Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com
Επί τουρκοκρατίας ο αθλητισμός ήταν άγνωστος στη Λάρισα, το δε μουσικό πνεύμα έλειπε τελείως και μόνον ορισμένοι τσιγγάνοι της πόλεως με αρχέγονα όργανα εμφανίζονταν σε κοινωνικές εκδηλώσεις (κυρίως σε γάμους) και σε πανηγύρια. Η κατάσταση αυτή βελτιώθηκε κάπως κατά τα πρώτα χρόνια μετά την απελευθέρωση, με τη παρουσία στρατιωτικής μουσικής (μπάντας) υπό τη διεύθυνση του Καπελμάγιερ[1].
Στις 22 Οκτωβρίου 1900 στο κτίριο του Διδασκαλείου[2] σε μια συγκέντρωση φιλόμουσων Λαρισαίων, με την προτροπή του δικηγόρου Δημητρίου Γαλανίδη και νεαρών μερικών φιλοπρόοδων επιστημόνων, αποφασίσθηκε η ίδρυση σωματείου, του οποίου σκοπός ήταν αφ’ ενός η ενίσχυση και διάδοση της μουσικής και αφ’ ετέρου η επαφή των νέων με τη γυμναστική και τα διάφορα αθλήματα. Στο σωματείο αυτό δόθηκε το όνομα Μουσικός και Γυμναστικός Σύλλογος. Το καταστατικό του συλλόγου, αποτελούμενο από 42 άρθρα, εγκρίθηκε με το Βασιλικό Διάταγμα της 8ης Δεκεμβρίου 1900 και δημοσιεύθηκε στο υπ’ αριθμ. 63 φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως στις 12 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους[3].
Οι πρώτες αρχαιρεσίες του νέου Συλλόγου έγιναν περίπου δύο μήνες αργότερα, στις 2 Φεβρουαρίου 1901, με την παρουσία 88 μελών. Πρόεδρος εκλέχθηκε ο Παναγής Χαροκόπος[4], αντιπρόεδρος ο δικηγόρος Δημήτριος Γαλανίδης, γενικός γραμματέας ο δικηγόρος Νικόλαος Μανωλάκης, ταμίας ο γαιοκτήμονας Κωνσταντίνος Καρακίτης και μέλη οι Αθανάσιος Γεωργιάδης, Ιωάννης Γκέκας, Δημήτριος Δημητριάδης, Ευστάθιος Ιατρίδης και Νικόλαος Φίλιος, όλοι τους επίλεκτοι πολίτες της Λάρισας[5]. Από τις πρώτες ενέργειες της Διοικήσεως του Συλλόγου ήταν η ενοικίαση της οικίας Φραγκούλη σαν γραφείο.
Ουσιαστικά ο Σύλλογος διέθετε δύο χωριστά τμήματα, το Γυμναστικό και το Μουσικό. Η λειτουργία του βασιζόταν οικονομικά στις συνδρομές των μελών και στις χρηματικές δωρεές ορισμένων εύπορων Λαρισαίων. Επιπλέον και ο Δήμος ενίσχυσε αρχικά το σωματείο με ειδική πίστωση και με την παραχώρηση εκτεταμένης δημοτικής εκτάσεως για την ανέγερση Γυμναστηρίου[6], το οποίο άρχισε τη λειτουργία του από την 1η Οκτωβρίου 1901. Η εφημερίδα «Σάλπιγξ» με υπερηφάνεια ανέφερε στις 2 Σεπτεμβρίου 1901 ότι: «Και το μεν Γυμναστήριον, εφάμιλλον του οποίου εν τη Ανατολή δεν θα υπάρχει, εντός του μηνός Σεπτεμβρίου περατούται…». Γυμναστής προσλήφθηκε ο Γ. Δημητρόπουλος, καθηγητής της Γυμναστικής στο Γυμνάσιο Λαρίσης.
Το Μουσικό τμήμα με τα απαιτούμενα όργανα εγκαταστάθηκε σε κατάλληλο οίκημα που βρισκόταν επί της οδού Φαρσάλων (σήμερα Ρούσβελτ), απέναντι από το φαρμακείου του Κων. Παπασταύρου. Αρκετοί νεαροί μαθητές και κυρίως εργαζόμενοι, ήταν από τους πρώτους που εγγράφηκαν στη μουσική σχολή, γι’ αυτό και η οι ώρες διδασκαλίες ήταν εσπερινές και βραδινές, ώστε να διευκολύνονται. Με ενέργειες του Παναγή Χαροκόπου προσλήφθηκε ως διευθυντής της μουσικής σχολής ο Γερμανός Ιάκωβος Μπέμ[7].
Συγχρόνως ο Σύλλογος ίδρυσε και φιλαρμονική, της οποίας δάσκαλος και μαέστρος ήταν ο αρχιμουσικός Λουκάς Καπελμάγιερ. Εφοδιάσθηκε με μουσικά όργανα και με εντατική διδασκαλία προετοιμάσθηκε σε σύντομο διάστημα. Κατά την εθνική εορτή της 25ης Μαρτίου 1902 εμφανίσθηκε με ομοιόμορφες στολές σε όλες τις πανηγυρικές εκδηλώσεις και η εμφάνιση αυτή πανηγυρίστηκε απ’ όλη τη Λάρισα, γιατί κανένας δεν περίμενε, όσο αισιόδοξος και αν ήταν, τόση καρποφόρα δράση του πρώτου Συμβουλίου.
Η αξία του Συλλόγου όμως εδραιώθηκε με τη μεγάλη συναυλία που δόθηκε τον Μάιο του 1902 στη μεγάλη αίθουσα του Διδασκαλείου, με την παρουσία του διαδόχου Κωνσταντίνου, κατά τη διάρκεια επισκέψεώς του στη Λάρισα. Εκλεκτή χορωδία, στην οποία συμμετείχαν μεταξύ των άλλων και οι Δημ. Γαλανίδης, Νικ. Ράπτης, Κων. Χριστοδουλόπουλος, Κων. Καραποστόλου, Ιω. Θωμόπουλος και άλλοι, έψαλλε δύο έξοχες τετραφωνίες, η δε Ιουλία Λογιωτάτου, κόρη του δημάρχου Αχιλλέως Λογιωτάτου και μετέπειτα σύζυγος του δημάρχου Μιχαήλ Σάπκα: «έκρουσε εις το πιάνο, συνοδεία βιολοντσέλλου υπό του κ. Μπέμ, περιπαθέστατον ελεγείον και από μνήμης λαμπρότατον ρόντο», κατά την περιγραφή της εκδηλώσεως από τον χρονογράφο της εποχής. Ήταν η πρώτη εμφάνιση του Μουσικού Συλλόγου σε συναυλία και μάλιστα τόσο επίσημη.
Όλο το διάστημα αυτό μπορεί πρόεδρος να ήταν τυπικά ο Παναγής Χαροκόπος, ουσιαστικά όμως όλες οι ενέργειες, οι πρωτοβουλίες και οι εκδηλώσεις του Συλλόγου ήταν έργο του αντιπροέδρου Δημητρίου Γαλανίδη. Το 1906 διαπιστώνουμε ότι έπειτα από αρχαιρεσίες εκλέγεται πρόεδρος ο δικηγόρος Ευστάθιος Ιατρίδης και γενικός γραμματέας ο επίσης δικηγόρος Χαρίλαος Λογιωτάτου. Μετά την παραίτηση του αρχιμουσικού Ιάκωβου Μπέμ, μετακλήθηκε από την Ιταλία ως καθηγητής της μουσικής και διευθυντής της Σχολής ο Ιταλός μουσικοδιδάσκαλος Α. Ρουτζέρο, ο οποίος ανέλαβε και την Φιλαρμονική, ενώ για τη διδασκαλία των εγχόρδων προσλήφθηκε ο βιολιστής Νικόλαος Φούντας.
Επειδή οι νεαροί μαθητές της Σχολής ήταν επαγγελματίες και απασχολούνταν αρκετές ώρες μακριά από τις δουλειές τους, το Διοικητικό Συμβούλιο έκρινε δίκαιο και σκόπιμο να τους χορηγείται μηνιαίο χρηματικό επίδομα, για να αυξήσει επιπλέον τον ζήλο τους. Γράφει ο Μιχαήλ Σάπκας: «Η μουσική κατέκτησε την Λάρισαν εντός τριετίας από της ιδρύσεως του Μουσικού Συλλόγου. Ούτος είχε να επιδείξη αρκετά ευγενές έργον. Η μουσική διεδόθη εις την πόλιν γοργώ βήματι και εντός ολίγων ετών δεν υπήρχεν οικογένεια της οποίας ένα ή πλείονα μέλη να μην ασχολούνται με την μουσικήν»[8].
Παράλληλα και το Γυμναστικό τμήμα του Συλλόγου δεν υστερούσε σε επιδόσεις στη γυμναστική. Διαμόρφωσε το γήπεδο που του παραχώρησε ο Δήμος σε τέλειο Γυμναστήριο. Κατασκεύασε υπόστεγα, αποδυτήρια, καθώς και άλλα απαραίτητα κτίσματα, το περιτοίχισε απ’ όλες τις πλευρές ώστε να μπορούν να γυμνάζονται οι νέοι χωρίς την παρουσία περίεργων και προμηθεύθηκε τα απαραίτητα όργανα γυμναστικής. Και τα αποτελέσματα ήλθαν σύντομα, με την εμφάνιση των αθλητών τόσο στη Λάρισα όσο και σε αγώνες σε άλλες θεσσαλικές πόλεις.
Το 1910 πρόεδρος του Συλλόγου εκλέχθηκε ο διευθυντής του υποκαταστήματος της Εθνικής Τραπέζης Γεώργιος Δεσύπρης και για ένα διάστημα η δράση του Συλλόγου αυξήθηκε κατακόρυφα. Όμως σύντομα το Γυμναστικό τμήμα του Συλλόγου για διάφορους λόγους χειραφετήθηκε και απετέλεσε ιδιαίτερο Σύλλογο, τον Γυμναστικό Σύλλογο Λαρίσης, με δικό του Διοικητικό Συμβούλιο και καταστατικό. Εδώ πρέπει να αναζητηθούν οι απαρχές του ομώνυμου Συλλόγου ο οποίος δραστηριοποιείται μέχρι και σήμερα.
Η λειτουργία των δύο ξεχωριστών Συλλόγων εξακολούθησε μέχρι το 1912. Στην αρχή οι Βαλκανικοί πόλεμοι, κατόπιν οι πολεμικές περιπέτειες του Α’ Παγκοσμίου πολέμου του 1914 και εν συνεχεία η μικρασιατική εκστρατεία, παρέλυσαν και νέκρωσαν την δράση τους. Όμως ο σπόρος της μουσικής και της γυμναστικής όλα αυτά τα χρόνια της λειτουργίας τους είχε ριζώσει για τα καλά στους νέους της Λάρισας[9].
-----------------------------------------------
[1]. Εφ. «Σάλπιγξ», Λάρισα, φύλο της 20ης Μαρτίου 1890
[2]. Βρισκόταν εκεί όπου σήμερα υψώνεται το Δικαστικό μέγαρο. Είχε αρχίσει να κτίζεται επί τουρκοκρατίας, το 1973, με σκοπό να στεγάσει το Γυμνάσιο της Χριστιανικής Κοινότητας της Λάρισας. Μετά την απελευθέρωση του 1881 ολοκληρώθηκε κτιριακά και στέγασε το Διδασκαλείο μέχρι το 1905, οπότε το κτίριο διατέθηκε για να εγκατασταθούν όλες οι δικαστικές υπηρεσίες.
[3]. Κυλικάς Βάσος, Η Μουσική κίνησις της Λαρίσης από το 1881 μέχρι σήμερον, Λάρισα, Αύγουστος 1935. Χειρόγραφη ανέκδοτη μελέτητου παλιού φιλόμουσου φαρμακοποιού της Λάρισας και επί σειρά ετών προέδρου του Δημοτικού Ωδείου Λάρισας.
[4]. Για την εκλογή ως προέδρου του Παναγή Χαροκόπου, η τοπική εφημερίδα «’Ολυμπος» έγραφε ότι: «…δεν υπήρξε μόνον θετικώς επωφελής, αλλά και αρνητικώς ουχί αζημία, καθ’ ό προλαβούσα τας μεταξύ των μελών αναποδράστους έριδας περί της καταλήψεως του προεδρικού θώκου, διότι η φιλαρχία είναι έμφυτος εις τον Έλληνα».
[5]. Εφ. «Σάλπιγξ», Λάρισα, φύλλο της 4ης Φεβρουαρίου 1901.
[6]. Είναι ο τεράστιος χώρος όπου σήμερα βρίσκονται τα Κουτσίνεια διδακτήρια, απέναντι από το σχολικό συγκρότημα του Α’ Γυμνασίου Αρρένων. Όταν μεταξύ των ετών 1930-32 ανεγέρθηκε το Α’ Γυμνάσιο Λαρίσης το Γυμναστήριο αποδόθηκε για σχολική χρήση και ονομαζόταν σχολικό γυμναστήριο, στο οποίο λάμβαναν χώρα οι σχολικές επιδείξεις.
[7]. Ο Μπεμ σπούδασε μουσική στο Βασιλικό Ωδείο της Δρέσδης από το οποίο απεφοίτησε με άριστα, γι’ αυτό και διορίσθηκε καθηγητής στο ίδιο Ωδείο, όπου δίδαξε επί επτά χρόνια. Ήταν θαυμάσιος πιανίστας και δεινός βιολιστής και διακρινόταν για την διδασκαλία της φωνητικής μουσικής. Ήλθε στη Λάρισα και ανέλαβε τα καθήκοντά του τον Δεκέμβριο του 1901.
[8]. Σάπκας Μιχαήλ, Εξέλιξις Μουσική και Γυμναστική εις τη Λάρισαν, Μάρτιος 1934.Χειρόγραφη ανέκδοτη μελέτη, από τις «Αναμνήσεις» του πρώην δημάρχου.
[9]. Οφείλω ευχαριστίες στον Θανάση Μπετχαβέ για την αποδελτίωση των παλαιών εφημερίδων.