Αυτή τη φορά οι βόμβες των Βρυξελλών δεν με χτύπησαν με τα θραύσματά τους όσο οι προηγούμενες. Δεν δημοσίευσα στο Facebook κανένα σχόλιο του τύπου «je suis Bruxelles» ούτε ανάρτησα καμιά βέλγικη σημαία, όπως το είχαμε κάνει όλοι σχεδόν με το πληγωμένο Παρίσι. Ένιωσα θλίψη, αλλά ως εκεί. Συνηθίζεται ακόμη και ο θάνατος.
Στην τελική τι θα γίνει; Θα γράφουμε κάθε τόσο «je suis» και δίπλα το όνομα της επόμενης πόλης που θα χτυπηθεί; Θα καταντήσει γραφικό. Η μάχη με την τρομοκρατία έχει περάσει πια σε άλλα επίπεδα. Είναι σκληρή και αδυσώπητη. Δεν αντιμετωπίζεται με λουλούδια και άναμμα κεριών, με συναυλίες συμπαράστασης και δάκρυα συγκίνησης. Εδώ είναι πόλεμος κανονικός. Ή τους χτυπάς ή σε χτυπάνε, τέλος. Κάτσε εσύ και κάνε αναλύσεις περί «πολέμου πολιτισμών» και «αδυναμία ένταξης στον δυτικό τρόπο ζωής». Καλά, δώσαμε. Εδώ, ή έχεις μυστική αστυνομία και τους ξεπαστρεύεις εγκαίρως, ή τραβάνε οι τρελαμένοι του Ισλάμ το κορδόνι με τα εκρηκτικά και πάνε αυτοί στον Αλλάχ και συ στον Άγιο Πέτρο. Πατ-κιουτ.
Ομολογώ επίσης ότι όλη αυτή η ιστορία άρχισε πια να μη με ... αγγίζει συναισθηματικά όσο άλλοτε. Ντρέπομαι που το λέω, αλλά τι να πω; Ψέματα; Έκανα μάλιστα την υστερόβουλη αλλά και ανακουφιστική σκέψη πως, εμείς στη Λάρισα, μια χαρά την έχουμε, είμαστε ασφαλείς από όλα αυτά. Πρώτον οι λεγόμενοι «τζιχαντιστές» μάλλον αγνοούν ότι υπάρχουμε στον χάρτη. Δεύτερον, έχουν πολύ πιο «επώνυμες» δυτικές μεγαλουπόλεις να κάνουν θεαματικά χτυπήματα. Στο κάτω – κάτω, όσοι τους βομβάρδισαν ας τα λουστούν ε;
Νομίζω ότι ο κόσμος στη Λάρισα – λόγω και του τριημέρου- ασχολήθηκε περισσότερο με τον καιρό. Η σποραδική βροχή –τι σπαστική!- το κρύο που μας κράτησε στα σπίτια, βάρυναν στην ψυχή μας περισσότερο από τις εικόνες των πανικόβλητων Βρυξελλών και των σύγχρονων αθλίων της Ειδομένης. Μείναμε μέσα. Και πόσο Παπαμιχαήλ σε ρόλο Παπαφλέσσα, πόσα ιστορικά ντοκιμαντέρ για τη Ναυμαχία του Ναβαρίνου να δεις πια; Χρειαζόμαστε επειγόντως εξωστρέφεια, επομένως λίγη καλοκαιρία. Να βγούμε έξω. Να απλωθούμε στον ήλιο, μπας και στεγνώσουν τα κορμιά, οι αρθρώσεις μας και οι ψυχές μας. Να μιλήσουμε μεταξύ μας, γιατί τότε τα κοινά βάσανα μοιράζονται. Κι από βάσανα... Δεν ακούς παρά θλιβερές ιστορίες ανθρώπων.
- Τα έμαθες; Χώρισε οριστικά και η Ρούλα.
Καλά, κάτι μας είπες τώρα... Κάποτε τέτοιες ιστορίες ήταν εντυπωσιακές, έδιναν τηλεοπτικά σενάρια παπακαλιάτειου τύπου. Τώρα ποιος να νοιαστεί που χώρισε μια κάποια Ρούλα σε μια κάποια επαρχιακή ελληνική πόλη; Κλασική ιστορία ελληνικής κρίσης. Παιδιά, ούτε καν τριάντα, ερωτεύτηκαν, ενθουσιάστηκαν, παντρεύτηκαν.Και μετά ήρθε αυτό που ονομάσαμε κρίση. Δουλειές πουθενά, ανεργία, γκρίνια, προστριβές. Αυτός την έκανε ήδη, αυτήν ετοιμάζεται να την κάνει άγνωστο για πού, το παιδί θα το αφήσουν στον παππού, συνταξιούχο δάσκαλο, που με τη σύνταξή του ταΐζει επίσης και έναν γιο, πτυχιούχο Πληροφορικής ΤΕΙ Λαρίσης, που «κάτι σαν μελαγχολία έπαθε το παιδί» και είναι όλη μέρα κλεισμένος μέσα, μπροστά σε ένα κομπιούτερ και που οι περισσότεροι λένε ότι είναι απλώς ένας «τεμπέλης, ένας χαραμοφάης».
Κόσμος και κοσμάκης... Με τα καθημερινά του προβλήματα και θλίψεις, αλλά και τις ελπίδες και τις προσμονές του. Τους συνάντησα όλους προχθές σε μια κοινωνική εκδήλωση στην οποία ήμουν καλεσμένος. Ήταν εκεί και χόρευαν και ήταν ο χορός τους ένα είδος εξιλέωσης. Είδα κατεστραμμένους καταστηματάρχες και νυν άνεργους. Είδα πατεράδες στενοχωρημένους για τα παιδιά που δεν έχουν δουλειά, αλλά κουράστηκαν και να το συζητάνε ακόμη. Είδα γυναίκες μόνες στη ζωή, είτε γιατί έτσι έτυχε, είτε γιατί οι γάμοι και οι οικογένειες διαλύθηκαν αφήνοντας πίσω συντρίμμια, παναπεί παιδιά σε απόγνωση, δικαστικές διαμάχες, μίση, πάθη. Είδα ανθρώπους καλοντυμένους μεν για την περίσταση, για τους οποίους αμφέβαλα αν στο παντελόνι τους είχαν περισσότερα από 10-15 ευρώ. Είδα κι άλλους για τους οποίους ξέρω ότι τους έχουν τσακίσει σοβαρά προβλήματα υγείας, δικά τους ή αγαπημένων προσώπων, αλλά το παλεύουν μέσα στο χάος των σημερινών ελληνικών νοσοκομείων.
Κι όμως οι άνθρωποι, αξιοπρεπείς και ψύχραιμοι, έκαναν κουράγιο και χόρευαν για να τιμήσουν τους οικοδεσπότες της γιορτής...
Και κατάλαβα τότε πως, μαζί με μένα, όλοι αυτοί οι νέο-άθλιοι δεκάρα τσακιστή δεν δίνουν πια για τα όσα συμβαίνουν στις Βρυξέλλες τους, στις Ειδομένες τους, σε όλες αυτές τις τραγωδίες που κατά κόρον προβάλλουν τα ΜΜΕ.
Και πως αν δεν κινδύνευαν να τους περάσουν για τρελούς, θα βγαίνανε να το φωνάξουν, θα βγαίνανε να κολλήσουν τις δικές τους κονκάρδες στο πέτο:
- Je suis Larissa...
Είμαι εδώ στη Λάρισα, βομβαρδισμένος, σχεδόν ισοπεδωμένος από την μήνιν και την αφιλία των καιρών, αλλά κανείς δεν πρόκειται να νοιαστεί για μένα.
- Je suis Larissa...
Σας το φωνάζω μα εσείς κωφεύετε. Ζητώ βοήθεια μα δεν υπάρχει πουθενά. Είμαι πεσμένος καταγής κι εσείς εξακολουθείτε να με πατάτε... Με φόρους, φόρους,φόρους, μου ρουφάτε τη ζωή, δεν μ’ αφήνετε καν το περιθώριο για μιαν ανάσα. Με εξαθλίωση σε όλα τα επίπεδα. Πώς λοιπόν ζητάτε τώρα την συμπάθεια μου σε έναν πόλεμο που είναι δικός σας;
- Je suis Larissa! Et vous, vous êtes hypocrites !
Ο καιρός ήρθε για να καταλάβετε πως δεν θα είστε εσείς που συνέχεια θα ευημερείτε. Που συνέχεια θα βομβαρδίζετε είτε με βόμβες είτε με τις πολιτικές σας. Καμιά φορά μπορούν να το κάνουν και οι άλλοι έστω και με δολοφονικές κινήσεις απελπισίας.
Τρόμο προφέρατε και τρόμο θα λάβετε. Λυπούμαστε πολύ που την πληρώνουν αθώοι, αλλά, ξέρετε, και εμείς όλοι εδώ αθώοι είμαστε αν δεν το έχτε αντιληφθεί...
ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΛΕΣΗΣ
alexiskalessis@yahoo.gr