985, πρωτάθλημα Ελλάδας το 1988 και τώρα την επάνοδο στη Σούπερ Λίγκα. Οι δύο πρώτοι τίτλοι ήταν το καλύτερο διαβατήριο για την προπονητική καθώς δούλεψα με πάθος και χαίρομαι που τη συνδύασα τώρα με μια ακόμα που ήταν η άνοδος της ΑΕΛ στη Σούπερ Λίγκα. Άλλωστε σε όποιο γήπεδο πήγαινα άκουγα... «Για τη Λάρισά σου». Η Λάρισά μου λοιπόν πανηγύρισε με μένα εκτός από δυο τίτλους και μια επάνοδο την πιο κρίσιμη περίοδο».
*Και ο στόχος για του χρόνου...
«Μετά τον αγώνα με τον Αχαρναϊκό... θα πούμε περισσότερα;».
ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΣΑΚΗΣ ΤΣΙΩΛΗΣ
Ο Σάκης Τσιώλης γεννήθηκε στην Καρδίτσα στις 30 Ιουνίου 1959 και ξεκίνησε την ποδοσφαιρική του καριέρα από την ομάδα της γενέτειράς του, την Αναγέννηση Καρδίτσας. Το 1982 μετακινήθηκε στην ΑΕΛ με την οποία το 1988 πανηγύρισε το πρωτάθλημα Ελλάδος και το κύπελλο το 1985. Αγωνίστηκε επίσης στον Ιωνικό, στον Πανηλειακό και τερμάτισε την ποδοσφαιρική του καριέρα το 1997 στον Αστέρα Αμαλιάδας.
Το ντεμπούτο του με την εθνική Ελλάδας πραγματοποιήθηκε τον Μάιο του 1988 στην εκτός έδρας νίκη (1-0) επί του Καναδά στο Μόντρεαλ, υπό την τεχνική καθοδήγηση του Μίλτου Παπαποστόλου, όπου ευτύχησε να είναι και ο σκόρερ του μοναδικού τέρματος που σημειώθηκε στον αγώνα. Με τη γαλανόλευκη φανέλα αγωνίστηκε συνολικά 4 φορές.
Ξεκίνησε την προπονητική του καριέρα από τον Αστέρα Αμαλιάδας, όπου ήταν και ποδοσφαιριστής. Το 1996 ανέλαβε την Αναγέννηση Καρδίτσας, ενώ την περίοδο 1997-98 κάθισε στον πάγκο του Ναυπακτιακού Αστέρα και την επόμενη χρονιά πήγε στον ΠΑΣ Πρέβεζα. Το 1999 ο Τσιώλης εργάστηκε στον Πανιώνιο ως βοηθός του Γιάτσεκ Γκμοχ, στη συνέχεια επέστρεψε για λίγο στην Αναγέννηση Καρδίτσας, ενώ την περίοδο 2000-01 άλλαξε τέσσερις ομάδες (Πανηλειακός, Πανελευσινιακός, Ναυπακτιακός Αστέρας, Πατραϊκός).
Ακολούθησε μια τριετία στον Πανηλειακό (2001-2004), για να αναλάβει στη συνέχεια την Καλαμάτα (2004-05). Το 2005 ανέλαβε τον Ιωνικό Νίκαιας όπου παρέμεινε μέχρι τα μέσα της περιόδου 2006-07, την οποία τελείωσε στον πάγκο του Λεβαδειακού. Ακολούθησε μια διετία στον Θρασύβουλο (2007-2009), τον οποίο οδήγησε στην παρθενική συμμετοχή του στη Σούπερ Λίγκα από την πρώτη του χρονιά.
Το 2009 προβίβασε στη Σούπερ Λίγκα και τον Ολυμπιακό Βόλου και τα όσα κατάφερε με τη θεσσαλική ομάδα τον ανήγαγαν σ’ ένα από τα πιο περιζήτητα ονόματα προπονητών του ελληνικού ποδοσφαίρου. Αποχώρησε ωστόσο τον Φεβρουάριο του 2011 έπειτα από δηλώσεις συμπάθειας που είχε κάνει για την ΑΕΛ και το αγωνιστικό της μέλλον. Τον Μάρτιο της ίδιας χρονιάς ανέλαβε τον Άρη Θεσσαλονίκης, η θητεία του όμως υπήρξε βραχύβια (έφυγε τον Νοέμβριο του 2011) για να αναλάβει στη συνέχεια τον Αστέρα Τρίπολης, όπου και παρέμεινε έως το 2013. Ακολούθησε ένα σύντομο πέρασμα από τον ΠΑΣ Γιάννινα, ενώ το καλοκαίρι του 2014 ανέλαβε την τεχνική ηγεσία της Ξάνθης, από την οποία αποχώρησε τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους. Τον Φεβρουάριο του 2016 ανακοινώθηκε η πρόσληψή του από την ΑΕΛ.