Προσωπογραφίες

Δημήτριος Σ. Σκούφος: Ο χαρισματικός λειτουργός της Θέμιδος

(Α΄ Μέρος)

Δημοσίευση: 06 Ιαν 2019 17:00
Ληστεία Αγγλων περιηγητών τον 19ο αιώνα. Μπουκέτο (Αθήνα), 23 Μαΐου 1929. © Βιβλιοθήκη Πανεπιστημίου Πατρών Ληστεία Αγγλων περιηγητών τον 19ο αιώνα. Μπουκέτο (Αθήνα), 23 Μαΐου 1929. © Βιβλιοθήκη Πανεπιστημίου Πατρών

Υπήρξε αναμφίβολα μία από τις πιο εμβληματικές φυσιογνωμίες της Ποινικής Δικαιοσύνης στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα.

Αριστούχος διδάκτορας του δικαίου «εγκατέλειψε» νωρίς τη δικηγορία και ακολούθησε τον δικαστικό κλάδο, όπου ως ανακριτής διακρίθηκε για τη μεθοδικότητα και την αποτελεσματικότητά του. Το πέρασμά του από τη Λάρισα άφησε ανεξίτηλα χαραγμένο το όνομά του στη σύγχρονη ιστοριογραφία της πόλης.

Γιος του Σπυρίδωνα Σκούφου [1], φοίτησε στο Εθνικό Πανεπιστήμιο απ’ όπου έλαβε τον τίτλο του διδάκτορα των Νομικών Επιστημών με τον βαθμό «άριστα». Εξάσκησε τη δικηγορία στην Αθήνα μέχρι τις παραμονές της Θεσσαλικής επανάστασης του 1878. Ερχόμενος στη Θεσσαλία «νεαρότατος τότε ο κ. Σκούφος αλλά καρτερικός και ακούραστος» τέθηκε υπό τις διαταγές του Κωνσταντίνου Λώρη [2] «διακριθείς εν τοις συναγωνισταίς του» [3]. Μετά το άδοξο τέλος της επανάστασης, επέστρεψε στην Αθήνα και αφοσιώθηκε στο λειτούργημά του.

Μετά από την απελευθέρωση της Θεσσαλίας (1881) αιτήθηκε τον διορισμό του στα δικαστήρια του Βόλου (πλην του Εφετείου), αίτηση η οποία έγινε αποδεκτή στις 28 Οκτωβρίου 1882 (ΦΕΚ 151/Α/31-10-1882). Στη νέα του θέση τον υποδέχθηκαν «μετά χαράς ειλικρινούς παλαιοί φίλοι και συνεργάτες» από την εποχή της επανάστασης. Την εποχή του διορισμού του, η Θεσσαλία πλήττονταν από ληστοσυμμορίες που είχαν γίνει ο φόβος και ο τρόμος των εύπορων ειδικά κατοίκων της Λαρισινής πεδιάδος και των χωριών του Πηλίου. Ο ίδιος ως δικηγόρος παρατηρούσε ότι τις περισσότερες φορές που έφθανε μία υπόθεση στο ακροατήριο, ο κατηγορούμενος αθωωνόταν λόγω μη υπάρξεως ισχυρών τεκμηρίων, από αμέλεια, είτε των αστυνομικών, είτε των ανακριτών αρχών. Από τη μετέπειτα πορεία του, υποπτευόμαστε ότι αυτός ήταν και ο λόγος που στράφηκε στον δικαστικό κλάδο.

Εργάστηκε ως Πρωτοδίκης στην Αθήνα και αργότερα μετατέθηκε στη Σπάρτη. Στις 26 Ιανουαρίου 1890 διορίσθηκε στην Άρτα (ΦΕΚ 25/Α/29-1-1890), ενώ λίγους μήνες αργότερα μετατέθηκε στη Λάρισα όπου του ανατέθηκαν καθήκοντα ανακριτή (1891). Η άφιξή του στην πόλη συνοδεύτηκε με την ανακάλυψη των ενόχων της αιματηρής ληστείας του ευπόρου Οθωμανού κτηματία Χαλήλ Κοντόγλου και της συζύγου Αταβιέ, στο Μακρυχώρι της Λάρισας. Οι ληστές βασάνισαν τους προαναφερθέντες αποκομίζοντας το ιδιαίτερα μεγάλο ποσό των 291 χρυσών Τουρκικών λιρών (σημερινά 78.600 ευρώ) και άλλων αργυρών νομισμάτων. «Ο κ. Σκούφος επεδείξατο τοσαύτην περίνοιαν και διορατικότητα ανακριτικήν οίαν αναγινώσκομεν εις τα διάφορα μυθιστορήματα. Εννόησεν ο άξιος ούτος λειτουργός της Θέμιδος πόθεν έπρεπε να επιληφθή της υποθέσεως, πόθεν άρχεται ο μίτος του φοβερού και λαβυρινθώδους τούτου δράματος και που έπρεπε να στρέψη την προσοχήν του» [4]. Μέσα σε οκτώ ημέρες συνελήφθησαν έξι άτομα στην Λάρισα, στο Καζακλάρ (Αμπελώνα) και στη Λαμία, ενώ συνεργαζόμενος με τις αντίστοιχες Οθωμανικές ανακριτικές και αστυνομικές αρχές συνελήφθησαν άλλα τρία άτομα στα Γρεβενά και στην Ελασσόνα [5]. Οι εννέα συλληφθέντες καταζητούνταν επί τριετία από τις αρχές των δύο χωρών. Για την πράξη του αυτή τιμήθηκε από την Ελληνική Πολιτεία με τον Αργυρό Σταυρό των Ιπποτών του Βασιλικού Τάγματος του Σωτήρος [6].

Στις αρχές του 1892 ο Δημήτριος Σκούφος επιθυμώντας να τιμήσει τη μνήμη του αξιωματικού, φίλου και παλαιού συναγωνιστή του, Κωνσταντίνου Λώρη, ανήγειρε με προσωπικές του δαπάνες στο νεκροταφείο της συνοικίας Παράσχου (Αγίου Νικολάου), «μνημείον εκ βράχων κομισθέντων εξ Αγυιάς φέρον επί της κορυφής κομψόν ευμεγέθη μαρμάρινον σταυρόν με στέφανον εκ δάφνης, μετενεχθέντα παρ’ αυτού εξ’ Αθηνών». Σε μικρό διάστημα όμως «χείρες ιερόσυλοι δια λίθων ογκωδών κατέθραυσαν τον σταυρόν, και ουδείς έκρινε άξιον λόγου το πράγμα» [7].

Άγνωστοι παραμένουν οι λόγοι που ανάγκασαν τον Δημήτριο Σκούφο να υποβάλει την παραίτησή του (Μάρτιος 1892). «Πεποίθημεν ότι ο κ. Υπουργός της Δικαιοσύνης δεν θέλει αποδεχθή την παραίτησιν του διακεκριμένου Ανακριτού, όστις λέγεται ότι υπέβαλε ταύτην διά λόγους υπηρεσιακούς, απεναντίας δε θέλει εξομαλύνει τα αναφυέντα προσκόμματα, ίνα ούτω δυνηθή και αύθις εις την κρίσιμον ταύτην διά την δημοσίαν ασφάλειαν εποχήν να προσφέρη τας εκδουλεύσεις του, εξ ών προσδοκώμεν άριστα αποτελέσματα» [8]. Η υποβληθείσα παραίτηση δεν έγινε τελικά αποδεκτή και ο Δημήτριος Σκούφος παρέμεινε εις τη θέση του. Ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης Αλέξανδρος Ζαΐμης (1855-1936) πρέπει να αισθάνθηκε «δικαιωμένος» για την απόφασή του, αφού λίγους μήνες αργότερα (Ιούλιος 1892) χάρη στις ενέργειες του Δημητρίου Σκούφου συνελήφθησαν στον Βόλο, στη Λαμία και στο Μεσολόγγι οι διαπράξαντες την αιματηρή ληστεία στο χωριό Πέτρα Ολύμπου. Οι ληστές δολοφόνησαν τον Οθωμανό κτηματία Εμίν Αλή Μπασά μέσα στο κονάκι του, αποκομίζοντας 6.000 χρυσές Τουρκικές λίρες, 23.000 δρχ. και 23 χρυσές ζώνες, συνολικής αξίας που υπολογίζεται με τα σημερινά δεδομένα σε ποσό μεγαλύτερο των 2.000.000 ευρώ [9].

 

(συνεχίζεται)

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1]. Γεννήθηκε το 1800 στη Σμύρνη της Μικράς Ασίας. Το 1824 αποβιβάστηκε στο Ναύπλιο με σκοπό να θέσει τον εαυτό του στη διάθεση του απελευθερωτικού αγώνα. Μετά την έλευση του Όθωνα διορίστηκε υπουργικός σύμβουλος (ΦΕΚ 23/Α/1-8-1833), νομάρχης Αττικής και Βοιωτίας (ΦΕΚ 19/Α/26-5-1834), νομάρχης Κυκλάδων (ΦΕΚ 42/Α/25-12-1834) και νομάρχης Αργολίδος (1846). Το 1854 διορίσθηκε Γενικός Γραμματέας στο Υπουργείο Οικονομικών.

[2]. Αλέξανδρος Χ. Γρηγορίου, «Κωνσταντίνος Λώρης (1837-1886): Ένας λησμονημένος Θεσσαλός ήρωας», Ελευθερία (Λάρισα), 10 Ιουλίου 2016.

[3]. Θεσσαλία (Βόλος), φ. 355 (31 Ιουλίου 1882).

[4]. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 77 (21 Μαρτίου 1891).

[5]. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 76 (14 Μαρτίου 1891).

[6]. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 102 (21 Σεπτεμβρίου 1891).

[7]. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 127 (29 Μαρτίου 1892). Μετά την καταστροφή του μνημείου, οι υπαξιωματικοί του 5ου Συντάγματος Πεζικού, διοργάνωσαν στη Λάρισα τη θεατρική δραματική παράσταση «Οι δύο λοχίαι», για την οποία εκδόθηκαν 900 εισιτήρια. Τα έσοδα από τη διάθεσή τους, δόθηκαν για την ανέγερση νέου ταφικού μνημείου. Βλ. άρθρο: «Υπέρ της ανεγέρσεως μνημείου εις τον Λώρην», Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 148 (2 Σεπτεμβρίου 1892). Το τελευταίο όμως δεν κατασκευάστηκε ποτέ, αφού έναν χρόνο αργότερα (1893) ο εκδότης της εφημερίδας «Όλυμπος» της Λάρισας σε ρεπορτάζ από το νεκροταφείο Παράσχου σημείωσε πως ο σταυρός στον τάφο του Λώρη «συντετριμμένος εις τεμάχια επί γήςέκειτο». Βλ. Όλυμπος (Λάρισα), φ. 14 (27 Φεβρουαρίου 1893). Κάθε ίχνος του τάφου του Κωνσταντίνου Λώρη χάθηκε κατά την οριστική κατάργηση του νεκροταφείου Παράσχου το 1899.

[8]. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 127 (29 Μαρτίου 1892).

[9]. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 144 (1 Αυγούστου 1892) και φ. 145 (9 Αυγούστου 1892).

Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass