«Πολλές αναμνήσεις με συνδέουν με πολλά μέρη της Ελλάδας. Όταν έζησες 26 χρόνια σε έναν τόπο, σου φαίνεται ότι αρχίζεις να τον γνωρίζεις ουσιαστικά, να ξεχωρίζεις τις ομορφιές του και να δικαιολογείς τις προτιμήσεις σου. Θα μπορούσα να σας πω ότι η πρώτη φορά που ήλθα στη Λάρισα κι’ ακτινοβόλησα στη γύρω περιοχή, το μεγαλείο του θεάματος μου προξένησε μεγάλη εντύπωση. Ο Όλυμπος μεγαλοπρεπής και μυστηριώδης, κι ο Κίσσαβος, ο Πηνειός, τα Τέμπη, τ’ Αμπελάκια. Ερχόμουνα τότε από τον Βόλο και πηγαίναμε με τη γυναίκα μου στα Μετέωρα.
Δεν είναι όμως αυτού του είδους οι εντυπώσεις που με συγκινούν περισσότερο ύστερα από 25 χρόνια. Ίσως να με συνεπαίρνουν πιο πολύ τα γεγονότα όπου οι άνθρωποι παίζουν έναν κύριο λόγο. Ένα τέτοιο γεγονός – ίσως να σας το διηγήθηκα πέρσι ή πρόπερσι – το έζησα στην Αθήνα, μ’ ένα γράμμα που έλαβα από τη Λάρισα. Ήταν Σεπτέμβριος του 1940. Μετά το δράμα της Γαλλίας. Μετά τον τορπιλισμό της «Έλλης». Ποτέ δεν είχα απελπιστεί για ότι θεωρούσα πως ήταν μία προσωρινή μόνον στρατιωτική ήττα, αλλά, μετά το γεγονός της Τήνου, αισθανόμουν πως ο πόλεμος προχωρούσε ύπουλα προς την Ελληνική γη. Ποτέ δεν είχα αισθανθεί τόσο πολύ πόσο ολόκληρη η Ελλάδα αγαπούσε τη Γαλλία. Οι φίλοι μου Έλληνες δε μου είχαν δείξει ποτέ μια τόσο συγκινητική για μένα στοργή.
Αλλά, όταν, απάνω στη φοβερή δοκιμασία της Γαλλίας, έλαβα στο τέλος Σεπτεμβρίου 1940 από τον τότε Νομάρχη της Λαρίσης, τον κύριο Δουδουμόπουλο [3], ένα γράμμα όπου με παρακαλούσε να ανοίξω στη Λάρισα ένα παράρτημα του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών, τότε δάκρυσα από συγκίνηση. Στις 26 Οκτωβρίου έφυγε για τη Λάρισα ο καθηγητής με την εντολή ν’ αρχίσει μαθήματα στην πόλη μας. Όταν έφθασε στη Λάρισα [Μάρτιος 1941] βρήκε την πόλη σε ερείπια. Είχαν περάσει δύο απάνθρωποι σεισμοί. Ο πρώτος ήταν μία μοιραία θεομηνία. Ο δεύτερος μία άγρια πολεμική πράξη. Ο καθηγητής δεν έμεινε, έφυγε αμέσως στρατιώτης. Δεν τον ξαναείδα. Σκοτώθηκε, δεν έμαθα ποτέ πού και πώς πέθανε.
Στα 1946 έλαβα ένα άλλο γράμμα από τη Λάρισα. Μου έγραφε μία παλιά μου μαθήτρια, που την είχα γνωρίσει όταν πρωτοήλθα στην Αθήνα το 1925. «Γιατί με ξεχάσανε, γιατί δεν σκέπτεσθε την Λάρισα; Είμαι εδώ τόσα χρόνια. Αν θέλετε γίνομαι συνεργάτιδά σας. Αν δεν θέλετε, δεν πειράζει αλλά αποφασίσετε κάτι για τη Λάρισσα». Τι έπρεπε να κάνω; Ήλθα, είδα, επείσθην...
Μαντεύσατε βέβαια ότι η λαμπρή επιστολογράφος ήταν η δεσποινίς Αγλαΐα Λήτου [4]. Και τώρα θα σας πω ένα μυστικό – αλλά μην το επαναλάβετε γιατί θα με κατηγορήσουν όλες οι άλλες πόλεις όπου έχομε Παραρτήματα: Μου φαίνεται ότι αγαπώ τη Λάρισα όπως λίγα άλλα Παραρτήματά μας».
(συνεχίζεται)
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Νυμφεύθηκε στο Παρίσι (17 Νοεμβρίου 1923) την πιανίστρια και μουσικολόγο Μέλπω Λογοθέτη (βοηθό του ελληνιστή H. Pernot) αλλά δεν απέκτησαν απογόνους. Το 1930 ίδρυσαν από κοινού το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών. Περισσότερα βλ. Μαρία Νυσταζοπούλου - Πελεκίδου, «Octave Merlier: Ο άνθρωπος, ο φιλέλληνας και το έργο του», Δελτίο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, τ. 13 (1999), σελ. 339–348.
[2]. Ελευθερία (Λάρισα), φ. 7998 (6 Ιουνίου 1951).
[3]. Ο Νικόλαος Δουδουμόπουλος διετέλεσε νομάρχης της Λάρισας από τις 9 Ιουλίου 1940 έως τις 18 Ιουλίου 1941.
[4]. Μαζί με την αδελφή της Μαρία Λήτου υπήρξαν οι πρώτες καθηγήτριες στο Γαλλικό Ινστιτούτο της Λάρισας. Όπως σημειώνει η Νατάσσα Πολυγένη: «Εκείνη την περίοδο βέβαια, το ινστιτούτο στεγάζονταν στην οδό Παπακυριαζή. Αλλά από τη στιγμή που αυξάνονταν οι μαθητές το Γαλλικό Κράτος, δια του αντιπροσώπου του Οκτάβιου Μερλιέ, αγόρασε από το ζωέμπορο Ανάργυρο Μ. Κατσαρό το κτίριο της οδού Κούμα 28, το παράρτημα μεταφέρθηκε και εγκαταστάθηκε εκεί. Το 1958 άνοιξε τις πόρτες του με αίθουσες στο ισόγειο, την αίθουσα εκδηλώσεων και τα διαμερίσματα της διευθύντριας στο β’ όροφο». Βλ. Νατάσσα Πολυγένη, «Στο 28 της οδού Κούμα ο πολιτισμός έχει «άρωμα» Γαλλίας», Ελευθερία (Λάρισα), 25 Φεβρουαρίου 2012. Ως διευθυντές του παραρτήματος Λαρίσης τα τελευταία 50 χρόνια, αναφέρονται η Μαριάνθη Κάρπου, η Εριφύλη Γιαγλάρα, ο Τζίνο Πολέζε και η Χρύσα Βουλγαράκη (από το 2006 έως σήμερα).