Οι θετικές ψήφοι προέρχονται από τους Σοσιαλιστές, τους Πράσινους, της Αριστεράς, των φιλελεύθερων (του κόμματος Renew Europe του Μακρόν) και μικρού αριθμού του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ) και κατά το ΕΛΚ και τα κόμματα της ακροδεξιάς. Το επιχείρημα όσων ψήφισαν αρνητικά ήταν, όπως σημειώσαμε και στο προηγούμενο άρθρο, ότι λόγω της δεσμευτικότητας στους στόχους που θέτει ο νόμος, θα μειωθεί η γεωργική παραγωγή (γεωργία, αλιεία, δάση), θα διαταραχθούν οι αλυσίδες τροφοδοσίας και θα αυξηθούν οι τιμές για τους καταναλωτές. Βέβαια για να τεθεί σε ισχύ ο νόμος θα πρέπει πάρει την τελική έγκριση των 27 Χωρών μελών, κάτι που συνήθως είναι τυπική διαδικασία και πιστεύεται ότι δεν θα υπάρξει εμπλοκή στο θέμα αυτό. Ας δούμε όμως τις βασικές ρυθμίσεις του νόμου για να κατανοήσουμε το νέο περιβάλλον, στο οποίο θα υποχρεωθούν να λειτουργήσουν βασικοί τομείς της οικονομίας της Χώρας μας και ιδιαίτερα τα γεωργικά οικοσυστήματα, εντός των οποίων λειτουργεί ο Πρωτογενής Τομές της Γεωργίας (ΠΤΓ) και από τα οποία εξαρτάται η παραγωγή των τροφίμων και η επισιτιστική ασφάλεια.
Η βασική στόχευση του νόμου είναι η θέσπιση δεσμευτικών κανόνων στις Χώρες-μέλη της ΕΕ για την αποκατάσταση όλων των οικοσυστημάτων, γεγονός που θα διασφαλίσει την ανάκαμψη της βιοποικιλότητας και της ανθεκτικότητας της φύσης, καθώς και τον μετριασμό και την προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή (ΚΑ). Με βάση τον νόμο η πορεία προς την επίτευξη της στόχευσης αυτής προβλέπει ότι μέχρι το 2030 θα πρέπει να αποκατασταθούν τα χερσαία και θαλάσσια οικοσυστήματα κατά 20% και μέχρι το 2050 να αποκατασταθούν όλα τα οικοσυστήματα σε ποσοστό 100%.
Στο σημείο αυτό πρέπει να αναδειχθούν οι σοβαρές δυσκολίες που ανακύπτουν από τη διαφαινόμενη αντιθετικότητα των στόχων, που έγκειται στο ότι, αφενός πρέπει να εντατικοποιηθεί η παραγωγή για να παράγονται περισσότερα προϊόντα που διασφαλίζουν την επισιτιστική επάρκεια, αφετέρου να διατηρηθεί η βιωσιμότητα των πόρων (έδαφος, νερό) που προϋποθέτει τη μείωση των πιέσεων που υφίστανται από την εντατικοποίηση της παραγωγής. Ένα βασικό μέτρο προς την κατεύθυνση αυτή είναι η αγρανάπαυση, η οποία όμως αυτόματα σημαίνει μείωση παραγωγής γεωργικών προϊόντων. Αυτό το μέτρο είδαμε να αναστέλλεται προσωρινά από την ΕΕ ως μέτρο ενίσχυσης των αγροτών, η οικονομική βιωσιμότητα των οποίων προηγείται όλων των άλλων, γιατί διαφορετικά δεν θα υπάρχει ΠΤΓ.
Το πρόβλημα λοιπόν θεωρητικά μοιάζει άλυτο, αλλά δεν είναι, αν και η λύση του είναι πολύ δύσκολη. Και δεν θα υπήρχε καν, εάν οι οδηγίες που κατά καιρούς ψηφίζονται από την ΕΕ για τη διαχείριση των φυσικών πόρων, εφαρμόζονταν ουσιαστικά και όχι μόνο ως προς το σκέλος της είσπραξης των οικονομικών ενισχύσεων, αλλά παράλληλα και της ορθής διαχείρισής τους. Στο θέμα αυτό είναι πολύ χαρακτηριστικό το παράδειγμα εφαρμογής της Οδηγίας 91/676/ΕΟΚ για τη μείωση της νιτρορύπανσης γεωργικής προέλευσης, που αν και καθαρά περιβαλλοντικό μέτρο, αξιοποιήθηκε σχεδόν μόνο ως μέτρο οικονομικής ενίσχυσης των παραγωγών οδηγώντας στην καταδίκη της Χώρας μας. Για να λυθεί μια τέτοια δύσκολη εξίσωση πρέπει να ληφθούν σοβαρά μέτρα, που φιλοδοξεί ότι επιβάλλει ο νόμος αυτός.
Σε ό,τι αφορά στα γεωργικά οικοσυστήματα, ένα από τα βασικά σημεία του νόμου που αφορούν τη γεωργική παραγωγή, είναι να διατηρηθεί σε καλά επίπεδα και να βελτιωθεί ο δείκτης που σχετίζεται με το απόθεμα άνθρακα στα εδάφη των καλλιεργήσιμων εκτάσεων. Για τον σκοπό αυτόν πρέπει να γίνεται παρακολούθηση του σχετικού δείκτη, ο οποίος θα προσδιορίζεται με συγκεκριμένη μεθοδολογία.
Στεκόμενοι και μόνο στο συγκεκριμένο σημείο, μπορούμε να προβλέψουμε τι θα ακολουθήσει και στο θέμα αυτό: Αναφερθήκαμε επανειλημμένα για τα (ανύπαρκτα) μέτρα για την απογραφή, οριοθέτηση και προστασία των εδαφικών πόρων στη Χώρα μας. Ύστερα από πάροδο δεκαετιών από την έναρξη απογραφής και αξιολόγησης των εδαφών της Χώρας, δεν υπάρχει σήμερα ούτε μια στοιχειώδης βάση δεδομένων των ελληνικών εδαφών, γεγονός που αποδεικνύει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο τη σημασία που (δεν) αποδίδει η Πολιτεία στον θεμελιακής σημασίας αυτό συντελεστή γεωργικής παραγωγής, το έδαφος.
Ύστερα από αυτό, πώς να περιμένει λοιπόν κανένας να οργανωθεί η παρακολούθηση αυτού του βασικού δείκτη εφαρμογής του νόμου για την αποκατάσταση της φύσης; Από αυτό και μόνο το παράδειγμα που αναφέρεται ενδεικτικά, αναδεικνύεται η μεγάλη δυσκολία που θα έχει η Χώρα στην εφαρμογή των δεσμευτικών ρυθμίσεων του νόμου για την αποκατάσταση της φύσης.
Είναι καλό λοιπόν από τώρα να αρχίσει η προετοιμασία εφαρμογής των προβλεπόμενων από τον νέο νόμο της ΕΕ. Κατά την άποψή μας, σε πρώτη φάση η δημιουργία μιας διεπιστημονικής ομάδας, με διακομματικό χαρακτήρα που θα ασχοληθεί με την δημιουργία των προϋποθέσεων εφαρμογής του νόμου, θα πρέπει να αρχίσει να φροντίσει η Πολιτεία. Τα θέματα αυτά δυστυχώς μέχρι σήμερα έχουν υποτιμηθεί σε βαθμό που να μη απασχολούν κατ’ ελάχιστο την Πολιτεία, όπως προκύπτει από απλές παρατηρήσεις σε όλους τους τομείς οργάνωσης του ΠΤΓ. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα παραγωγού που σε δηλώσεις εν μέσω των αγροτικών κινητοποιήσεων. Δήλωνε ότι του είναι άγνωστη η ανάγκη τα επικλινή εδάφη να μη καλλιεργούνται κάθετα προς τις ισοϋψείς, όπως κατά κανόνα γίνεται, διότι προκαλείται διάβρωση των εδαφών. Αυτό δείχνει τη μη λήψη μέτρων από την Πολιτεία για ενημέρωση, υποστήριξη για κατάλληλη προσαρμογή του μηχανολογικού εξοπλισμού μέσω παροχής κινήτρων και εφαρμογή κατάλληλων συστημάτων καλλιέργειας κ.λπ. Όσο αργά όμως και αν είναι, δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική, από το να αρχίσει άμεσα η προετοιμασία για την εφαρμογή των μέτρων που ορίζονται πλέον από το νόμο της ΕΕ που θα αναχαιτίσουν την υποβάθμιση των φυσικών πόρων και την επερχόμενη επισιτιστική ανασφάλεια που είναι προ των πυλών. Ανάλογα μέτρα πρέπει να ληφθούν άμεσα για τον άλλο καθοριστικής επίσης σημασίας συντελεστή της γεωργικής παραγωγής, το νερό, για τον οποίο θα αναφερθούμε σε επόμενο άρθρο.
Αναφορά: Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 27ης Φεβρουαρίου 2024 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την αποκατάσταση της φύσης (COM(2022)0304 – C9-0208/2022 – 2022/0195(COD)