Μετά τον θάνατο του πατέρα του (1872), αυτός και ο αδελφός του Γεώργιος, αποφάσισαν εκτός από τη λειτουργία του παντοπωλείου να ιδρύσουν ένα πανδοχείο που θα λειτουργούσε σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα της εποχής. Για τον σκοπό αυτό ανήγειραν στο οικόπεδο που βρισκόταν η μεγάλη έπαυλη της οικογένειας Τζαβέλα στη συνοικία Σεραμπή(στα δυτικά της Λάρισας), ένα λιθόκτιστο κτίριο το οποίο περιελάμβανε 18 δωμάτια, λουτρά, εστιατόριο, ζυθοπωλείο, καφενείο και αίθουσα εκδηλώσεων. Στο προαύλιο του πανδοχείου κατασκευάστηκαν επίσης στάβλοι, αποθήκες και διάφορα άλλα βοηθητικά κτίρια. Το 1877 απεβίωσε ο Γεώργιος Τζαβέλαςκαι ο Αριστοτέλης έμεινε μόνος πλέον διαχειριστής της επιχείρησης.
Στις 8 Μαΐου 1882, ο Αριστοτέλης Τζαβέλας παραχώρησε στους κληρονόμους του αποβιώσαντα αδελφού του Γεωργίου (δηλαδή στην σύζυγό του Ελένη και στον ανήλικο γιο της Νικόλαο) το 50% των μετρητών που είχαν συγκεντρωθεί από την εξ αδιαιρέτου με τον αδελφό του εκμετάλλευση του πανδοχείου (μεταξύ των ετών 1872-1877). Το ποσό ανερχόταν στις 50 χλΤ. [2](1.360 δρχ.) και ο Αριστοτέλης παρέδωσε στην Ελένη ένα γραμμάτιο 25 λιρών με τους νόμιμους τόκους και χάλκινα σκεύη του εστιατορίου βάρους 15 οκάδων (αξίας 120 δρχ.). Στον ανεψιό του Νικόλαο παραχώρησε ένα γιαταγάνι και ένα τουφέκι (αξίας 35 δρχ.) που ήταν παλαιά οικογενειακά κειμήλια [3].
Με τη σύζυγό του Παρασκευή εγκαταστάθηκαν τον Νοέμβριο του 1883 σε μία μεγάλη ανώγειο κατοικία που διέθετε βοηθητικούς χώρους στη συνοικία Ενμιλέρ, στο κέντρο της Λάρισας [4].Τον Μάιο του 1884 επί δημαρχίας Χρήστου Γεωργιάδη, ο Αριστοτέλης διορίσθηκε δημοτικός σύμβουλος στη θέση του Δημητρίου Γεωργιάδη ο οποίος είχε παραιτηθεί [5], ενώ τον Αύγουστο του ιδίου έτους δημοσίευσε αγγελία για την ενοικίαση της πατρικής του έπαυλης [6].
Υποπτευόμαστε, ότι διαβάζοντας ο Τζαβέλας την αγγελία που ο ίδιος καταχώρησε, μετάνιωσε γιατί αντιλήφθηκε ότι είχε παραβλέψει την μεγάλη ευκαιρία που του είχε παρουσιαστεί: Να μετατρέψει ο ίδιος την έπαυλη σε ξενοδοχείο πολυτελείας παράλληλα με το πανδοχείο που λειτουργούσε δίπλα από αυτή.Σχεδόν αμέσως πραγματοποίησε μία εκτεταμένη ανακαίνιση στους χώρους της έπαυλης την οποία μετέτρεψε σε ξενοδοχείο, ενώ μεταστέγασε την οικογένειά του σε άλλη ιδιόκτητη κατοικία που αγόρασε λίγες ημέρες αργότερα (Σεπτέμβριος 1884) στη συνοικία Σαρασλάρ, στο κέντρο της πόλης [7]. Η από κοινού επιχείρηση (πανδοχείο και ξενοδοχείο) λειτούργησε με επιτυχία την επόμενη εικοσιπενταετία και ο Αριστοτέλης Τζαβέλας φιλοξένησε στους χώρους της προσωπικότητες της εποχής. Τόσο ο Χρήστος Βαμβακάς, όσο και ο Γεώργιος Τσάμης που τον «ακολούθησαν», διδάχθηκαν πολλά από αυτόν και εφάρμοσαν πολλές από τις καινοτομίες του στα δικά τους ξενοδοχεία. Όταν το 1908 ο Αριστοτέλης απεβίωσε [8], η σύζυγός του, ανέστειλε τη λειτουργία της επιχείρησης.
Ο Αριστοτέλης και η σύζυγός του Παρασκευή ήταν κάτοχοι και άλλων ακινήτων στη Λάρισα. Ο πρώτος διέθετε μία κατοικία στη συνοικία Σουφλάρ(ενορία Αγίων Τεσσαράκοντα)[9], ένα οικόπεδο 997,5 τμ.στη συνοικία Παράσχου (ενορία Αγίου Νικολάου) [10], ενώ παράλληλα ήταν ενοικιαστής του χωριού Τζιούξανη(σημ. Δήμητρα) και του υδρόμυλου στο χωριό Μαρμάργιαννη της Αγυιάς [11]. Η δεύτερη είχε στην πλήρη κυριότητά της δύο επαύλεις [12] και ένα οικόπεδο στη συνοικία Παράσχου [13].Ελλείπουν πληροφορίες για την μετέπειτα τύχη του γιού τους Θεμιστοκλή που είχε γεννηθεί στη Λάρισα το 1873.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Δεν εντοπίστηκε συγγένεια με τον Νικόλαο Τζαβέλα από τα Κανάλια της Καρδίτσας. Ο τελευταίος νυμφεύθηκε την Ελένη Μακρή (αδελφή του Λαρισαίου βιβλιοπώλη Γεωργίου Μακρή) και απέκτησαν: τον Θωμά (συμβολαιογράφο Καρδίτσας), τον Βασίλειο (δικηγόρο) και τον Χριστόδουλο (εμπορικό αντιπρόσωπο στον Βόλο και από το 1906 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου). Βλ. Μικρά (Λάρισα), φ. 66/216 (14 Ιουνίου 1906) και φ. 4/560 (30 Νοεμβρίου 1912).
[2]. = Χρυσές λίρες Τουρκίας.
[3]. Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αρχεία Νομού Λάρισας, Συμβολαιογραφικό Αρχείο Ανδρέα Ροδόπουλου, φκ. 001 [1880-1883], αρ. 213 (8 Μαΐου 1882).
[4]. Η οικία ανήκε στην ιδιοκτησία της Φατιμέ, θυγατέρας τουΜαμούτεφένδηΝουρή και εκμισθώθηκε από τον Τζαβέλα για δύο χρόνια έναντι 120 χλΤ. (2.761 δρχ.). Βλ. Αρχείο Φίλιου, φκ. 011 [1883], αρ. 3623 (29 Οκτωβρίου 1883), φκ. 003 [1882-1883], αρ. 783 (24 Μαΐου 1882) και φκ. 008 [1883], αρ. 2758 (30 Ιουνίου 1883).
[5]. «Αντ’ αυτού δε έδωκε εχθές εν τω συμβουλίω τον νενομισμένον όρκον ο κ. Αριστοτέλης Τζαβέλας απολαύων υπολήψεως παρά τοις συμπολίταις αυτού». Βλ. Ανεξαρτησία (Λάρισα), φ. 254 (10 Μαΐου 1884). Πρβλ. Πρακτικά Δημοτικού Συμβουλίου Λαρίσης, φκ. 002 [1884-1886].
[6]. Έρευνα (Λάρισα), φ. 9 (27 Αυγούστου 1884).
[7]. Ανήκε στην κυριότητα της Ουμγκουλσούν, θυγατέρας του Σουλεϊμάν Αμπντουλάχ και αγοράστηκε αντί 73 χλΤ. (1.124 δρχ.). Βλ. Αρχείο Φίλιου, φκ. 013 [1884], αρ. 5541 (19 Σεπτεμβρίου 1884).
[8]. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 980 (15 Φεβρουαρίου 1909) και Μικρά (Λάρισα), φ. 389 (19 Φεβρουαρίου 1909).
[9]. Προηγουμένως ανήκε στην κυριότητα του Αχμέτ Σελήμπου είχε εγκατασταθεί στην Προύσα της Μικράς Ασίας. Αγοράστηκε στις 18 Μαρτίου 1882 αντί 8 χλΤ. (216 δρχ.). Βλ. Αρχείο Ιωαννίδη, φκ. 002 [1882], αρ. 309 (18 Μαρτίου 1882).
[10]. Το οικόπεδο μεταβιβάστηκε αργότερα στον Ευστάθιο Ιατρίδη. Βλ. Αρχείο Ιωαννίδη, φκ. 063 [1899], αρ. 23091 (9 Ιουλίου 1899) και φκ. 067 [1899-1900], αρ. 24029 (28 Νοεμβρίου 1899).
[11]. Αρχείο Ιωαννίδη, φκ. 030 [1890-1891], αρ. 10808 (29 Νοεμβρίου 1890). Ιδιοκτήτης της Τζιούξανης ήταν ο Δημήτριος Πολύμερος.
[12]. Οι επαύλεις μεταβιβάστηκαν στις 25 Ιανουαρίου 1882 από τον Αριστοτέλη Τζαβέλα στη σύζυγό του αντί 200 χλΤ. (5.040 δρχ.). Η μία διέθετε έξι δωμάτια και η άλλη δύο, ενώ αμφότερες διέθεταν κελάρι, φρέαρ, αυλή και μαγειρείο. Βλ. Αρχείο Ιωαννίδη, φκ. 001 [1882], αρ. 085 (25 Ιανουαρίου 1882).
[13]. Το οικόπεδο είχε συνολική έκταση 716 τμ. Ένα τμήμα αυτού (409 τμ.) μεταβιβάστηκε τον Ιούνιο του 1895 στον κτηματία Κωνσταντίνο Τσίρο και το υπόλοιπο στον κτηματία Γούσιο Καραγιάννη. Το τίμημα της πώλησης ανήλθε στις 670 δρχ. για τον πρώτο και τις 550 δρχ. για τον δεύτερο. Βλ. Αρχείο Ιωαννίδη, φκ. 051 [1895], αρ. 18245 & 18246 (13 Ιουνίου 1895).
* Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου