Οι έντονες καταιγίδες με τους κεραυνούς και τις χαλαζοπτώσεις έχουν απορυθμίσει την καθημερινότητα, έχουν επιφέρει καταστροφές στη γεωργία, έχουν προκαλέσει αναστάτωση στον τουρισμό των παραθαλάσσιων περιοχών και όλα μαρτυρούν ότι το κλίμα του φετινού Ιουνίου δεν συμβαδίζει πλέον με την εποχή του καλοκαιριού.
Οι μετεωρολόγοι προειδοποιούν: «Περιμένουμε φαινόμενα έντονης αστάθειας». Τι είναι όμως αυτή η «αστάθεια» και άραγε στο παρελθόν δεν υπήρχε;
«Υπήρχε, αλλά λόγω της κλιματικής αλλαγής τα φαινόμενα μπορεί να είναι συχνότερα και κάποιες φορές εντονότερα, οι κοινωνίες πρέπει να προσαρμόζονται», δηλώνει στην «Ε» ο μετεωρολόγος της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας (ΕΜΥ) κ. Παναγιώτης Σκριμιζέας, ο οποίος εξηγεί ότι η αιτία του φαινομένου είναι η υψηλή υγρασία που δεν πρόλαβε να εξατμιστεί από το έδαφος και η ανάπτυξη των επικίνδυνων νεφών «Cumulonimbus», ελληνιστί «Σωρειτομελανίες».
Αναλυτικότερα, εξηγεί: «Η αστάθεια στην ατμόσφαιρα με τη μορφή που παρατηρείται τις τελευταίες ημέρες, είναι χαρακτηριστικό της προχωρημένης άνοιξης και των αρχών του καλοκαιριού, με τον Μάιο και τον Ιούνιο να είναι οι μήνες που κατεξοχήν συνδέονται μαζί της.
Είναι το διάστημα του χρόνου, που ενώ οι ώρες ηλιοφάνειας αυξάνουν και η θερμοκρασία ανεβαίνει, υπάρχει ακόμη αρκετή υγρασία στο έδαφος και την ατμόσφαιρα μετά τις χειμωνιάτικες βροχές και χιονοπτώσεις, που δεν έχει προφτάσει να εξατμισθεί.
Συχνά λοιπόν παρατηρείται μια κυκλική 24ωρη διαδικασία, κατά την οποία, με το ξημέρωμα μιας αίθριας ημέρας οι ακτίνες του ήλιου θερμαίνουν την επιφάνεια της γης, με τη θέρμανση αυτή να είναι εντονότερη πάνω από την ξηρά σε σχέση με τη θάλασσα και βεβαίως να φθάνει στην αποκορύφωση τις μεσημεριανές και απογευματινές ώρες. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την έντονη θέρμανση του αέρα που βρίσκεται κοντά στο έδαφος, ο οποίος παράλληλα εμπλουτίζεται με υδρατμούς, από την εξάτμιση της υγρασίας που είναι αποθηκευμένη στο έδαφος. Με βάση τους νόμους της φυσικής, αυτή η θερμή και πλούσια σε υδρατμούς αέρια μάζα αρχίζει να ανεβαίνει μέσα στην ατμόσφαιρα, ψύχεται, οι υδρατμοί που περιέχει συμπυκνώνονται και δημιουργούνται νέφη.
Τα νέφη αυτά αναπτύσσονται και μπορεί να εξελιχθούν στα πλέον επικίνδυνα νέφη, που είναι γνωστά ως Cumulonimbus, ελληνιστί Σωρειτομελανίες. Η βάση ενός τέτοιου νέφους μπορεί να βρίσκεται στα 500 με 600 μέτρα, ενώ η κορυφή του μπορεί να ξεπεράσει τα 10 χιλιόμετρα. Τα νέφη αυτά συνδέονται άμεσα με το φαινόμενο της καταιγίδας, που από τη φύση του είναι ένα βίαιο φαινόμενο, με σημαντικά ποσά βροχής σε πολύ μικρό χρόνο, χαλαζοπτώσεις, ενισχυμένους ανέμους, τα γνωστά μπουρίνια, αλλά και επικίνδυνα ηλεκτρικά φαινόμενα, αστραπές και κεραυνούς.
Την επόμενη ημέρα, αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις, ένας νέος παρόμοιος κύκλος μπορεί να ξεκινήσει.
Τις τελευταίες ημέρες βέβαια, η όλη διαδικασία ενισχύθηκε και από κάποιες ψυχρές αέριες μάζες στην ανώτερη ατμόσφαιρα που κατηφόρισαν στη χώρα μας από τη βορειοδυτική Ευρώπη».
Λένα Κισσάβου