Το τέμπλο του έστεκε ασαράκωτο με όλες τις λεπτομέρειες να διαγράφονται ζωντανές... Έκαμε τα στραβά μάτια σε λίγες παραφωνίες, όπως μια πλαστική καρέκλα κι ένα ανθοδοχείο με πλαστικά λουλούδια μπροστά στην ωραία πύλη. Τράβηξε την αγαπημένη ξύλινη καρέκλα με την ξυλόγλυπτη ράχη και κάθισε εκεί που θρονιαζόταν πάντα μόνη κι εξομολογιόταν τις παιδικές της αμαρτίες.
* * *
* «Η παρέα» είναι το πρώτο βιβλίο που αποφάσισε να εκδώσει. Σαφές το υπονοούμενο στο ‘’αυτί’’ του βιβλίου της Ευαγγελής Τσιρώνη. Και επιβεβαιώνεται από τις πρώτες κιόλας σελίδες. Η καθηγήτρια Οφθαλμολογίας του Πανεπιστημιακού της Λάρισας γράφει ‘’επαγγελματικά’’-ούτως ειπείν. Μυαλό λαγαρό, γραφή στιβαρή, γλώσσα σπουδαία, ανάμικτη, στα ελληνικά και στα χωριάτκα ελληνικά επίσης, εικόνες αλλεπάλληλες ζωγραφιές κανονικές, πλήθος χαρακτήρες σαν ζωντανοί, ήρωες κεντρικοί και περιφερειακοί, μυθιστόρημα με δομή, με μέτρο, αναπάντεχα όμορφο και μάλιστα για πρώτο βιβλίο, απίστευτο δημιούργημα από τη γιατρό η οποία ξεκίνησε απ’τη Χώσεψη της Άρτας εκεί ψηλά απ’ τα Τζουμέρκα. Και το μυθιστόρημα εκεί τριγυρνά, σε χωριά ορεινά, προπολεμικά ακόμη, για να κατηφορίσει στην πόλη διατρέχοντας μισόν αιώνα ιστορίας. Με τους ανθρώπους και τις σχέσεις τους να εξελίσσονται, τρυφερά και σκληρά συνάμα, όπως κυλάει η ιστορία, ‘’έτσι είναι τ’ ανθρώπινα’’ που λέει και ξαναλέει η συγγραφέας.
* * *
* ΔΕΝ είναι κακό να σ’ αγαπάνε, μάτι μ’, τ’ ανθρώπου καημός είναι η αγάπη απ’ την ώρα που αφαλοκόβεται. Σε δασκάλεψα, καρδερίνα μ’, ό,τι και να γένει, εσύ εκεί όρθια μηλίτσα θα στέκεσαι. Πρώτη βολά με παράκουσες. Άιντε, άιντε ξύπνα τώρα. Γι’ αγάπη διψάει ο άνθρωπος, μάτι μ’, όσο περπατάει πάνω στη γης.
Ζ.