Ακολούθησε επαγγελματικά τη δημοσιογραφία και εργάστηκε στην εφημερίδα «Ταχυδρόμος» της Αλεξάνδρειας, ως υπεύθυνος της φιλολογικής της σελίδας για περισσότερο από μία εικοσαετία. Το 1965 εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα όπου ασχολήθηκε με μεταφράσεις λογοτεχνικών κειμένων, τη συγγραφή πεζογραφημάτων και ταξιδιωτικών εντυπώσεων και τη σύνταξη λημμάτων για λεξικά και εγκυκλοπαίδειες. Τιμήθηκε με το κρατικό βραβείο ταξιδιωτικής λογοτεχνίας (1961) και το κρατικό βραβείο δοκιμίου (1976), ενώ διετέλεσε αντιπρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών (1965). Απεβίωσε στην Αθήνα στις 8 Μαρτίου 1987.
Ο Μανώλης Γιαλουράκης επισκέφθηκε τη Λάρισα το 1974 προσκεκλημένος της Λογοτεχνικής Ομάδος Λαρίσης (Λ.Ο.Λ.) [1] για την απονομή των επάθλων του Γ’ Πανθεσσαλικού Λογοτεχνικού Διαγωνισμού. Επειδή ο ίδιος ήταν μόνιμος ανταποκριτής στην Ελλάδα της εφημερίδας «Ταχυδρόμος» της Αιγύπτου, έστειλε μία σχετικά μικρή ανταπόκριση από τη Λάρισα και τα Αμπελάκια, την οποία παραθέτουμε στη συνέχεια: [2].
«Μία πρόσκληση της Λογοτεχνικής Ομάδος Λαρίσης για να παραστούμε στην απονομή των επάθλων του Τρίτου Πανθεσσαλικού Λογοτεχνικού Διαγωνισμού μας έφερε στην πρωτεύουσα της Θεσσαλίας. Εκείνο που μας εξέπληξε από την πρώτη στιγμή που βρεθήκαμε στη Λάρισα ήταν τα πολλά και συγχρονισμένα ξενοδοχεία που μαρτυρούσαν την ανοδική πορεία του τοπικού Τουρισμού, αλλά και γενικά την οικονομική ευημερία της πόλεως. Η Λάρισα είναι σήμερα από τις μεγαλύτερες επαρχιακές μας πόλεις με πληθυσμό που ξεπερνά τις ογδόντα χιλιάδες.
Η ραγδαία εξέλιξή της οφείλεται όχι μόνο στη θέση της στον θεσσαλικό κάμπο, αλλά και στο γεγονός ότι η στρατηγική σημασία της έχει συγκεντρώσει εκεί πλήθος υπηρεσίες που συνέβαλαν στην οικονομική ανάπτυξή της. Δύο ημερήσιες εφημερίδες εφάμιλλες των αθηναϊκών, δύο περιοδικά, μόνιμη χορωδία, και καμπαρέ ακόμα, προσδίδουν στη Λάρισα όψη πόλεως σε πλήρη εξέλιξη. Αντίθετα από άλλες ελληνικές πόλεις, η Λάρισα δεν έχει ... αρχαία. Οι επισκέπτες που θα τα αναζητήσουν θα απογοητευθούν όταν μέσα σε ένα δεκάλεπτο θα έχουν δει το πενιχρότατο μουσείο της στεγασμένο σ’ ένα παλιό τούρκικο τζαμί [3]. Αντίθετα, όσοι αναζητούν στις πόλεις, τον σύγχρονο παλμό θα γοητευθούν από τις ωραίες μεγάλες πλατείες της και το πάρκο του Αλκαζάρ που βρίσκεται στις όχθες του Πηνειού.
Στη Λάρισα εξ άλλου... τρώτε περίφημα και πίνετε ακόμα πιο καλά. Υπάρχουν εκεί πολλές ποικιλίες κρασιών του Ολύμπου και του Τυρνάβου και άφθονο τσίπουρο και ούζο για να μεθύσετε. Το ωραίο φύλο παρακολουθεί κατά πόδας τις εξελίξεις της μόδας και οι νέοι τρέφουν μαλλιά που θα τα ζήλευαν... οι συνομήλικοί τους των Αθηνών. Η διαμονή μας στην πόλη μας έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσουμε τους τοπικούς συγγραφείς και λογίους που μας θύμισαν την Αλεξάνδρεια κάποιων ημερών. Γιατί και στη Λάρισα όσοι γράφουν είναι πολλοί και όσοι παραπονούνται για την άδικη στάση απέναντί του, του Κέντρου. Ένας ποιητής δέκα έξι ποιητικών συλλογών μας έλεγε ότι ποτέ Αθηναίος δεν του έγραψε κριτική, έστω και δυσμενή. Και όλοι φυσικά διαμαρτύρονται για τα κρατικά βραβεία. Αν όμως σε κάτι είναι απόλυτα δογματικοί είναι στις κρίσεις τους για τον Καβάφη.
Ένα απόγευμα επισκεφθήκαμε το χωριό Αμπελάκια, όπου επί τουρκοκρατίας δημιουργήθηκε ο πρώτος στον ελληνικό χώρο συνεταιρισμός. Το ιστορικό χωριό σκαρφαλωμένο σε μια πλαγιά, κοντά στα Τέμπη δεν έχει βέβαια την παλαιά του ακμή αλλά εξακολουθεί να διατηρεί τη φυσική γοητεία του. Εκεί, ανάμεσα σε πολλά αρχοντικά που απειλούν κατάρρευση, είναι και το αρχοντικό του Σβαρτς, του ιδρυτή του συνεταιρισμού, μουσείο σήμερα. Το αρχοντικό, παρά τις ζημίες που του προκάλεσε ο χρόνος, εξακολουθεί να διατηρεί το παλαιό μεγαλείο του με τα πολύχρωμα βιτρώ των παραθύρων του, τις λαξευμένες οροφές του και τους ζωγραφισμένους τοίχους του. Μία παλαιά εκκλησία με τοιχογραφίες συμπληρώνει την εικόνα του ιστορικού χωριού, ενώ ένα ψητό κατσικάκι στα κάρβουνα μας έφερε σε αμεσώτερη επαφή με τις πρόσκαιρες, αλλά ευπρόσδεκτες ηδονές του σύγχρονου βίου.
Συμπληρώνοντας τα όσα γράφουμε προσθέτουμε και τούτο: Όπως πληροφορηθήκαμε από παλαιό έντυπο που είδαμε στη Βιβλιοθήκη Λαρίσης, ο Πατριάρχης Ιερόθεος Β΄ της Αλεξανδρείας ήταν Θεσσαλός. Ανήλθεν το 1826 εις τον λαμπρόν Πατριαρχικόν θρόνον Αλεξανδρείας, τον οποίον ετίμησε και ηγλάισε. Διά χρημάτων του εκ Μετσόβου εθνικού ευεργέτου Μιχ. Τοσίτσα απηλευθέρωσε πλήθος αιχμαλώτων του αγώνος του 1821. Υπήρξεν άξιος Πατριάρχης, εκοιμήθη το 1845 μετά αρχιερατείαν 42 ετών.
Μόνον Αιγυπτιώτες δε βρήκαμε στη Λάρισα. Αλλ’ είναι δυνατόν; Κάποιοι θα υπάρχουν...».
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Όπως αναφέρει ο Νικόλαος Παπαθεοδώρου: «Την άνοιξη του 1971 μια συντροφιά πνευματικών ανθρώπων της Λάρισας συνέστησε ένα σωματείο με την επωνυμία «Λογοτεχνική Ομάδα Λαρίσης». Σκοπός της Λ.Ο.Λ. ήταν να βοηθήσει με τις δραστηριότητές της την πνευματική και καλλιτεχνική ανάπτυξη τόσο σε τοπικό επίπεδο, όσο και πανθεσσαλικά. Την αρχική ομάδα αποτέλεσαν έξη άτομα, η Λίνα Καράμπα, ο δάσκαλος Γιώργος Ζημιανίτης, ο Νίκος Κύρκος, ο Ηλίας Κατσάνος (Τίνος Αλασάκης), ο Στέλιος Ντόμαλης και ο Κώστας Κωτούλας, ή «Ομάδα των Έξη» όπως την αποκαλούσαν. Αργότερα προστέθηκαν η Βέτα Περβανίδου, η Ελισάβετ Γιασεμίδου και η Έλενα Γκουντάρα-Σωτηράκη, μαθήτρια Λυκείου τότε. Όλοι τους ήταν άνθρωποι του πνεύματος, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον στον πεζό και τον ποιητικό λόγο. Όλα τα χρόνια της παρουσίας της Λ.Ο.Λ. στην πνευματική κίνηση της Λάρισας, πρόεδρος ήταν ο Νίκος Κύρκος και γενικός γραμματέας ο Γιώργος Ζημιανίτης. Η Λ.Ο.Λ. εξέδωσε το λογοτεχνικό περιοδικό «Λαρισαϊκά Γράμματα» από το 1973 έως το 1979». Βλ. Νικόλαος Παπαθεοδώρου, «Το περιοδικό Λαρισαϊκά Γράμματα», Ελευθερία (Λάρισα), 18 Μαρτίου 2015.
[2]. Μανώλης Γιαλουράκης, «Εντυπώσεις από τη Λάρισα», Ταχυδρόμος (Αλεξάνδρεια Αιγύπτου), φ. 97 (23 Απριλίου 1974), σ. 1-2.
[3]. Πρόκειται για το Γενί (Νέο) Τζαμί στο οποίο λειτούργησε το Αρχαιολογικό Μουσείο της Λάρισας από τα τέλη της δεκαετίας του 1950 έως το 2011.
Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου