Στο κείμενο θέσεων επισημαίνεται όσον αφορά τον αγροτικό τομέα ότι «χρειάζεται σειρά αλλαγών που αφορούν τις δημόσιες υπηρεσίες αγροτικής πολιτικής, το πλαίσιο κοινωνικής αξιοποίησης της μη καλλιεργούμενης γης (δημόσιας, ιδιωτικής, εκκλησιαστικής κ.α.) ή ειδικότερα σχέδια για την πολύπλευρη ενίσχυση της διατροφικής επάρκειας της χώρας με αγροτικά, κτηνοτροφικά και αλιευτικά προϊόντα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ – τονίζεται στο κείμενο - επιδιώκει να εδραιωθεί στη χώρα μας ένα νέο παραγωγικό και διατροφικό πρότυπο που θα βασίζεται σε μια μακροπρόθεσμα βιώσιμη γεωργία, κτηνοτροφία, αλιεία και βιομηχανία τροφίμων και ποτών, που θα καλύπτει τις βασικές διατροφικές εγχώριες ανάγκες και ταυτόχρονα θα επανακαθορίζει το μερίδιο των ελληνικών προϊόντων στον διεθνή καταμερισμό, κυρίως με προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας και ισχυρά αναγνωρίσιμης ταυτότητας. Θα βασίζεται στην παραγωγή που σέβεται το περιβάλλον, καθορίζεται συνεργατικά και σχεδιάζεται ώστε να υπηρετεί τις κοινωνικές ανάγκες.
Θεμελιώδη συστατικά της στρατηγικής μας για την πρωτογενή παραγωγή αποτελούν η διασφάλιση της διατροφικής επάρκειας και της πρόσβασης όλων σε τρόφιμα υγιεινά, ασφαλή, υψηλής διατροφικής αξίας, σε προσιτές τιμές και με αναδιανομή του παραγόμενου πλούτου σε όφελος των μικρομεσαίων παραγωγών. Θα καταθέσουμε προτάσεις για ένα πρόγραμμα ανάπτυξης που θα αφορά: την αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής προς όφελος των μικρομεσαίων παραγωγών της χώρας μας, την προστασία του εισοδήματος των παραγωγών και τη δίκαιη κατανομή των βαρών, την προστασία του αγροτικού εισοδήματος από την ασυδοσία της αγοράς, της ενίσχυσης της θέσης των αγροτών με υποστήριξη αγορών παραγωγών και τοπικών δικτύων καταναλωτών.
Ο στόχος των πολιτικών του νεοφιλελευθερισμού στην αγροτική πολιτική –αναφέρεται στο κείμενο θέσεων - είναι η διασφάλιση της κερδοφορίας των μεγάλων βιομηχανιών μεταποίησης γεωργικών προϊόντων, των μεγάλων αλυσίδων λιανικής πώλησης τροφίμων και των εξαγωγικών επιχειρήσεων. Οι πολιτικές αυτές επιτείνουν τους διατροφικούς κινδύνους για τους πολίτες και κινούνται στη λογική της ολοκλήρωσης της ακραίας φιλελευθεροποίησης της αγοράς γεωργικών προϊόντων, του ελέγχου των σπόρων από τις πολυεθνικές, της ανεξέλεγκτης χρήσης στην παραγωγή και την εμπορία τροφίμων των γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών».