Ο Γεώργιος Βελώνης [1] γεννήθηκε το 1881 στη Στεμνίτσα Γορτυνίας του νομού Αρκαδίας. Σε μικρή ηλικία έφυγε για την Αμερική. Η γυναίκα του είχε καταγωγή από τη Σλοβακία και μαζί της απέκτησε δύο κόρες. Οι συνθήκες εκεί δεν του στάθηκαν ευνοϊκές και επέστρεψε στην Ελλάδα. Τη δεκαετία του 1920 τον βρίσκουμε στη Λάρισα, όπου ανοίγει βιβλιοχαρτοπωλείο και τυπογραφείο στη γωνία Ασκληπιού και Αλεξάνδρας (Κύπρου), απέναντι από το φαρμακείο του Κυλικά.
Το κατάστημά του κυκλοφόρησε 25 θαυμάσια έγχρωμα επιστολικά δελτάρια αριθμημένα, με θέματα παρμένα από τη Λάρισα, την περιοχή του Μπαμπά στα Τέμπη, την Αγιά και τα Τρίκαλα, τα οποία κυκλοφόρησαν όλα μαζί συγχρόνως. Ο Βελώνης δεν ήταν φωτογράφος, γι’ αυτό και για τις κάρτες του έχει χρησιμοποιήσει κλισέ άλλων φωτογράφων, ενώ οι λήψεις των φωτογραφιών έγιναν σε διαφορετικές χρονικές περιόδους. Αναφέρω ένα παράδειγμα. Στη κάρτα αρ. 22 με την ένδειξη «Τέμενος παρά τον Πηνειόν», απεικονίζονται Τούρκοι ιππείς με τα άλογά τους και με τις χαρακτηριστικές στολές, να βρίσκονται μέσα στην κοίτη του Πηνειού κάτω από το τζαμί του Χασάν μπέη. Φυσικά η λήψη αυτή πρέπει να έγινε κατά τη διάρκεια της σύντομης κατοχής της Λάρισας (1897-98) από τους Τούρκους, μετά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο. Οι εκτυπώσεις όλων των καρτών είναι εξαιρετικές και τα χρώματα ζωηρά και φωτεινά. Γι’ αυτό και σήμερα τα δελτάρια του Βελώνη έχουν αποκτήσει πολύ μεγάλη αξία και είναι περιζήτητα από τους συλλέκτες. Ερωτηματικό παραμένει εάν οι κάρτες αυτές τυπώθηκαν στο δικό του τυπογραφείο, γιατί η εξαιρετική τους ποιότητα απαιτούσε πολύ καλά μηχανήματα, τα οποία ήταν δύσκολο να κατέχει την περίοδο εκείνη. Εξάλλου η άλλη εκδοτική του παραγωγή που έχει διασωθεί μέχρι τις ημέρες μας δεν περιλαμβάνει έγχρωμες εκτυπώσεις για να γίνουν συγκρίσεις. Πολλοί ιστορικοί της φωτογραφίας πιστεύουν ότι οι κάρτες αυτές δεν τυπώθηκαν στη Λάρισα. Πιθανόν στην Αθήνα, ή στην Ιταλία.
Η εκτύπωσή τους πρέπει να έγινε μεταξύ 1925 και 1930. Αυτό αποδεικνύεται και από τις ταχυδρομημένες κάρτες που έχουν διασωθεί, οι περισσότερες των οποίων είναι αυτής της περιόδου. Η επαγγελματική δραστηριότητα του Γεωργίου Βελώνη σταμάτησε το 1940 με τον σεισμό και την κατοχή. Πέθανε το 1946.
Στη σημερινή εικόνα ο φωτογράφος στάθηκε στη δεξιά όχθη του Πηνειού, στην περιοχή όπου πριν λίγα χρόνια υπήρχαν τα παλιά Σφαγεία της Λάρισας στην οδό Αεροδρομίου [2] και προσανατόλισε τον φακό του προς τα βορειοδυτικά. Στο πρώτο επίπεδο διακρίνεται η λεγόμενη «Σκάλα», μια κατασκευή με μεγάλες πέτρες, η οποία βοηθούσε ανθρώπους, ζώα και διάφορα μεταφορικά μέσα να επιβιβάζονται σε μια «περαταριά» [3] και να διαπεραιώνονται στην απέναντι όχθη του Πηνειού. Το 1925 ο Ρωμύλος Αβδής, ένας πανέξυπνος επιχειρηματίας, δημιούργησε στην απέναντι όχθη, η οποία σημειωτέον ήταν κατάφυτη από δένδρα, εξοχικό κέντρο με την ονομασία «Λούνα Παρκ», το οποίο συγκέντρωνε τους καλοκαιρινούς μήνες την αφρόκρεμα της λαρισαϊκής κοινωνίας. Στη φωτογραφία διακρίνονται ζώα φορτωμένα και αρκετοί άνθρωποι να περιμένουν προφανώς να διαπεραιωθούν απέναντι. Μέσα στην κοίτη του Πηνειού φαίνεται μια ποταμόβαρκα με δύο άτομα και στο βάθος διακρίνεται το γνωστό νταϊλιάνι [4] του Πηνειού.
Σε μακρινή απόσταση φαίνεται το βορειοδυτικό τμήμα της Λάρισας. Ξεκινώντας από δεξιά καθώς βλέπουμε την εικόνα, παρατηρούμε ότι προβάλλει ο ναός της Ζωοδόχου Πηγής (Παναγία) στα Ταμπάκικα, με το ιδιόρρυθμο καμπαναριό του. Την περίοδο εκείνη η συνοικία αυτή περιοριζόταν κατά μήκος της σημερινής οδού Γεωργιάδου και μόλις έφθανε μέχρι την εκκλησία, όπως αποδεικνύεται και από τη φωτογραφία. Στη συνέχεια διακρίνονται οι ατμόμυλοι της παραπήνειας περιοχής. Οι παλιοί Λαρισαίοι τη θέση αυτή την ονόμαζαν «Μύλια» από την παρουσία των παραδοσιακών υδρόμυλων. Στη συνέχεια αυτοί εξελίχθηκαν στους ατμόμυλους του Τσιμπούκη και των Φώτη και Μιχαήλ Παππά. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο μύλος του Παππά, ο οποίος είναι στην αρχική μορφή του, πριν από την πυρκαγιά του 1920. Το σημερινό πολυώροφο κτίσμα κτίστηκε αργότερα, όταν μετατράπηκε σε κυλινδρόμυλο.
Τέλος σε πιο απομακρυσμένη απόσταση διακρίνεται ο λόφος του Φρουρίου. Ο τρούλος και τα δύο κωδωνοστάσια του Αγίου Αχιλλίου μόλις διαγράφονται πίσω από την πλούσια βλάστηση που έχουν οι όχθες του ποταμού, ενώ αριστερότερα προβάλλει ο πύργος του πρώτου ρολογιού της πόλης, ο οποίος δεν είχε ωροδείκτες και λεπτοδείκτες και ανήγγελλε την ώρα με τους κτύπους καμπάνας.
Η χρονολόγηση της φωτογραφίας τοποθετείται στην πριν το 1920 περίοδο και βασίζεται στη μικρή έκταση της συνοικίας Ταμπάκικα, στη μορφή των μύλων της παραπήνειας περιοχής και στην παρουσία του παλιού ρολογιού.
[1]. Επιστολικά δελτάρια. Εκδόσεις ελληνικές και ευρωπαϊκές (1900-1960), Συλλογή Γ. και Λ. Γουργιώτη, έκδοση Λαογραφικού Ιστορικού Μουσείου Λάρισας, Αθήνα (2007) σελ. 19.
[2]. Σήμερα στη θέση του κτιρίου των παλιών Σφαγείων και έπειτα από συντήρησή του, φιλοξενείται Κέντρο Εξυπηρέτησης Πολιτών.
[3]. Η περαταριά είναι ουσιαστικά ένα πορθμείο, μια εξέδρα (σχεδία), η οποία πλέει και εκτελεί τη συγκοινωνία ανάμεσα στις δύο όχθες ποταμού.
[4]. Το νταϊλιάνι ή νταλιάνι είναι η ιχθυοπαγίδα, δηλαδή ένας διάτρητος φραγμός από ξύλινες βέργες, στημένος εγκάρσια στη ροή του ποταμού, ο οποίος επιτρέπει την πορεία του νερού, αλλά παγιδεύει τα μεγαλύτερα ψάρια.