Δυστυχώς πλέον είναι γενική η παραδοχή, ότι στον ευαίσθητο μικρόκοσμο των παιδιών και των εφήβων, αναπαράγονται οι παθογένειες της κοινωνίας και είναι επιτακτική ανάγκη να μπει ένα φρένο, με την πρόληψη, την ενημέρωση και την έγκαιρη παρέμβαση να είναι καθοριστικοί παράγοντες για την εξάλειψη ή τον περιορισμό του φαινομένου.
Η ψυχολόγος Α.Π.Θ., ψυχοθεραπεύτρια CBT, ειδικευμένη στην Ειδική Αγωγή κ. Βασιλική Κουλουψούζη σε συνέντευξή της στην «ΕτΔ» προσεγγίζει το θέμα της επιθετικότητας και της βίας, το πολυδιάστατο αυτό πρόβλημα που μας απασχολεί ολοένα και περισσότερο κάτω από ένα διαφορετικό πρίσμα.
Ξεκαθαρίζει ευθύς εξαρχής ότι ο εκφοβισμός στο σχολείο δεν αποτελεί ένα νέο φαινόμενο, αλλά τις τελευταίες δύο δεκαετίες ακραία γεγονότα ευαισθητοποίησαν την κοινή γνώμη. Μάλιστα όπως λέει, «η περιπέτεια του μικρού Άλεξ στη Βέροια τον χειμώνα του 2006 έφερε για πρώτη φορά στο προσκήνιο το πρόβλημα της θυματοποίησης και στα ελληνικά σχολεία σε έντονο βαθμό. Την ίδια ώρα βάζει στο «κάδρο» την οικογένεια, αλλά και τους εκπαιδευτικούς που θα πρέπει να αποτελούν πρότυπα συμπεριφοράς και μίμησης για τα παιδιά και τους εφήβους».
- Κυρία Βασιλική Κουλουψούζη, τα τελευταία χρόνια-πολλοί το εντοπίζουν από την περίοδο της πανδημίας-καταγράφονται σχεδόν σε καθημερινή βάση περιστατικά σχολικής βίας. Κάποια ακραία μάλιστα. Ποια είναι η δική σας αίσθηση;
«Ο εκφοβισμός ή διαφορετικά η θυματοποίηση των παιδιών στο σχολείο από συμμαθητές τους δεν αποτελεί ένα νέο φαινόμενο. Τις τελευταίες όμως δύο δεκαετίες ακραία γεγονότα που φαίνεται να σχετίζονται με τη θυματοποίηση στο σχολείο ευαισθητοποίησαν την κοινή γνώμη, έστρεψαν την προσοχή των μέσων μαζικής ενημέρωσης στο συγκεκριμένο φαινόμενο, ενώ παράλληλα οδήγησαν στην επιστημονική μελέτη και έρευνα του εκφοβισμού. Η περιπέτεια του μικρού Άλεξ στη Βέροια τον χειμώνα του 2006 έφερε για πρώτη φορά στο προσκήνιο το πρόβλημα της θυματοποίησης και στα ελληνικά σχολεία σε έντονο βαθμό. Συνεχίστηκε με τον θάνατο του Βαγγέλη Γιακουμάκη και η κατάσταση δυστυχώς σημειώνει αυξητική πορεία έπειτα από το βίωμα της πανδημίας και του εγκλεισμού για μεγάλο χρονικό διάστημα. Σε καμία περίπτωση η ύπαρξη της πανδημίας, μεμονωμένα, δεν αποτελεί μοναδικό παράγοντα εμφάνισης του συγκεκριμένου φαινομένου, διαδραματίζει όμως, καθοριστικό ρόλο συνδυαστικά. Το πρόβλημα πάντα προϋπάρχει και ένας εκλυτικός, αρνητικός παράγοντας, όπως η πανδημία, το εκτοξεύει».
-Ποια είναι τα αίτια της αυξημένης επιθετικότητας των παιδιών; Σε ποιες ηλικίες εντοπίζεται κυρίως;
«Η εκδήλωση του σχολικού εκφοβισμού δεν έχει συγκεκριμένη ηλικία. Ωστόσο, πιο έντονος σε συχνότητα και διάρκεια, εντοπίζεται κατά την περίοδο της προεφηβείας και εφηβικής ηλικίας. Εκεί όπου σημειώνεται η έκρηξη των ορμονών. Παράγοντες που επηρεάζουν την εμφάνιση του σχολικού εκφοβισμού και της επιθετικότητας είναι οι λεγόμενες πρώιμες ενδοοικογενειακές σχέσεις του παιδιού. Ο τρόπος που το παιδί έχει μάθει να συνδέεται με τη βασική του τροφό, τη μητέρα αλλά και με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας του αποτελεί κεντρικό άξονα και πρότυπο μίμησης για τη σύναψη σχέσεων σε διαπροσωπικό και κοινωνικό επίπεδο, μεταγενέστερα. Τα παιδιά παρατηρώντας τον τρόπο και τις στρατηγικές με τις οποίες οι γονείς τους επιλύουν τις εκάστοτε συγκρούσεις τους, διαχειρίζονται τα συναισθήματά τους και συνεργάζονται με τους άλλους, μιμούνται και τα ίδια αυτές τις συμπεριφορές. Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν, πως η οικογένεια και η λειτουργία αυτής αποτελεί την πρώτη μικροκοινωνία μέσα στην οποία δρα και εξελίσσεται θετικά ή αρνητικά, η προσωπικότητα και η συμπεριφορά του κάθε παιδιού.
Σημαντικός παράγοντας εκδήλωσης σχολικής βίας αποτελεί, αδιαμφισβήτητα, πέραν του στενού οικογενειακού περιβάλλοντος, το σχολείο και το ευρύτερο πλαίσιο αυτού. Νηπιαγωγοί, δάσκαλοι, καθηγητές και σχολικό προσωπικό μπορούν να αποτελέσουν πρότυπα συμπεριφοράς και μίμησης για τα παιδιά και τους εφήβους. Οι τελευταίοι, μη έχοντας ολοκληρωθεί ως προσωπικότητες «ρουφούν» σαν σφουγγάρια γνώσεις, αντιδράσεις και συμπεριφορές και διαμορφώνουν αξίες και στάσεις ζωής. Οι ενήλικες με τους οποίους συναναστρέφονται σε καθημερινή βάση ακόμη κι αν δεν περνούν πολύ χρόνο μαζί τους αποτελούν παραδείγματα προς μίμηση. Η καθηγήτρια που θα μπει στην τάξη με χαμόγελο και θετική ενέργεια παρά τις δυσκολίες που μπορεί να αντιμετωπίζει και η ίδια στη δική της ψυχή και ζωή αποτελεί ένα φωτεινό παράδειγμα και μάλιστα, μη λεκτικό, για το πώς οφείλουμε να αντιμετωπίζουμε την καθημερινότητά μας με τις εκάστοτε δυσκολίες της ζωής, από την πιο μικρή έως την πιο μεγάλη.
Η ίδια η κοινωνία μέσα στην οποία ζουν και δρουν παιδιά και έφηβοι είναι εξίσου ένας ακόμη παράγοντας ο οποίος δύναται να τα επηρεάσει ως προς τον τρόπο συμπεριφοράς και εκδήλωσης ή μη, επιθετικότητας και σχολικής βίας. Η πολιτεία, η δικαιοσύνη και η απονομή αυτής έναντι ενός άδικου γεγονότος μπορούν να αποβούν μοιραία για την ανάπτυξη των αξιών, αντιλήψεων και στάσεων ζωής ενός παιδιού ή εφήβου. Όταν η παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων διανθίζει σε μια χώρα, τότε φαντάζει πιο εύκολη η εκδήλωση παραβατικής συμπεριφοράς καθότι δεν υπάρχουν επιπτώσεις και συνέπειες για ένα αδίκημα που διεπράχθη.
Τέλος, η ιδιοσυγκρασία και η ψυχοσύνθεση του κάθε παιδιού καθώς και ορισμένα από τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του είναι δυνατόν να συμβάλουν στην εμφάνιση επιθετικότητας ή βίαιης συμπεριφοράς στο σχολείο. Ένα παιδί πιο οξύθυμο ή με μια αδυναμία να διαχειριστεί τον θυμό του έχει περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσει επιθετικότητα ή βίαιη συμπεριφορά στο σχολικό πλαίσιο. Σπανίως, ωστόσο, το βάρος δύνανται στην προσωπικότητα του παιδιού διότι ακόμη και σε αυτές τις περιπτώσεις, εάν έχει αποκλειστεί η ψυχοπαθολογία, το παιδί αντιδρά με τον τρόπο που του έχουν μάθει να αντιδρά».
-Πόσοι γονείς αναζητούν βοήθεια για τα παιδιά τους;
«Οι γονείς σε πολλές περιπτώσεις είναι δύσκολο να παραδεχθούν ότι το παιδί τους έχει εκδηλώσει κάποια μορφή βίας. Θαυμάζω τους γονείς που έχουν τη δύναμη και το σθένος να παραδεχθούν πως το δικό τους παιδί έχει παρουσιάσει μια κακοποιητική συμπεριφορά έναντι άλλου παιδιού και πολύ πιθανό να χρειάζεται και την παρέμβαση ενός ψυχολόγου. Από αυτό το σημείο ξεκινά η «θεραπεία» του προβλήματος, η συνειδητοποίηση και αποδοχή της ύπαρξής του και η ανάγκη να ζητηθεί βοήθεια. Γιατί κανένας δεν γεννήθηκε τέλειος γονέας και κανείς δεν είναι αλάνθαστος. Η γονεϊκότητα είναι μια κατάσταση που συνεχώς μεταβάλλεται, εξελίσσεται και δεν μένει στάσιμη καθώς το παιδί αλλά και ο γονέας αλλάζουν και οι ίδιοι ως προσωπικότητες ανά ηλικία».
-Τι μπορεί να αλλάξει και πώς;
«Από τα παραπάνω διαπιστώνουμε πως η οικογένεια, το σχολείο, η κοινωνία και η εξέλιξη και βελτίωση του εαυτού μας σε προσωπικό επίπεδο συνθέτουν και δημιουργούν ένα ουσιαστικό μέτρο πρόληψης κατά της κάθε μορφής επιθετικότητας και σχολικής βίας σε παιδιά και εφήβους. Ο καθένας από εμάς αποτελεί, χωρίς να το ξέρει πολλές φορές, ένα πρότυπο μίμησης και συμπεριφοράς. Ας αποτελέσουμε λοιπόν ένα φωτεινό παράδειγμα συμπεριφοράς και έμπνευσης για τον συνάνθρωπο. Φυσικά σε καταστάσεις που η βίαιη συμπεριφορά εμμένει η παρέμβαση ενός ειδικού ψυχικής υγείας και δε ψυχολόγου είναι αναγκαία και απαραίτητη. Χωρίς ταμπού και σύνδρομα κατωτερότητας».