υποστηρίζει ο δημοσιογράφος πρώην βουλευτής, ευρωβουλευτής, υπουργός και πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Ο.Α.Σ.Ε. Πέτρος Ευθυμίου επισημαίνοντας ότι τον Αύγουστο 2018 με την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια, είτε πρόκειται για καθαρή έξοδο είτε για έξοδο με αστερίσκους και νέες δεσμεύσεις, «όχι μόνο δεν υπάρχει χώρος για πανηγυρισμούς, αλλά πρέπει να κατανοηθεί τι ακριβώς συμβαίνει».
Και αυτό γιατί όπως εξηγεί, επικαλούμενος δηλώσεις του αναπληρωτή υπουργού Οικονομίας κ. Γ. Χουλιαράκη, παρά τις οδυνηρές απώλειες και θυσίες του ελληνικού λαού αυτά τα οκτώ χρόνια, δεν έχουν διαμορφωθεί οι προϋποθέσεις μιας αναπτυξιακής απογείωσης της χώρας, έτσι ώστε, από τους υγιείς πόρους της ανάπτυξης να αποκτήσουμε την δημοσιονομική ευχέρεια να χρηματοδοτούμε με επάρκεια τις δομές του κοινωνικού κράτους, να εξασφαλίζουμε την πλήρη απασχόληση με επαρκείς μισθούς στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα και αξιοπρεπείς συντάξεις στους δικαιούχους.
Στο περιθώριο της εκδήλωσης για τη βράβευση του "Αγρότη της Χρονιάς" ο Λαρισαίος δημοσιογράφος και πολιτικός μίλησε στην «Ε», με την οποία μεγάλωσε όπως θυμάται στις δεκαετίες του ’50 και του ’60, για το περιεχόμενο και τα αποτελέσματα της τελευταίας του έρευνας για τη διαΝΕΟσις σε θέματα αγροτικής ανάπτυξης διαπιστώνοντας πως η αγροτική ανάπτυξη στην Ελλάδα ουδέποτε «απογειώθηκε» παρά τα εγγενή συγκριτικά πλεονεκτήματα.
Παράλληλα εμφανίζεται εμφανώς προβληματισμένος για την επόμενη ημέρα της εξόδου της χώρας από τα μνημόνια και υποστηρίζει την αλλαγή παγιωμένων νοοτροπιών ως προϋπόθεση για να μπει η ελληνική οικονομία σε τροχιά ανάπτυξης.
«Αν δεν πάρουμε εμείς αποφάσεις για τον εαυτό μας, λύσεις λύτρωσης από τα αδιέξοδά μας, δεν θα έλθουν από πουθενά αλλού» υπογραμμίζει χαρακτηριστικά ενώ σχολιάζει και την ικανότητα του πολιτικού προσωπικού της χώρας να ανταποκριθεί στις τεράστιες προκλήσεις της εποχής δηλώνοντας κατηγορηματικά: «…Τμήμα της αναγκαίας εθνικής ανασύνταξης είναι ο στοχασμός γύρω από το είδος της πολιτικής ηγεσίας που χρειάζεται να οδηγήσει τη χώρα στο μέλλον, σε ένα όλο και πιο δύσκολο και πολύπλοκο ευρωπαϊκό και διεθνές περιβάλλον. Ηγεσίες «εσωτερικής εκτονωτικής χρήσεως» δεν έχουν μόνον τη δική τους ημερομηνία λήξεως. Κινδυνεύουν να συμπαρασύρουν στη λήξη τους και τη χώρα».
Σε άλλο σημείο της συνέντευξης ο κ. Ευθυμίου μιλώντας για τις διαπραγματεύσεις γύρω από το όνομα των Σκοπίων εκτιμά ότι η συγκυρία δείχνει σχετικά ευνοϊκότερη, από άλλες στιγμές στο παρελθόν, για να υπάρξει λύση αναδεικνύοντας σε ενδεχόμενη υποχώρηση και ήττα τον κίνδυνο «ενθάρρυνσης των γειτόνων μας να πιέσουν με τη σειρά τους σε δικές τους διεκδικήσεις».
Συνέντευξη στον Δημήτρη Κατσανάκη
* Κύριε Ευθυμίου, με αφορμή την παρουσία σας στην εκδήλωση για τον "Αγρότη της Χρονιάς" και την παρέμβασή σας για θέματα αγροτικής ανάπτυξης θέλω να μας μεταφέρετε τις διαπιστώσεις σας από την τελευταία έρευνά σας για την κατάσταση της αγροτικής παραγωγής στη χώρα μας. Κάτω από ποιες προϋποθέσεις η αγροτική παραγωγή μπορεί να γίνει πραγματικός πυλώνας ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και ο Έλληνας αγρότης να απολαύσει τους καρπούς του μόχθου του;
-Η έρευνα μου για την διαΝΕΟσις, απέδειξε, ότι ο πρωτογενής τομέας, και στο αγροτικό και στο κτηνοτροφικό του σκέλος, συνιστά ένα από τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας στο ευρωπαικό αλλά και παγκόσμιο ανταγωνιστικό τοπίο. Είναι χαρακτηριστικό, ότι μέσα στην κρίση και παρά τις τεράστιες δομικές αδυναμίες τόσο στην παραγωγή, όσο και στην εμπορία, ο αγροτικός τομέας όχι απλώς άντεξε όσο κανείς άλλος τομέας της οικονομίας, αλλά το μερίδιο του στο ΑΕΠ αυξάνεται σταθερά, ενώ το 2016 το ρεκόρ στις εξαγωγές (πλην πετρελαιοειδών) οφείλεται στα εξαγόμενα αγροτικά προϊόντα, που αυξήθηκαν κατά 7,6%, στα 5,6 δισ. ευρώ από 5,2 δισ. το 2015.
Ωστόσο αυτή η θετική εικόνα δεν πρέπει να συγκαλύψει το ουσιαστικό πρόβλημα. Το εμπορικό ισοζύγιο του αγροτικού τομέα στη χώρα μας παραμένει ελλειμματικό. Το 2016 η Ελλάδα, μπορεί να εξήγαγε 5,6 δισ. σε αγροτικά προϊόντα, την ίδια όμως χρονιά εισήγαγε αγροτικά προϊόντα αξίας 6 δισ. ευρώ. Είναι σαφές, ότι αν σκεφθεί κανείς το πλεονέκτημα που μάς παρέχει η φύση και το κλίμα, η ιστορία και ο πολιτισμός που μας επιτρέπουν να έχουμε ισχυρά τοπικά και περιφερειακά brands με παγκόσμια αναγνωρισιμότητα, θα διαπιστώσει ότι είμαστε πολύ πίσω από τις τεράστιες δυνατότητες που μπορούμε –και επιβάλλεται πια- να αξιοποιήσουμε.
* Διακρίνετε πολιτική βούληση από τις κυβερνήσεις διαχρονικά να στηρίξουν ουσιαστικά ένα παραγωγικό μοντέλο αλλά και ένα αξιόπιστο σύστημα διακίνησης αγροτικών προϊόντων ώστε να είναι αποδοτικό; Και εν τέλει η απόδοση θα προέλθει από την οργάνωση της παραγωγής ή τη στήριξη της διακίνησης των προϊόντων μας που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα ανταγωνιστικότητας τόσο στην εσωτερική όσο και την διεθνή αγορά;
-Όλες οι κυβερνήσεις, από την εποχή του Καποδίστρια, δήλωναν ότι έχουν ως προτεραιότητα την αγροτική ανάπτυξη. Και όμως, η αγροτική ανάπτυξη ουδέποτε «απογειώθηκε», παρά, επαναλαμβάνω, τα εγγενή συγκριτικά πλεονεκτήματα. Ενας βασικός λόγος είναι ο ιστορικά αναλλοίωτος μικρός μέσος κλήρος (μέσος όρος 34 στρέμματα) και η επιμονή στη μικρή ιδιοκτησία (στη διάρκεια ενός αιώνα οι ιδιοκτησίες μειώθηκαν σχετικά ελάχιστα, από 840.000 σε 719.000). Ενας δεύτερος λόγος είναι η έλλειψη συνέχειας και συνέπειας στις ασκούμενες κρατικές πολιτικές, που απηχούν τις βαθιές δυσλειτουργίες του ελληνικού κρατικού μηχανισμού. Ο τρίτος -και πιο αποφασιστικός- παράγοντας είναι η αδυναμία του αγροτικού και κτηνοτροφικού τομέα να οργανώσει την παραγωγή και την εμπορία των προιόντων με βάση τους συνεταιρισμούς, όπως έγινε και συνεχίζει να αναπτύσσεται, παντού στην Ευρώπη. Οι συνεταιρισμοί στην Ελλάδα, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, από την πρώτη νομική τους αναγνώριση επί Ελευθερίου Βενιζέλου το 1915 ως σήμερα, που κατέρρευσαν πλήρως, υπήρξαν περισότερο ένα παράρτημα του κομματικού πελατειακού κράτους, παρά αυτόνομες ενώσεις παραγωγών που σχεδίαζαν, οργάνωναν και δημιουργούσαν οικονομίες κλίμακας για τα προιόντα τους μέσα σε μια αντίληψη ανταγωνιστικότητας στην αγορά. Οταν κατέρρευσε το κράτος- προστάτης, με τη χρεοκοπία της χώρας, κατέρρευσε και το κρατικοδίαιτο συνεταιριστικό οικοδόμημα.
Στην έρευνα για τους συνεταιρισμούς που πραγματοποίησα για λογαριασμό της διαΝΕΟσις, του ερευνητικού οργανισμού που ίδρυσε ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος με στόχο να περάσουμε απο τις θεωρητικές αναζητήσεις για τα θέματα σε συγκεκριμένες εφαρμοστικές μελέτες για τα προβλήματα, αναδείχθηκαν τερατώδεις στρεβλώσεις.
Υποτίθεται ότι, στα χαρτιά, ήμασταν μια ευρωπαϊκή συνεταιριστική υπερδύναμη με 6.700 καταστατικά συνεταιρισμών κατατεθιμένα στο Υπουργείο Γεωργίας. Σήμερα, που με βάση τις μνημονιακές δεσμεύσεις έγινε η εκκαθάριση του Εθνικού Μητρώου Αγροτικών Συνεταιρισμών, υπολογίζεται ότι θα απομείνει το 1/10, περί τους 620 πιστοποιημένους συνεταιρισμούς δηλαδή.
Νομίζω ότι αυτό, τα λέει όλα.
* Υποθέτω ότι ανάλογη θεωρείτε την εικόνα και στους άλλους τομείς της παραγωγής συνεπώς και της ελληνικής οικονομίας, που αναζητά νέο παραγωγικό μοντέλο, που χρειάζεται να παράγει. Εάν όμως συνεχίσει να μην παράγει, με αποτέλεσμα να συρρικνώνεται το ΑΕΠ και να καλύπτει τις ανάγκες της με συνεχιζόμενη αύξηση της φορολογίας, οδηγείται με μαθηματική ακρίβεια σε πτώχευση. Συνεπώς μπορούμε ως χώρα να πανηγυρίζουμε για την έξοδό μας από τα μνημόνια τον Αύγουστο;
-Πριν τρεις ημέρες, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας κ. Γ. Χουλιαράκης, υπήρξε απολύτως σαφής. Εξήγησε, ότι τα μνημόνια ήταν ο τρόπος να αποφευχθεί η άτακτη χρεοκοπία της χώρας και η αναπόφευκτη έξοδος από το ευρώ, αλλά ότι ακόμα δεν έχουμε υπερβεί τις αιτίες που κορύφωσαν την κρίση οδηγώντας τη χώρα στον προθάλαμο της άτακτης χρεοκοπίας τον Οκτώβρη του 2009, όπως προκύπτει από την τότε έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας, η οποία είδε το φως της δημοσιότητας μόλις πριν δύο εβδομάδες.
Παρά τις οδυνηρές απώλειες και θυσίες του ελληνικού λαού αυτά τα οκτώ χρόνια, δεν έχουν διαμορφωθεί οι προϋποθέσεις μιας αναπτυξιακής απογείωσης της χώρας, έτσι ώστε, από τους υγιείς πόρους της ανάπτυξης να αποκτήσουμε τη δημοσιονομική ευχέρεια να χρηματοδοτούμε με επάρκεια τις δομές του κοινωνικού κράτους, να εξασφαλίζουμε την πλήρη απασχόληση με επαρκείς μισθούς στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα και αξιοπρεπείς συντάξεις στους δικαιούχους.
Οχι απλώς λοιπόν, δεν υπάρχει χώρος για πανηγυρισμούς, αλλά πρέπει να κατανοηθεί τι ακριβώς συμβαίνει. Οσο θέλουμε εμείς να βγούμε από τα μνημόνια, τόσο επιθυμούν και οι δανειστές να μην έχουν καμιά πρόσθετη δέσμευση για την Ελλάδα, μετά τον Αύγουστο του 2018. Οσο επισπεύδουμε εμείς την έξοδό μας από τα μνημόνια, τόσο επισπεύδουν και αυτοί την απαγκίστρωσή τους από τον δανεισμό μας.
Ετσι όπως άλλαξαν οι πολιτικοί συσχετισμοί στην Ευρώπη, δεν θα υπάρξει εθνικό κοινοβούλιο σε καμιά χώρα που θα ψηφίσει πρόσθετο πακέτο στήριξης για την Ελλάδα, αν εμείς δεν τα καταφέρουμε και αρχίσουμε να δημιουργούμε πάλι ελλείμματα και νέες ανάγκες για υπέρμετρο δανεισμό. Σε μια τέτοια περίπτωση, το κόστος δανεισμού από τις αγορές θα γίνει απαγορευτικό, έτσι ώστε πράγματι, να υπάρξει ένας πρόσθετος νέος κύκλος πτώχευσης, που κανείς δεν μπορεί να διανοηθεί τις οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές, και, προφανώς, δραματικές εθνικές επιπτώσεις.
* Εκτιμάτε δηλαδή ότι ανεξάρτητα αν η Ευρώπη συναινέσει σε καθαρή έξοδο ή σε έξοδο με αστερίσκους και νέες δεσμεύσεις η χώρα μας δεν θα είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει τις δανειακές της ανάγκες από τη διεθνή αγορά, όπως και στο παρελθόν;
-Κύριε Κατσανάκη σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να υπάρξει επιστροφή στο παρελθόν. Ούτε οι ΗΠΑ, ούτε η Ρωσία, ούτε η Κίνα, ούτε η Ευρωπαϊκή Ενωση πρόκειται να δανείσουν οποιαδήποτε χώρα και μάλιστα την Ελλάδα, προκειμένου να καλύπτει τα δημοσιονομικά ελλείμματα, που ενδεχομένως θα ξαναδημιουργήσει. Μια παρόμοια επιλογή θα είναι, επομένως, εθνικά αυτοκτονική. Αφού ξέρουμε, λοιπόν, ότι δανεικό χρήμα δεν θα υπάρξει, επιβάλλεται να καταρτιστεί, με την ευρύτατη δυνατή συναίνεση, ένα Εθνικό Αναπτυξιακό Σχέδιο, ώστε να πορευθούμε στην ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας τόσο δημοσιονομικά, όσο ηθικά και πολιτικά. Είναι κάτι που πέτυχαν οι Φιλανδοί όταν στις αρχές του 1990 αντιμετώπισαν παρόμοια με εμάς κρίση, με το πενταετές αναπτυξιακό πρόγραμμα που επεξεργάστηκαν και που τους έφερε σε καλύτερη θέση από πριν, όταν έχασαν, με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης, το 20% του ΑΕΠ σε δύο χρόνια.
Προσθέτως, είναι φανερό, ότι η δομή των αναπτυξιακών προγραμμάτων με υψηλή χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση, θα ακολουθεί πια τη λογική του «πακέτου Γιούνκερ». Αυτό δείχνει και ο όρος conditionality, τον οποίο επέβαλε η Μέρκελ ως προϋπόθεση της συγκυβέρνησης με τους σοσιαλδημοκράτες, για την άσκηση της ευρωπαϊκής οικονομικής πολιτικής της Γερμανίας. Δεν θα δίνονται δηλαδή κονδύλια στις εθνικές κυβερνήσεις, τα οποία θα τα διαθέτουν όπως αυτές κρίνουν, αλλά σε συγκεκριμένα και ώριμα αναπτυξιακά projects, τα οποία θα αξιολογούν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί. Αποδειχτήκαμε ήδη τραγικά απροετοίμαστοι ακόμα και γι’ αυτό, ως προς το “πακέτο Γιούνκερ”. Δεν έχουμε περιθώριο για παράταση αυτής της παραλυτικής αδράνειας.
* Τι είναι τελικά αυτό που μας εμποδίζει ως χώρα να επιτύχουμε τους στόχους και τις επιδιώξεις μας όπως έκαναν οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες με οικονομικά προβλήματα όπως η Κύπρος, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία; Είναι η ανατολίτικη σκέψη μέσα στην οικογένεια της Δύσης ή μήπως το διαφορετικό μίγμα πολιτικής στη χώρα μας, που αντιμετωπίστηκε περίπου ως πείραμα για τα αδιέξοδα του καπιταλιστικού συστήματος σε διεθνές επίπεδο;
-Κύριε Κατσανάκη, αν όταν κάναμε την Επανάσταση του 1821, κρατάγαμε τον πλούτο από την άλωση της Τρίπολης, της Κορίνθου και των νικών των δύο πρώτων χρόνων ως Εθνικό Ταμείο και όχι ως λάφυρα προς διανομή (όπως και έγινε), αν δεν κάναμε μόνοι μας δύο εμφυλίους πολέμους κατά τη διάρκεια της ίδιας Επανάστασης, τότε, ούτε τα αγγλικά δάνεια θα είχαμε αναγκαστεί να πάρουμε, ούτε η απελευθέρωση της Ελλάδας θα γινόταν από τους ξένους στο Ναυαρίνο. Μόνοι μας βάζουμε τα χεράκια μας και βγάζουμε τα ματάκια μας και μετά ψάχνουμε την ευθύνη στους ξένους, οι οποίοι φυσικά και έχουν τα δικά τους συμφέροντα και σχέδια και αξιοποιούν τα λάθη μας και τις ολιγωρίες μας.
Είναι ανάγκη να γίνουμε οι Ελληνες μια γροθιά. Να αποφασίσουμε να συνεργαζόμαστε, να βάλουμε το εμείς πάνω από το εγώ, να γίνουμε συλλογικά κύριοι και ιδιοκτήτες της πατρίδας μας και οδηγοί της τύχης της. Είναι επιτακτική η μεταστροφή των συλλογικών και ατομικών νοοτροπιών, που αποτελούν και το μεγαλύτερο εμπόδιο για την πρόοδο και ευημερία της κοινωνίας μας. Αυτό θα οδηγήσει και σε μια νέα συγκρότηση των κρατικών λειτουργιών, ώστε να αντιμετωπιστούν τα θεμελιώδη προβλήματα-αναστολείς της ανάπτυξης.
Οι τεμνόμενες και αλληλοσυμπληρούμενες μελέτες της διαΝΕΟσις υποδεικνύουν τους ονομαζόμενους «πέντε δράκους», που εμποδίζουν την ανάπτυξη: Το μεγάλο δημόσιο χρέος, το προβληματικό ασφαλιστικό σύστημα, το δυσλειτουργικό φορολογικό σύστημα, το δίδυμο της πολυνομίας και κακονομίας καθώς και η καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης.
Παραμένει όμως η θεμελιώδης προϋπόθεση της αλλαγής νοοτροπιών.
Πάρτε για παράδειγμα τους συνεταιρισμούς, οι οποίοι τα τελευταία 25 χρόνια, λόγω παγκοσμιοποίησης, έχουν γίνει στην Ευρώπη αλλά και τις ΗΠΑ, ο κυρίαρχος τύπος οργάνωσης και διακίνησης των αγροτικών προϊόντων. Ο μεγαλύτερος συνεταιρισμός στην Ελλάδα των 11 εκατομμυρίων κατοίκων, η «Πίνδος» έχει 500 μέλη και 200 εκ. ευρώ τζίρο. Στη Δανία, μια χώρα με τον μισό πληθυσμό της Ελλάδας, ο αντίστοιχος συνεταιρισμός, ο Danish Agro, έχει 12.000 μέλη, απασχολεί 5.000 εργαζόμενους, αναπτύσσεται σε έξι διαφορετικούς αγροτικούς παραγωγικούς τομείς, έχει επεκτείνει τη δραστηριότητά του σε 16 χώρες και έχει ετήσιο κύκλο εργασιών πάνω από 3 δις ευρώ.
Αν δεν πάρουμε εμείς τις παρόμοιες αποφάσεις για τον εαυτό μας, λύσεις λύτρωσης από τα αδιέξοδά μας, δεν θα έλθουν από πουθενά αλλού.
* Η περίοδος της κρίσης και η αδυναμία μας να ανταποκριθούμε έγκαιρα στις οικονομικές μας υποχρεώσεις είχε ως αποτέλεσμα μεταξύ άλλων την επιδείνωση της διαπραγματευτικής μας θέσης σε όλα τα ευρωπαϊκά και διεθνή φόρα. Είναι χαρακτηριστικό το πρόβλημα της μετανάστευσης, που από ευρωπαϊκό μετατράπηκε ουσιαστικά σε ελληνικό μέσα σε μια Ευρώπη, όπου ενισχύονται εθνικιστικά κινήματα, αποσχιστικές τάσεις και κάθε μέλος αρνείται να συμμορφωθεί στις υποχρεώσεις του σε αντίθεση με την αρχή της αλληλεγγύης…
-Η αποκατάσταση της οικονομικής και δημοσιονομικής κυριαρχίας είναι προϋπόθεση της εθνικής ισχύος. Αλλά και η συνέπεια και σταθερότητα στην προάσπιση των εθνικών συμφερόντων όσο και μια ενεργή και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική. Στην περίπτωση της χώρας μας υπάρχει και ο πρόσθετος παράγων της τουρκικής επιθετικότητας και της ανοιχτής επιδίωξης αναθεώρησης τω συνθηκών –άρα και του status που αυτές δημιούργησαν- που επιβάλλουν την διατήρηση ισχυρών δυνάμεων αποτροπής. Είναι θλιβερό και επικίνδυνο, ότι όλα αυτά τα κρίσιμα ζητήματα συμπαρασύρθηκαν απο το κλίμα της κρίσης, γίνονται όλο και περισσότερο τμήμα της εσωτερικής κομματικής διαπάλης, ώστε να αμβλύνεται στη λαϊκή συνείδηση η σοβαρότητά τους και να κινδυνεύει το πιο μεγάλο κεφάλαιο μιας χώρας, που είναι η εθνική συστράτευση στο ουσιώδη. Οπως σωστά άλλωστε το θέσατε στην ερώτησή σας, η «επανεθνικοποίηση» που παρατηρείται στην Ευρώπη, καθιστά διπλά επικίνδυνη την «αποεθνικοποίηση», στην οποία δείχνει να διολισθαίνει ένα μεγάλο τμήμα των δημόσιων συμπεριφορών.
* Σε εξέλιξη όμως βρίσκεται και μια ακόμα πρόκληση για την πολιτική σκηνή, αυτή των διαπραγματεύσεων για την ονομασία των Σκοπίων. Με νέα κυβέρνηση στο γειτονικό κράτος, με έντονο το ενδιαφέρον του αμερικάνικου παράγοντα για ένταξή του στο ΝΑΤΟ αλλά και των Ευρωπαίων για ένταξη στην ευρωπαϊκή οικογένεια είναι ευνοϊκές οι συνθήκες για τις διαπραγματεύσεις; Και υπό ποιες προϋποθέσεις μπορούν να καταλήξουν σε συμφωνία;
-Οι γραμμές εθνικού συμφέροντος έχουν χαραχθεί με σαφήνεια και έχουν διεθνώς καταστεί σαφείς με κατηγορηματικό τρόπο. Στο πλαίσιο αυτό, εφόσον δηλαδή η προτεινόμενη λύση δεν αναιρεί την διπλωματική εθνική προσπάθεια που διαρκεί πια είκοσι πέντε χρόνια, τότε πράγματι, η συγκυρία δείχνει σχετικά ευνοϊκότερη, από άλλες στιγμές στο παρελθόν, για να υπάρξει λύση. Αν όμως η προτεινόμενη λύση ακυρώνει την εθνική προσπάθεια των είκοσι πέντε χρόνων, τότε, θα εισπραχθεί, διεθνώς, ως ταπεινωτική υποχώρηση και ήττα. Στην περίπτωση αυτή δεν θα χάσουμε μόνον σε αξιοπιστία και σοβαρότητα. Θα ενθαρρύνουμε και άλλους γείτονες να πιέσουν με τη σειρά τους σε δικές τους διεκδικήσεις. Ετσι ώστε, όσοι -προς στιγμήν- θα επιβραβεύσουν τον «ρεαλισμό» μας, θα μας καλέσουν να αποδειχθούμε το ίδιο «ρεαλιστές» και σε άλλα μέτωπα. Με λίγα λόγια, με μια υποχώρηση στο Σκοπιανό, δεν «κλείνεις» ένα θέμα, αλλά «ανοίγεις» πολλά περισσότερα.
* Επανερχόμενοι στο εσωτερικό της χώρας: Την περίοδο της κρίσης αμφισβητήθηκαν όσο ποτέ άλλοτε στη νεότερη ελληνική ιστορία τα πολιτικά κόμματα για την πρόκληση του προβλήματος αλλά και για τους χειρισμούς για την αντιμετώπισή του. Το πολιτικό προσωπικό έχει τις ικανότητες να οδηγήσει ξανά τη χώρα σε τροχιά ανάπτυξης;
-Κύριε Κατσανάκη, η μητέρα μου, η δασκάλα Χριστίνα Βακάλη, επέλεξε να με γεννήσει στο σπίτι μας, στην οδό Ιάσονος, με τη βοήθεια της φίλης της μαίας Καίτης Γούτα, ανηψιάς του Αχιλλέα Τζάρτζανου, που ήταν συμμαθητής και φίλος του παππού μου, του σχολάρχη και δημιουργού του πρώτου ιδιωτικού σχολείου στη Λάρισα, του Θόδωρου Ευθυμίου. Η «θεία», όπως την έλεγα, Καίτη, ήταν ένα φωτεινό πρόσωπο της παιδικής μου ηλικίας στη Λάρισα. Επειδή ήμουν πολύ ζωηρός και ασκούσα έντονη κριτική σε πολλά, η γλυκιά Καίτη μου έλεγε με επίταση: “Πέτρο, εμείς οι μαμές λέμε, να προσέχεις να μην πετάξεις μαζί με τα νερά και το παιδί. Ετσι να σκέφτεσαι και στην κριτική».
Νομίζω ότι αυτό συνέβη στην Ελλάδα με την πολιτική τάξη. Υπήρξε μια συνολική απαξίωση, κάηκαν ξερά και χλωρά μαζί στις μαινόμενες πλατείες, αλλά δεν νομίζω ότι υπήρξε, κατ’ ελάχιστον, μια υγιής ανανέωση του πολιτικού προσωπικού, τη στιγμή μάλιστα που η πείρα και η δοκιμασμένη συνεισφορά πολλών σοβαρών, έντιμων και υπεύθυνων ανθρώπων από όλα τα κόμματα, που ετέθησαν στο περιθώριο και αποχώρησαν από την πολιτική, θα ήταν όσο ποτέ αναγκαία, σε τόσο δύσκολες και σύνθετες συνθήκες. Για να θυμηθώ μια άλλη λαρισαϊκή ρήση, «θύμωσε ο αγάς και έκοψε την αναπαραγωγική του ικανότητα».
Πιστεύω ότι τμήμα της αναγκαίας εθνικής ανασύνταξης είναι ο στοχασμός γύρω από το είδος της πολιτικής ηγεσίας που χρειάζεται να οδηγήσει τη χώρα στο μέλλον, σε ένα όλο και πιο δύσκολο και πολύπλοκο ευρωπαϊκό και διεθνές περιβάλλον. Ηγεσίες «εσωτερικής εκτονωτικής χρήσεως» δεν έχουν μόνον τη δική τους ημερομηνία λήξεως. Κινδυνεύουν να συμπαρασύρουν στη λήξη τους και τη χώρα.
Αναγεννάται η ανεξάρτητη, ερευνητική δημοσιογραφία
Με δεδομένη την τεράστια εμπειρία σας και τη θητεία σας σε υψηλόβαθμες θέσεις σε Μέσα Ενημέρωσης, ο ρόλος των οποίων αμφισβητείται όσο ποτέ, ποια είναι η εκτίμησή σας για το μέλλον του Τύπου και ειδικότερα της δημοσιογραφίας;
Θα παρακαλούσα όλους τους αναγνώστες μας να δουν την ταινία POST, με τη Μέρρυλ Στρηπ και τον Τομ Χανκς. Πρόκειται για ταινία-ντοκουμέντο, όλα τα γεγονότα είναι αποτυπωμένα με ακρίβεια. Δείχνει πώς μια εφημερίδα, (στην περίπτωσή μας η Washington Post), που τιμά τον ρόλο της, που είναι ο έλεγχος της εξουσίας, («είμαστε για να υπηρετούμε τους κυβερνώμενους και όχι τους κυβερνώντες»), είναι σε θέση να ανατρέψει ακόμα και τον Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών. Πρόκειται πρώτα για τη δημοσίευση των Pentagon Papers, που αποκάλυπταν όλα τα ψέματα, όλων των Αμερικανών Προέδρων για τον πόλεμο του Βιετνάμ, και μετά την αποκάλυψη των μεθοδεύσεων από τον ίδιο τον Λευκό Οίκο του σκανδάλου Watergate, που οδήγησε τον Νίξον σε παραίτηση.
Βλέποντας την ταινία σε πιάνει μελαγχολία για την οπισθοχώρηση της δημοκρατίας, την οποία συνιστά η «καθεστωτική» συμπεριφορά του μεγαλύτερου μέρους των μέσων ενημέρωσης παγκοσμίως. Καθεστωτική συμπεριφορά δεν είναι μόνον η λείανση της κριτικής στις κυβερνήσεις ή σε κάθε μορφή εξουσίας, οικονομική ή άλλη. Είναι ότι τα μέσα ενημέρωσης που αποτελούσαν φορέα νέων ιδεών, ρευμάτων, ανάδειξη νέων τάσεων στον στοχασμό, στις επιστήμες, τις τέχνες, τυποποιούνται, απονευρώνονται, γίνονται φορείς της λεγόμενης «μαζικής κουλτούρας», των θεμάτων «κλειδαρότρυπας».
Οχι πολύ παλιά, υπήρχε μια σαφής διάκριση ως πρός τον λεγόμενο «κίτρινο τύπο», ο οποίος αντλούσε τα θέματά του απο το τρίπτυχο «στέμμα, αίμα, σπέρμα». Τώρα αυτό το τρίπτυχο περιλαμβάνεται στην πάγια και σταθερή ύλη των περισσότερων μέσων ενημέρωσης, παγκοσμίως, ακόμα και εκείνων που δεν έχουν ολότελα υποκύψει.
Ωστόσο παντού, αναπτύσσονται αντισώματα. Σε Ευρώπη και Αμερική, σε εφημερίδες, σε περιοδικά, σε τηλεοράσεις και καινοτόμες παρεμβάσεις σε site, αναγεννάται η ανεξάρτητη, ερευνητική δημοσιογραφία και δημιουργεί νέες δυναμικές. Παραδοσιακές εφημερίδες κρατάνε τον χαρακτήρα τους και ανανεώνονται -νομίζω ότι η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ με την οποία μεγάλωσα στις δεκαετίες του ’50 και του ’60 είναι ένα καλό παράδειγμα. Είχα άλλωστε την τύχη και το προνόμιο, όταν αποχώρησα από την πολιτική το 2012 και πήγα για ένα χρόνο στο ιστορικό fellowship του Whetherhead Center for International Affaires του School of Government στο Χάρβαρντ βαθαίνοντας στις διεθνείς σχέσεις και τις διεθνείς οικονομικές σχέσεις, να γνωριστώ με ένα μύθο της αμερικάνικης δημοσιογραφίας τον Paul Steiger, τον επί δεκαέξι χρόνια διευθυντή της Wall Street journal, με 16 βραβεία Πούλιτζερ, που έφυγε και ξεκίνησε από το μηδέν ένα site ερευνητικής δημοσιογραφίας, την ProPublica, που «τσακίζει κόκαλα» με τα θέματα που καταπιάνεται, έχοντας κερδίσει, αυτά τα δέκα χρόνια, τιτάνιες μάχες με τους βιομηχανικούς κολοσσούς του πετρελαίου, τους γίγαντες των φαρμακευτικών εταιριών, υποχρεώνοντας το Κογκρέσο σε αλλαγή νομοθεσίας, υπέρ του δημοσίου συμφέροντος. Πήγα και δούλεψα κοντά τους και είδα στην πράξη, ότι μια αποφασισμένη ομάδα ανθρώπων με αρχές, μπορεί να κάνει παντού τη διαφορά.
Και στην Ελλάδα βλέπουμε να αναπτύσσονται σήμερα, πολλές παρόμοιες προσπάθειες. Και στη διαΝΕΟσι, που συνεργάζομαι τώρα, ως ανεξάρτητος ερευνητής, η δημοσιογραφία ασκείται με ένα αυστηρό πλαίσιο αρχών, ανεξαρτησίας και κώδικα δεοντολογίας, έτσι ώστε, να ξαναβρίσκω την ορμή, που είχα νιώσει τα πέντε χρόνια που ήμουν αρχισυντάκτης στο ΑΝΤΙ, που έγραψε, σε πολλές από τις περιόδους του, λαμπρές σελίδες ανεξάρτητης ερευνητικής δημοσιογραφίας.