Βέρος Λαρισαίος. Άνθρωπος του κάμπου που κάποια στιγμή αποφασίζει να πάει κόντρα στις επαγγελματικές παραδόσεις του τόπου μας. Βγαίνει στα ανοιχτά και βρίσκεται να κολυμπάει με μεγάλη επιτυχία στις θάλασσες… της ναυτιλίας.
Ξεκινάει με σπουδές στα οικονομικά και ακολουθεί μεταπτυχιακό, στο Liverpool πάνω στο operation των καραβιών. Εργάζεται στο Λονδίνο σε ναυτιλιακή εταιρία τουρκικών συμφερόντων. Στη συνέχεια γίνεται χρηματιστής σε εταιρία που ασχολείται με ασφάλιστρα ναυτιλιακού κινδύνου.
Κάπου εκεί όμως βάζει μια άνω τελεία, ή για να ακριβολογούμε είπε να ρίξει μια… άγκυρα. Τον αποδέχεται το Cass Business Schoοl, University of London ένα από τα κορυφαία ναυτιλιακά πανεπιστήμια για μεταπτυχιακό. Ολοκληρώνει και αρχίζει να συμπορεύεται με εταιρία διαχείρισης πλοίων και αγοραπωλησιών. Αντικείμενα που αν μη τι άλλο σπανίζουν στην περιοχή μας. Αφορμή για συζήτηση λοιπόν γύρω από τα πλοία, τον τρόπο εργασίας αλλά και τις ιδιαιτερότητες των εφοπλιστών-πλοιοκτητών.
Τα ναυτιλιακά είναι κατηγορία επαγγελμάτων που κατεξοχήν ασχολούνται άνθρωποι από νησιά ή από τα μεγάλα λιμάνια της χώρας κυρίως. Γι' αυτό τον λόγο τον ρωτάμε αν νιώθει άβολα για το γεγονός πως κατάγεται από περιοχή χωρίς παράδοση στον χώρο και γελάει καθώς θυμάται πως μέχρι να ενηλικιωθεί δεν είχε ανέβει ούτε σε πλοίο της γραμμής για τα ελληνικά νησιά.
«Να σας πω την αλήθεια δεν με επηρέασε καθόλου ότι ήμουν από τον κάμπο, ούτε έχω ούτε είχα διαφορετική αντιμετώπιση από τον κόσμο της ναυτιλίας. Η δυσκολία αν θέλετε ήταν στα αρχικά βήματα της επαγγελματικής σταδιοδρομίας μου καθώς είναι αρκετά δύσκολο να μπεις στον χώρο αν δεν υπάρχει κάποιος γνωστός μέσα σε κάποια ναυτιλιακή ή αν δεν κατάγεσαι από κάποιο παραδοσιακό νησί της ελληνικής ναυτιλίας.
Του ζητάμε να μας περιγράψει μια τυπική μέρα στη δουλειά και το κάνει με ιδιαίτερη ανάλυση: «Η δουλειά ξεκινάει αρκετά νωρίς περίπου στις 7 το πρωί με ανάγνωση όλων των email που έχουν έρθει από την Ασία και τα οποία καθημερινά ξεπερνούν τα 800. Κατά τη διάρκεια του πρωινού και μέχρι τις 12 το μεσημέρι γίνεται η πρώτη επαφή με όλη την Ασία ξεκινώντας από την Ιαπωνία και καταλήγοντας στον Hong Kong, την Κίνα και τη Σιγκαπούρη. Μέχρι το μεσημέρι έχει αρχίσει να ανοίγει και η αγορά της Αμερικής οπότε στην ουσία μετά το μεσημεριανό ανοίγεται μια καινούργια αγορά από την αντίπερα όχθη».
Παράλληλα όμως, αναφέρει, μπορεί να φεύγει από το γραφείο στις 8 το βράδυ αλλά η δουλειά δεν τελειώνει καθώς «τα πλοία ταξιδεύουν συνεχώς και σε όλα τα πλάτη και τα μήκη της Γης», προσθέτοντας: «σε γενικές γραμμές ο ναυτιλιακός κλάδος, ανεξαρτήτως ειδικότητας, δεν έχει ωράριο».
Σε όλες τις δουλειές υπάρχουν ευχάριστες και δυσάρεστες στιγμές. Έτσι και σ' αυτήν του ζητάμε να επιλέξει δύο αντιθέσεις: «Πρώτον μου αρέσει αυτό που κάνω, κατ’ επέκταση θα ξυπνήσω ευχάριστα, γεμάτος διάθεση για να κάνω ό,τι κάνω. Το προνόμιο της εργασίας μου είναι τα ταξίδια και μέσα από αυτά προσπαθώ να αναπτύξω την εταιρία αλλά και να καταλάβω την λογική με την οποία δουλεύουν οι άνθρωποι εκεί. Αυτό πετυχαίνεται σε ένα βαθμό γνωρίζοντας τον πολιτισμό τους, τα ήθη, έθιμα και τις τοπικές κουλτούρες των λαών αυτών. Η μεγαλύτερη δυσκολία για εμένα ήταν στα αρχικά στάδια της σταδιοδρομίας μου καθώς ταυτόχρονα με τη δυσκολία που αντιμετώπισα για να εισέλθω στον κλάδο τις ναυτιλίας μετά από ένα σύντομο χρονικό διάστημα ήρθε η κρίση από την Αμερική με την κατάρρευση της Lehman Brothers με τις συνέπειες σε όλον τον εργασιακό κλάδο να είναι γνωστές» υπογραμμίζει.
Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
Γνωστή ανά τον κόσμο η Ελλάδα για την παράδοσή της στον χώρο της ναυτιλίας. Του ζητάμε την άποψή του γύρω από αυτό και αναφέρει: «Η Ελληνική ναυτιλία μέσα σε ένα παγκόσμιο ανταγωνισμό, αντιμετωπίζοντας χώρες και πληθυσμούς μεγαλύτερες από την Ελλάδα, παραμένει σταθερή, πρώτη παγκοσμίως τα τελευταία 30 χρόνια σε απόλυτο αριθμό πλοίων αλλά και σε χωρητικότητα. Ειδικότερα η Ελλάδα ελέγχει το 16,72% του παγκόσμιου στόλου με την Ιαπωνία να ακολουθεί με 12,12%, η Κίνα με 8,9% και η Γερμανία με 6,06%. Στην Ελλάδα αυτήν τη στιγμή υπολογίζεται ότι δραστηριοποιούνται πάνω από 700 γραφεία που έχουν σχέση με τη ναυτιλία με 90.000 ανθρώπους να δουλεύουν σε αυτήν, με τη ναυτιλία μας να συνεισφέρει κοντά στα 15 δισ. ετησίως στο ΑΕΠ της χώρας μας.
Σύμφωνα με πολλούς ανθρώπους του χώρου, οι διαχειριστές ή μεσίτες αγοραπωλησιών πλοίων έχουν ως απώτερο σκοπό και στόχο να γίνουν πλοιοκτήτες. «Εσύ στοχεύεις να γίνεις ο πρώτος Λαρισαίος με καράβι;» ρωτάμε ρίχνοντας άδεια για να πιάσουμε γεμάτα…
«Νομίζω κάθε άνθρωπος έχει τις φιλοδοξίες και τα όνειρά του και αυτό είναι ένα κίνητρο για όλους ώστε να γινόμαστε καλύτεροι στη δουλειά μας. Ο στόχος μου προς το παρόν είναι να μεγαλώσουμε και να εδραιωθούμε στην αγορά και από εκεί και πέρα θα κοιτάξουμε τις ευκαιρίες που θα υπάρξουν εκείνη τη χρονική στιγμή. Για το μέλλον όλα είναι ανοιχτά, δεν αποκλείω τίποτα» λέει χαρακτηριστικά όμως δεν ξεχνάει να τονίσει το εξής σημαντικό «Εγώ θα πρότεινα σε Λαρισαίους να ασχοληθούν με τη ναυτιλία και είμαι διατεθειμένος να τους προσφέρω οποιαδήποτε βοήθεια που εγώ δεν είχα εγώ στην αρχή της επαγγελματικής μου καριέρας».
ΤΑ «ΚΟΥΣΟΥΡΙΑ» ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΛΟΙΟΚΤΗΤΩΝ
Κατέβασε ναυλομεσίτη σε ερημική παραλία!
Δεν πρέπει να είναι και το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο να πηγαίνεις σε πλοιοκτήτες και να τους προτείνεις ζητήματα που αφορούν στα ίδια τους τα καράβια. Πόσο μάλιστα όταν έχεις να κάνεις με παλιούς καπεταναίους. Ζητάμε από τον Ζήση Στυλιανό να μας περιγράψει τι είδους άνθρωποι είναι οι Έλληνες πλοιοκτήτες και το κάνει με μεγάλη διάθεση. «Είναι γεγονός, λέει, ότι οι Έλληνες πλοιοκτήτες είναι δύσκολοι χαρακτήρες και χρειάζονται ειδικό χειρισμό. Ειδικότερα η παλαιότερη γενιά που είναι κυρίως καπετάνιοι ή μηχανικοί, έχουν ζήσει σκληρότερες καταστάσεις πάνω στα πλοία με συνέπεια να είναι πιο κλειστοί σαν άνθρωποι. Από την άλλη μεριά είναι δύσκολο να διαφωνήσεις, ποτέ δεν ξέρεις ποια θα ήταν η αντίδρασή τους, διότι πάντα στο μυαλό του Έλληνα πλοιοκτήτη είναι ότι προσπαθείς να του κλέψεις τα χρήματά του ή να του κάνεις ζημιά στο πλοίο του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός Έλληνα γνωστού πλοιοκτήτη, είναι η διαφωνία που είχε με έναν ξένο ναυλομεσίτη σχετικά με το πλάνο των ναυλώσεων του επικείμενου τότε χειμώνα και ενώ ήταν μεσοπέλαγα με τη θαλαμηγό του, κυριολεκτικά τον κατέβασε σε μια ερημική παραλία και συνέχισε για τον προορισμό του…».
Του Κώστα Γκιάστα