Στις δύο υπολειπόμενες κενές θέσεις, διορίσθηκαν στις 10 Νοεμβρίου 1881 ο Νικόλαος Λάσκαρης «έχων πτυχίον συμβολαιογράφου με τον βαθμό καλώς» και ο Ανδρέας Ροδόπουλος «έχων πτυχίο συμβολαιογράφου με τον βαθμό άριστα» (ΦΕΚ 10/Α/20-2-1882). Ο διορισμός των πέντε συμβολαιογράφων επικυρώθηκε με το Βασιλικό Διάταγμα της 29ης Μαρτίου 1882 (ΦΕΚ 89/Α/29-8-1882).
Από τους προαναφερθέντες πρώτους συμβολαιογράφους της Λάρισας, ο Νικόλαος Λάσκαρης είναι σχεδόν άγνωστος στην τοπική ιστοριογραφία. Ίσως γιατί το σύντομο πέρασμά του από πόλη και οι περιπέτειες με τη δικαιοσύνη, δεν του άφησαν περιθώρια για περαιτέρω κοινωνικές συναναστροφές.
Αμέσως μετά από τον διορισμό και την εγκατάστασή του στη Λάρισα, ενοικίασε την οικία του Οθωμανού κτηματία Μπεκήρ βέη [2], υιού του Χατζή Χουσεΐν πασά που βρισκόταν στη συνοικία Ντάρκολι, απέναντι από το ξενοδοχείο του Χρήστου Βαμβακά. «Εν τω εν Λαρίσση συμβολαιογραφείον του Ν. Γ. Λάσκαρη συντάσσονται παντός είδους συμβόλαια ενώ υπάρχουν εν αυτώ: Εμπορομεσίτης διά πωλήσεις, αγοράς και ενοικιάσεις διαφόρων κτημάτων, Γεωμέτρης και Μηχανικός διά κάθε είδους εργασία» [3].
Σε σύντομο χρονικό διάστημα απέκτησε αξιόλογη πελατεία, ιδίως μεταξύ των Οθωμανών κτηματιών οι οποίοι μεταναστεύοντας στα εδάφη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, μεταβίβαζαν την ακίνητη περιουσία τους τους σε Έλληνες κεφαλαιούχους. Μεταξύ των πελατών του αναφέρεται και ο βιομήχανος Στυλιανός Παπαγεωργίου (1848-1925). Ο Νικόλαος Λάσκαρης συνέταξε τα σχετικά συμβόλαια, όταν ο προαναφερθείς συνεταιρίσθηκε το 1882 με τον Βολιώτη έμπορο Απόστολο Β. Πατινάρα ιδρύοντας την ομόρρυθμη εμπορική εταιρεία «Στυλιανός Παπαγεωργίου & Συντροφία» με έδρα τη Λάρισα [4]. Μία όμως καταγγελία «περί εισπράξεως υπερβολικών συμβολαιογραφικών τελών» που έφθασε στο γραφείο του Νομάρχη της Λάρισας τού δημιούργησε πολλά προβλήματα.
Ο τελευταίος επιθυμώντας να διασφαλίσει την τάξη και την ακεραιότητα μεταξύ των δημοσίων λειτουργών, ιδίως μετά από την προσάρτηση της Θεσσαλίας, με συνοπτικές διαδικασίες και τη σύμφωνη γνώμη του τότε αρμόδιου υπουργού, τον παρέπεμψε σε δίκη χωρίς καν να του απαγγελθούν κατηγορίες και χωρίς ο ίδιος να παραστεί στο δικαστήριο. Ο Νικόλαος Λάσκαρης «κατηγορούμενος επί εισπράξει παρανόμων τελών κατεδικάσθη ερήμην εις ενός έτους φυλάκισιν, εις εξάμηνον στέρησιν των πολιτικών του δικαιωμάτων και παύσιν από της υπηρεσίας» [5].
Έκπληκτος ο συμβολαιογράφος, βρήκε ξαφνικά την είσοδο του γραφείου του σφραγισμένη με την απόφαση του δικαστηρίου κολλημένη πάνω σ’ αυτήν. Χωρίς να χάσει χρόνο, ήλθε σε επικοινωνία με τους δικηγόρους Γεώργιο Τέτση και Νικόλαο Καραστεργίου τους οποίους όρισε (8 Σεπτεμβρίου 1882), ως γενικούς και ειδικούς πληρεξουσίους του σε όλες του τις υποθέσεις στα δικαστήρια της Λάρισας [6]. Οι δύο δικηγόροι προσκομίζοντας στο δικαστήριο όλα τα απαραίτητα έγγραφα (συμβόλαια και αποδείξεις είσπραξης του Δημοσίου Ταμείου Λαρίσης) πέτυχαν την αθώωσή του. «Την παρελθούσαν Πέμπτην εδικάσθη παρά τω ενταύθα Πλημμελειοδικείο κατ’ ανακοπήν, ο ερήμην καταδικασθείς προ τινός χρόνου επί παραβάσει των συμβολαιογραφικών καθηκόντων του κ. Λάσκαρης και εκηρύχθη αθώος» [7]. Παράλληλα οι δύο δικηγόροι κατέθεσαν αγωγή κατά του Νομάρχη για παράβαση καθήκοντος.
Στο διάστημα όμως των τριών μηνών που ο Νικόλαος Λάσκαρης βρισκόταν «εκτός υπηρεσίας», ο ιδιοκτήτης του γραφείου του Μπεκήρ βέης δεν ανανέωσε το ετήσιο συμβόλαιο μίσθωσης με αποτέλεσμα να αναζητήσει αλλού χώρο για να στεγάσει το γραφείο του. Συμμετείχε στην πλειοδοτική δημοπρασία (αρ. 490/25-1-1883) που ενήργησε ο Δήμος Λαρίσηςγια την εκμίσθωση δημοτικών καταστημάτων στη συνοικία Καζγανή Ατίκ «παραπλεύρως της πλατείας Σεραγίου». Στο μισθωτήριο συμβόλαιο που υπέγραψε ο τότε δήμαρχος της Λάρισας Αργύριος Διδίκας, «ο Νικόλαος Λάσκαρης ενοικίασε το υπ’ αριθμόν επτά (7) μαγαζείον του Δήμου Λαρίσσης διά δύο (2) συνεχή έτη, αρχομένης της ενοικιάσεως από της 1ης Μαρτίου 1883». Το μηνιαίο μίσθωμα ορίστηκε στις 25 δρχ. [8].
Ο Νικόλαος Λάσκαρης συνέχισε τη λειτουργία του συμβολαιογραφικού γραφείου για άλλα δύο χρόνια (1883-1885). Όμως η παλαιά δικαστική του περιπέτεια και η εσφαλμένη γνώμη που διαμόρφωσε προς το πρόσωπό του η λαρισαϊκή κοινωνία, είχαν ως αποτέλεσμα την απρόσμενη μείωση της πελατείας του. Το 1885 απογοητευμένος αιτήθηκε τον διορισμό του στην Αθήνα. Τον Μάρτιο του 1886 ο συμβολαιογράφος της Λάρισας Ανδρέας Ροδόπουλος ανέλαβε τη φύλαξη του αρχείου του Λάσκαρη. Το τελευταίο που περιλαμβάνει 4.152 συμβολαιογραφικές πράξεις (μεταξύ των ετών 1881 – 1885) σώζεται σήμερα στα Γενικά Αρχεία του Κράτους (Αρχεία Ν. Λάρισας).
Σύμφωνα με δημοσιεύματα ο Νικόλαος Λάσκαρης άσκησε το επάγγελμα του συμβολαιογράφου στην Αθήνα μέχρι το 1904 [9]. Ελλείπουν πληροφορίες για τη μετέπειτα επαγγελματική του δραστηριότητα, όπως επίσης πληροφορίες για τον τόπο καταγωγής του καθώς και αντίστοιχες για την προσωπική του ζωή. Είναι άγνωστο επίσης το πότε απεβίωσε.
Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Βλ. σχετικά δημοσιεύματα του γράφοντος στην εφημερίδα «Ελευθερία»: «Σκαμβούγερας» (4 Δεκεμβρίου 2016), «Φίλιος» (1 Ιουλίου 2018) και «Ιωαννίδης» (19 Νοεμβρίου 2017).
[2]. Στα μέσα του 1892, στην πλήρη κυριότητα του Μπεκήρ βέη, περιήλθαν από κληρονομιά όλα τα ακίνητα που διέθετε ο αποβιώσας πατέρας του στη Λάρισα. Βλ. Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αρχεία Νομού Λάρισας (ΓΑΚ/ΑΝΛ). Συμβολαιογραφικό Αρχείο Ανδρέα Ροδόπουλου, φκ. 045, αρ. 13694 (26 Φεβρουαρίου 1893).
[3]. Ημερολόγιον Νέων Ιδεών (Αθήνα), τ. 4 (1883), σ. 125.
[4]. ΓΑΚ/ΑΝΛ, Συμβολαιογραφικό Αρχείο Νικολάου Λάσκαρη, αρ. 1588/1882 και αρ. 2910/1882.
[5]. Ανεξαρτησία (Λάρισα), φ. 92 (5 Σεπτεμβρίου 1882).
[6]. Αρχείο Ροδόπουλου, φκ. 002, αρ. 636 (8 Σεπτεμβρίου 1882).
[7]. Ανεξαρτησία (Λάρισα), φ. 116 (28 Νοεμβρίου 1882).
[8]. Αρχείο Ροδόπουλου, φκ. 004, αρ. 1220 (15 Φεβρουαρίου 1882).
[9]. Σκριπ (Αθήνα), φ. 7616 (5 Δεκεμβρίου 1903).