Το 1854 εκλέχθηκε επίσκοπος Φαναριοφαρσάλων, ενώ στις 3 Μαρτίου 1867 προβιβάστηκε στη Μητρόπολη Σερρών. Κατά την ημέρα της υποδοχής του (28 Μαΐου 1867) ο πρωτοψάλτης Βασίλειος Σταμούλης Ζαρκινός συνέθεσε άσμα 20 στίχων (σε ήχο πλάγιο του τετάρτου) προς τιμήν του [1]. Στις 7 Αυγούστου 1875 εξελέγη μητροπολίτης της Λάρισας. «Κατά τη διάρκεια της ποιμαντορίας του εν κρισιμωτάτοις μάλιστα καιροίς και περιστάσεσι τόσους των χριστιανών εν ειρκταίς αδίκως κατά διαφόρους καιρούς ριφθέντας απεφυλάκισε και εκ της παντελούς αυτών καταστροφής διέσωσεν από τους όνυχας της κακοδιοικήσεως, της βαρβαρότητος και θηριωδίας και τα δίκαια αυτών με θυσίαν και αυτής πολλάκις της ζωής και υψηλής αυτού θέσεως υπερασπήσατο» [2].
Επί των ημερών του απελευθερώθηκε η Λάρισα από τους Οθωμανούς (31 Αυγούστου 1881), ο ίδιος δε, επικεφαλής πέντε μητροπολιτών υποδέχθηκε τα ελληνικά στρατεύματα υπό τον στρατηγό Σκαρλάτο Σούτσο. Μετά τη τέλεση της δοξολογίας στον Άγιο Αχίλλιο απέστειλε τηλεγράφημα στον πρωθυπουργό Αλέξανδρο Κουμουνδούρο στον οποίο εξέφρασε τις ευχαριστίες «εκ μέρους του πνευματικού του ποιμνίου διά τας καταβληθείσας προσπαθείας υπέρ της αναιμάκτου ενώσεως της Θεσσαλίας μετά της μητρός Ελλάδος» [3]. Στις 17 Αυγούστου 1882 διορίσθηκε ως μέλος της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος και εγκαταστάθηκε προσωρινά στην Αθήνα (ΦΕΚ 88/Α/29-8-1882). Για τις υποθέσεις του στη Λάρισα διόρισε ως πληρεξούσιό του τον ιατρό Αριστείδη Αλέκου [4].
Τον Οκτώβριο του 1883 η Λάρισα επλήγη από μεγάλες πλημμύρες λόγω των συνεχών βροχοπτώσεων και την υπερχείλιση του Πηνειού. Οι καταστροφές στη συνοικία Παράσχου ήταν τεράστιες και σημειώθηκαν αρκετοί πνιγμοί. Με ενέργειες του μητροπολίτη Νεόφυτου ο οποίος επισκέφθηκε τον τότε υπουργό των Εσωτερικών [5] και του βουλευτή της Λάρισας Κωνσταντίνου Ισχόμαχου (1838-1888), η κυβέρνηση σύστησε μία επιτροπή για τη διανομή βοηθημάτων στους πλημμυροπαθείς [6], ενώ συστάθηκε ειδική ερανική επιτροπή με πρόεδρο τον μητροπολίτη Αθηνών Προκόπιο και μέλη τον μητροπολίτη της Λάρισας, βουλευτές, τραπεζίτες και εφοπλιστές. Ο δήμαρχος της Λάρισας Χρήστος Γεωργιάδης (1833-1886) σύστησε τοπική επιτροπή την οποία πλαισίωσαν ο ίδιος και οι Αναστάσιος Αστεριάδης, Διονύσιος Γαλάτης, Αχιλλέας Λογιωτάτου, Ανάργυρος Ζαβιτσάνος, Χασάν εφένδης υιός Χουσνή εφένδη και Χακήμ Αλχανάτ [7].
Μετά το πέρας των υποχρεώσεών του στην Αθήνα, ο μητροπολίτης Νεόφυτος επέστρεψε στη Λάρισα τον Ιούλιο του 1884 [8]. Ήδη από το 1875 διέμενε στο παλαιό μητροπολιτικό μέγαρο της Λάρισας που βρισκόταν στη συνοικία του Τρανού μαχαλά δίπλα από τον ναό του Αγίου Αχιλλίου [9]. Αμέσως μετά από την απελευθέρωση της πόλης (1881), αγόρασε σχεδόν δίπλα από τον προαναφερθέντα ναό ένα μεγάλο οικόπεδο στο οποίο ανήγειρε με δικές του δαπάνες δύο διώροφες κατοικίες.
Η πρώτη που ήταν και η μεγαλύτερη διέθετε δύο καταστήματα στο ισόγειό της και αποπερατώθηκε τον Δεκέμβριο του 1881. Τον Ιανουάριο του 1882 η οικία (εκτός των καταστημάτων) ενοικιάστηκε στο Ελληνικό Δημόσιο για να χρησιμεύσει ως κτίριο γραφείων της Εισαγγελίας Εφετών της Λάρισας [10]. Τις διαπραγματεύσεις πραγματοποίησαν αφενός μεν ο εισαγγελέας Πρωτοδικών Αχιλλεύς Διογενείδης (ως εκπρόσωπος του Δημοσίου) και αφετέρου ο ιατρός Αριστείδης Αλέκου (ως πληρεξούσιος του Νεόφυτου που εκείνη την περίοδο διέμενε στην Αθήνα). Με απόφαση του τότε υπουργού Δικαιοσύνης Αλέξανδρου Κοντόσταυλου (1835-1909) η μίσθωση ανανεώθηκε τον Φεβρουάριο του 1885 για ακόμα τρία έτη αντί μηνιαίου μισθώματος 200 δρχ. Τις διαπραγματεύσεις αυτήν την φορά πραγματοποίησε ο εισαγγελέας Εφετών Ιωάννης Σταματιάδης απευθείας με τον μητροπολίτη Νεόφυτο [11]. Τα δύο καταστήματα εκμισθώθηκαν για δύο έτη (Απρίλιος 1884) στον έμπορο Κωνσταντίνο Α. Οικονομίδη ο οποίος στέγασε τα γραφεία της Εμπορικής Μετοχικής Εταιρείας «Κ. Α. Οικονομίδης & Συντροφία» [12].
Η δεύτερη κατοικία ήταν μικρότερη και βρισκόταν δίπλα από την πρώτη. Όταν αποπερατώθηκε τον Σεπτέμβριο του 1882 ο εργολάβος Σταμάτιος Λαγκός ανέλαβε τα επιχρίσματα και τον εσωτερικό ελαιοχρωματισμό της αντί 40 χρυσών Τουρκικών λιρών (1016,87 δρχ.) [13]. Στον όροφο διέμενε ο ιεράρχης, ενώ στο ισόγειο στεγάστηκαν τα γραφεία της Μητροπόλεως Λαρίσης.
[Συνεχίζεται]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[ ]. Απόστολος Γλαβίνας, «Μελοποιημένα άσματα προς τιμήν ιεραρχών της μητροπόλεως Σερρών από το ανέκδοτο χειρόγραφο του πρωτοψάλτη Σερρών Παναγιώτη Παπα-Αγγελίδη (1837-1907)», Πρακτικά Β΄ Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου: Οι Σέρρες και η περιοχή τους, Σέρρες 2013, τ. ΙΙ, σ. 875-888. Ειδικώς σ. 877.
[2]. Απόσπασμα από άρθρο του ιεροκήρυκα Νεόφυτου Μάγνη. Βλ. Ανεξαρτησία (Λάρισα), φ. 225 (5 Ιανουαρίου 1884).
[3]. Φάρος της Μακεδονίας (Θεσσαλονίκη), φ. 597 (5 Σεπτεμβρίου 1881).
[4]. Πληρεξούσιο αρ. 18713/1881 του συμβολαιογράφου Αθηνών Αντωνίου Γαϊτάνου.
[5]. Ανεξαρτησία (Λάρισα), φ. 205 (19 Οκτωβρίου 1883).
[6]. Πρόεδρος της Επιτροπής διορίσθηκε ο νομάρχης της Λάρισας και μέλη ο δήμαρχος, ο εισαγγελέας των Εφετών, ο πρόεδρος των Πρωτοδικών, ο Μαλίκ εφένδης και ο ραβίνος της πόλης. Βλ. Ανεξαρτησία (Λάρισα), φ. 203 (9 Οκτωβρίου 1883).
[7]. Σε λίγες ώρες από μόλις 13 άτομα συγκεντρώθηκε το ποσό των 3.210 δρχ., ενώ το παράδειγμά τους ακολούθησε τις επόμενες ημέρες, η επιχειρηματική και επιστημονική κοινότητα της πόλης. Βλ. Ανεξαρτησία (Λάρισα), φ. 206 (23 Οκτωβρίου 1883) και φ. 207 (26 Οκτωβρίου 1883). Το Δημοτικό Συμβούλιο ψήφισε πίστωση 3.000 δρχ. από τον προϋπολογισμό του Δήμου και παράλληλα σύστησε επιτροπή από τους δημοτικούς συμβούλους Ρίζο Σχοινά, Αναστάσιο Πατσουρίδη, Χρήστο Αλέκου και Δημήτριο Γεωργιάδη, για να διερευνήσει τον ακριβή αριθμό των δικαιουμένων των βοηθημάτων του Δήμου. Βλ. Ανεξαρτησία (Λάρισα), φ. 213 (16 Νοεμβρίου 1883).
[8]. Έρευνα (Λάρισα), φ. 3 (15 Ιουλίου 1884).
[9]. Το κτίσμα κατεδαφίστηκε το 1893. Ο τότε δήμαρχος της Λάρισας Αχιλλεύς Αστεριάδης με την ιδιότητα του προέδρου του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου του Αγίου Αχιλλίου πώλησε τα κατεδαφισθέντα οικοδομικά υλικά στον εργολάβο δημοσίων και δημοτικών έργων Κωνσταντίνο Σταυρόπουλο αντί 6.075 δρχ. Βλ. Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αρχεία Νομού Λάρισας [ΓΑΚ/ΑΝΛ], Συμβολαιογραφικό Αρχείο Αγαθάγγελου Ιωαννίδη, φκ. 044 [1893-1894], αρ. 15791 (12 Νοεμβρίου 1893).
[10]. ΓΑΚ/ΑΝΛ, Συμβολαιογραφικό Αρχείο Ανδρέα Ροδόπουλου, φκ. 004 [1882-1883], αρ. 1145 (8 Ιανουαρίου 1882). Το μηνιαίο μίσθωμα ορίστηκε στις 178 δρχ.
[11]. Αρχείο Ροδόπουλου, φκ. 012 [1884-1885], αρ. 3401 (1 Φεβρουαρίου 1885).
[12]. Αρχείο Ροδόπουλου, φκ. 009 [1884], αρ. 2506 (21 Απριλίου 1884). Το μηνιαίο μίσθωμα ορίστηκε στις 65 δρχ.
[13]. ΓΑΚ/ΑΝΛ, Συμβολαιογραφικό Αρχείο Αναστασίου Φίλιου, φκ. 004 [1882-1883], αρ. 1317 (5 Σεπτεμβρίου 1882).
Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου