ΒΑΖΟΥΝ ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΟΙ ΛΑΡΙΣΑΙΟΙ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥΝ

Από τη γιαγιά στην εγγονή η ραπτομηχανή

* Γυναίκες και άντρες κάνουν το χόμπι τους επάγγελμα ράβοντας

Δημοσίευση: 02 Απρ 2017 22:50

Από τα παιδικά χρόνια έρχονται οι αναμνήσεις από τις μητέρες, τις γιαγιάδες και τις θείες που έραβαν. Ο ήχος αυτός της ραπτομηχανής, όταν ήταν γοργός θύμιζε τραγούδι. Πέρα από τις επιδιορθώσεις που έκαναν σε ρούχα, κουρτίνες και υφαντά έραβαν και τα καλύτερα κομμάτια για το παιχνίδι των κοριτσιών.

Όλες οι κούκλες είχαν τη δική τους γκαρνταρόμπα. Με λίγο ύφασμα η γιαγιά έφτιαχνε για αυτές φορέματα, μπλουζάκια, ρόμπες μέχρι και παλτό για τον χειμώνα. Δεν ξεχνιέται αυτό το πορτοκαλί γούνινο παλτό που «ξαφνικά» άρχισε να φορά η μπι-μπι-μπό. Μεσάτο, με ζώνη στη μέση, μπορεί να είχε και μικρά κουμπιά. Θραύση είχε κάνει. Δεκαετία του ’80 και η υπερβολή ήταν το στοιχείο της. Κανείς δεν θυμάται από πού είχε περισσέψει αυτό το ύφασμα για να καλύψει τις ανάγκες της ξανθιάς κούκλας τους χειμερινούς μήνες.

Η ραπτομηχανή συγκαταλέγεται ανάμεσα στις σπουδαιότερες εφευρέσεις του 19ου αιώνα, καθώς απλοποίησε τη διαδικασία παραγωγής ενδυμάτων φέρνοντας τη μήνη των απανταχού ραφτών.

Ο Σίνγκερ δεν εφηύρε τη ραπτομηχανή με τη στενή έννοια του όρου, καθώς διάφορες απόπειρες είχαν εμφανιστεί σε Γαλλία, Αγγλία και ΗΠΑ ήδη από τον 18ο αιώνα. Ο δαιμόνιος Αμερικανός πατεντάρισε την πρώτη πρακτική εκδοχή της στις 12 Αυγούστου του 1851 δίνοντας στην ομώνυμη ραπτομηχανή τη μορφή με την οποία την ξέρουμε σήμερα: εισήγαγε τον κάθετο κινούμενο βελονοφόρο, την οριζόντια κινούμενη σαΐτα, την οριζόντια πλάκα για την τοποθέτηση του υφάσματος, το ποδαράκι στερέωσης του υφάσματος, το σύστημα αυτόματης προώθησης του υφάσματος και τους ρυθμιστές τάσης των κλωστών, μηχανισμοί που επέτρεψαν την ομαλή και γρήγορη λειτουργία της ραπτομηχανής. Απλά, η ραπτομηχανή του Σίνγκερ δούλευε και ήταν αξιόπιστη.

Για τις ραπτομηχανές και τη σχέση που έχουν οι Λαρισαίοι μαζί τους μιλά στην «Ε» ο Νίκος Ακρίβος, ιδιοκτήτης τέταρτης γενιάς της οικογενειακής επιχείρησης που χρονολογείται από το 1921 στην πόλη. Το κατάστημά του διαθέτει σέρβις αλλά και πώληση ραπτομηχανών και όπως αναφέρει η κίνηση είναι σταθερή εδώ και πολλά χρόνια, ενώ του φέρνουν ραπτομηχανές για επισκευή που είναι 100 ετών. «Η ραπτομηχανή είναι ένα αντικείμενο που το παίρνεις, δένεσαι μαζί του δεν το πετάς. Δεν είναι τυχαίο που πάει από μάνα σε κόρη και από γιαγιά σε εγγονή. Όταν μια γυναίκα ασχολείται με τη ραπτομηχανή δεν την αφήνει» για να εξηγήσει τη σχέση που αναπτύσσουν μαζί της οι κάτοχοι ραπτομηχανών.

Με τα χρόνια όπως λέει άλλαξε η χρήση τους. «Παλιότερα έφτιαχναν περισσότερα ρούχα. Τα έραβαν από το μηδέν, πολλά άλλα τα κεντούσαν. Θυμάμαι τους μεγαλύτερους να λένε ότι αν μια γυναίκα δεν είχε ραπτομηχανή δεν μπορούσε να παντρευτεί. Η προίκα της ξεκινούσε με την απόκτηση της ραπτομηχανής. Έτσι φαινόταν η νοικοκυροσύνη της. Με τα χρόνια όμως αυτό άλλαξε. Ειδικά από τα πρώτα χρόνια της οικονομικής κρίσης και μετά όλο και περισσότεροι Λαρισαίοι επιλέγουν να ασχοληθούν με τις ραπτομηχανές, είτε για να επιδιορθώσουν τα ρούχα τους είτε για να δημιουργήσουν νέα και όχι απαραίτητα ρούχα, αλλά κυρίως αξεσουάρ», σχολιάζει.

Κουρελούδες μεταμορφώνονται σε μαξιλάρια, δέρματα και υφάσματα σε τσάντες, θήκες και τσαντάκια ενώ ο συνδυασμός υφάσματος και δέρματος δημιουργεί ευφάνταστες ποδιές για τους μπαρίστες. Πρόκειται για κορίτσια και αγόρια όπως αποκαλύπτει ο κ. Ακρίβος που είτε βρήκαν έναν τρόπο να αξιοποιήσουν δημιουργικά τον ελεύθερό τους χρόνο, είτε έκαναν το χόμπι τους επάγγελμα. Μάλιστα η πιο μικρή του πελάτισσα η οποία όπως αναφέρει είναι πολύ καλή στο ράψιμο με τη ραπτομηχανή που της αγόρασε ο μπαμπάς της είναι μόλις 12 ετών.

Οι εποχές που οι Λαρισαίοι ανανέωναν δίχως δεύτερη σκέψη την γκαρνταρόμπα τους, μόλις εντόπιζαν ατέλειες ή μικροφθορές στα ενδύματά τους, προφανώς έχουν περάσει στο παρελθόν. Η συρρίκνωση των εισοδημάτων, που προέκυψε με τα χρόνια της οικονομικής κρίσης, κατέστησε για πολλούς απαγορευτική τη συχνή αγορά καινούργιων ενδυμάτων. Συνέπεια αυτού ήταν να επανέλθει δυναμικά στο προσκήνιο του επιχειρείν ένα παραδοσιακό επάγγελμα, που δοκιμαζόταν τις τελευταίες δεκαετίες, το επάγγελμα της μοδίστρας.

Παράλληλα, σύμφωνα με τον ίδιο «τα χρόνια που ανθούσε η βιοτεχνία στην περιοχή, θυμάμαι ότι ο πατέρας μου δεν προλάβαινε να εξυπηρετεί. Έρχονταν οι παραγγελίες, δένονταν οι μηχανές και τις στέλναμε στις βιοτεχνίες που συνεργαζόμασταν. Η κρίση έφερε λουκέτα, και οι γυναίκες που δούλευαν σε κάποιες από αυτές αντί να πάρουν χρήματα που τους χρωστούν “πληρώθηκαν” παίρνοντας τις μηχανές που δούλευαν. Κάποιες από αυτές άνοιξαν καταστήματα και επιδιορθώνουν ρούχα και άλλες δημιούργησαν οικοτεχνίες».

Η αλήθεια είναι ότι οι επιδιορθώσεις των φθαρμένων ρούχων, αλλά και το ράψιμο καινούργιων διά χειρός και ραπτομηχανής των μοδιστρών, κερδίζουν διαρκώς έδαφος στις προτιμήσεις των καταναλωτών. Τι καλύτερο από μια μοδίστρα που μπορεί να ράψει το ίδιο παλτό μιας ακριβής μάρκας ρούχων σε οικονομικότερη τιμή από αυτή που θα το αγόραζε η καταναλώτρια έτοιμο.

Της Ζωής Παρμάκη

Φωτ. Βασίλης Ντάμπλης

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass